Στον υπό εκκόλαψη νέο ψυχρό πόλεμο, είναι καιρός πλέον, η Ε.Ε. να αποκτήσει πολιτική διάσταση και σε όποιον δεν αρέσει να μαζεύει τα μπογαλάκια του και να παίρνει δρόμο….
Του Αθαν. Χ. Παπανδρόπουλου
Εντάξει, πέρασαν 63 χρόνια από τότε που οι «Έξη» υπέγραψαν τη Συνθήκη της Ρώμης. Είκοσι χρόνια υπάρχει το ενιαίο ευρωπαϊκό νόμισμα και κοντά τριάντα χρόνια έχουμε την ενιαία ευρωπαϊκή αγορά.
Οι χώρες-μέλη της Ένωσης θα πρέπει να γνωρίζουν πλέον από έξω και ανακατωτά, τι είναι η σημερινή Ε.Ε., από πού έρχεται και γιατί έγινε. Αυτό που παραμένει άγνωστο είναι πού θα πάει εκτός και αν θέλει να βαρέσει διάλυση.
Όσο γι΄αυτήν την τελευταία, δεν νομίζουμε ότι την θέλουν τα έξη πρώτα μέλη, που είναι και ο κορμός της.
Κάποιοι Ευρωπαίοι, αντί να κλαίγονται για το Brexit, θα πρέπει να χαίρονται. Και αντί να λένε πολλά και διάφορα άνευ περιεχομένου, ας μας παρουσιάσουν μια διεξοδική μελέτη για παράδειγμα, ποια ήταν η αποτίμηση της συμμετοχής του Ηνωμένου Βασιλείου στη σημερινή Ένωση.
Ποιο ρόλο έπαιζαν οι Βρετανοί πολιτικοί στην ανάπτυξη του Ευρωσκεπτικισμού και πόσο αποτιμάται ο τελευταίος στην πορεία της Ευρωπαϊκής Ένωσης από το 1973 έως σήμερα.
Τί προσέφερε το ΗΒ στην Ένωση και τί αποκόμισε από αυτήν; Πόσο μέλος της ΕΕ ήταν εξάλλου το ΗΒ, όταν στην ευρωζώνη δεν συμμετείχε, τη συμφωνία Σέγκεν δεν την εφάρμοζε, στην ενιαία αγορά βρισκόταν με εξαιρέσεις και στον κοινοτικό προϋπολογισμό έχαιρε αρκετών εξαιρέσεων;
Κατά την εκτίμησή μας, το Brexit, αντί για πλήγμα είναι ευκαιρία για την Ε.Ε. να ξαναβρεί τον εαυτό της.
Η βρετανική παρουσία στην Ένωση ήταν περισσότερο πρόβλημα παρά λύση. Οι Βρετανοί ήσαν κατά του ευρωπαϊκού οράματος και απεχθάνονταν την ευρωπαϊκή ιδέα. Όσο για το γιατί αυτής της συμπεριφοράς και στάσης, οι ψυχαναλυτές είναι αρμοδιότεροι από μας.
Γι΄αυτό και αποφεύγουμε τον πειρασμό της ερμηνείας. Παρ΄ όλο αυτά, πρέπει να πούμε ότι ένας μεγάλος Βρετανός, ο Ουίνστων Τσώρτσιλ, 70 και πλέον χρόνια πριν είχε ξεκαθαρίσει ότι η μεταπολεμική Ευρώπη, μόνον αν αποκτούσε ενιαία φωνή και το δικό της ειδικό βάρος θα μπορούσε να επιβιώσει.
Τα λόγια του αποκαλούμενου «πατέρα της νίκης», τότε, δεν έπεσαν στο κενό. Κάποιοι οραματιστές Ευρωπαίοι, όπως οι Ζαν Μονέ, Ρομπέρ Σουμάν, Αλτσίντε ντε Γκάσπερι, Κόνραντ Αντενάουερ, Πωλ-Ανρί Σπάακ και Αλτιέρο Σπινέλλι, αποφάσιζαν να τα μετουσιώσουν σε πράξη.
Από το 1950 και μετά έτσι ξεκινά η «ευρωπαϊκή περιπέτεια», η οποία ως πείραμα συνεννοήσεως και συμβίωσης λαών που ομιλούν διαφορετικές γλώσσες, είναι μοναδικό στην ανθρώπινη ιστορία. Πλην όμως υπακούει σε μια λογική, αυτήν της ύπαρξης στην Ευρώπη πολλών κοινών αξιών.
Όλο αυτό το οικοδόμημα, από το 1950 και μετά που άρχισε να συζητείται, στηριζόταν και στηρίζεται ακόμα σε μεγάλο βαθμό στην περίφημη τακτική Ζαν Μονέ, την λεγόμενη «κοινοτική μέθοδο», στο πλαίσιο της οποίας τα πάντα είναι υπό διαπραγμάτευση.
Η μέθοδος αυτή, τα «τριάντα ένδοξα χρόνια» – κατά Ζαν Φουραστιέ – αποδείχθηκε αποτελεσματική και μάλλον πετυχημένη. Η Ευρώπη των έξη στην αρχή, των εννέα αργότερα και των δώδεκα στη δεκαετία του 1980, έγινε η πρώτη εμπορική δύναμη στον κόσμο, δημιούργησε ένα αξιοζήλευτο κράτος – πρόνοιας, απέκτησε υψηλό πολιτιστικό κύρος, αλλά για συγκεκριμένους λόγους ήταν και είναι βέβαια, πολιτικός νάνος.
Αυτή την Ευρώπη, πολιτικοί όπως οι Φρανσουά Μιττεράν, Χέλμουτ Κολ, Αλτιέρο Σπινέλλι, Ζακ Ντελόρ, Ζισκάρ Ντ’ Εσταίν, Φελίπε Γκονζάλες, Κων. Καραμανλής, Λέο Τίντεμανς και άλλοι λιγότερο επώνυμοι, προσπάθησαν να την ενισχύσουν και να την ενώσουν περισσότερο, όχι χωρίς πολύ κόπο και τεράστιες δυσκολίες.
Και από την άποψη αυτή, ήταν σοβαρό ατύχημα για την Ευρώπη η απόφαση των Γάλλων τον Μάιο 2005 ν΄απορρίψουν με ποσοστό 54,7% την πρόταση για ένα ευρωπαϊκό Σύνταγμα. Πρόταση εξάλλου που σε μεγάλο βαθμό οφειλόταν στον πρώην Γάλλο Πρόεδρο Βαλερύ Ζισκάρ ντ΄Εσταίν, τον οποίον κάθε άλλο παρά συμπαθούσε ο τότε πρόεδρος της Γαλλίας Ζακ Σιράκ.
Τονίζουμε δε ότι ο αποβιώσας πριν λίγους μήνες πρόεδρος, ποτέ δεν υπήρξε θερμός θιασώτης του ευρωπαϊκού οράματος. Εξάλλου τη δεκαετία του 1960 αυτός ήταν που πρωτοστάτησε στη γαλλική τακτική της «κενής καρέκλας», η οποία λίγο έλειψε να στείλει στα τάρταρα όσα είχαν δημιουργήσει οι Μονέ, Σουμάν, Σπάακ, ντε Γκάσπερι και Αντενάουερ.
Δεν είναι περιττό να τονιστεί επίσης οτι στην πολιτική ένωση της Ευρώπης, η Γαλλία και η Ιταλία ήταν αυτές που πάντα αντιδρούσαν, όταν η Γερμανία έβλεπε θετικά ένα τέτοιο εγχείρημα. Όσο γι΄αυτούς που κατηγορούν την Ευρωπαϊκή Επιτροπή για «γραφειοκρατική αντίληψη», ας έχουν υπόψη τους ότι και αυτή είναι γαλλικής εμπνεύσεως.
Η γκωλική Γαλλία ποτέ δεν θέλησε να έχει απέναντί της ευέλικτους ευρωπαϊκούς θεσμούς, γιατί κάτι τέτοιο θα αποδυνάμωνε ενδεχομένως την απόλυτη γαλλική επιρροή στις λήψεις αποφάσεων.
Στην παρούσα φάση της Ένωσης όμως και με δεδομένη την οικονομική της κατάσταση, η Γαλλία, αν θέλει το ευρώ να κρατηθεί, θα πρέπει να υποχωρήσει στο θέμα της πολιτικής Ευρώπης. Δεν είναι όμως μια εύκολη υπόθεση, γιατί η γαλλική κοινή γνώμη είναι ευαίσθητη στον ευρωσκεπτικισμό.
Παράλληλα αλλάζει και η σύνθεση του γαλλικού πληθυσμού.
Αυτός είναι ένας από τους λόγους που η ΕΕ από το 2007 και μετά δηλαδή μετά τη Συνθήκη της Λισαβόνας, δεν έχει πάρει καμμιά πολιτική απόφαση.
Ακόμα χειρότερα, μετά το Brexit αποδυναμώθηκε και η αμυντική Ευρώπη, η οποία στην ουσία είναι σχεδόν ανύπαρκτη.
Είναι κατάδηλο έτσι ότι στη σημερινή συγκυρία, όπου ένας νέος ψυχρός πόλεμος βρίσκεται στα σκαριά, με πρωταγωνιστές τις ΗΠΑ και την Κίνα, η Ένωση αν δεν αποκτήσει πολιτικό βάρος, θα υποχρεωθεί να είναι απλό πιόνι σ΄ένα επικίνδυνο από κάθε άποψη παιχνίδι.
Το μεγάλο ερώτημα που προβάλλει έτσι, είναι αυτό των ηγετών της ΕΕ που θα μπορέσουν να πείσουν τους πολίτες ότι το αύριο το δικό τους, των παιδιών τους και της πατρίδας τους δεν είναι η περιχαράκωση και η εθνικιστική υστερία, αλλά το άνοιγμα σ΄ έναν νέο και πολύπλοκο κόσμο και η συμμετοχή σ΄αυτόν.
Υπάρχουν όμως τέτοιοι ηγέτες στην Ευρωπή; Υπάρχουν διανοούμενοι ικανοί να μιλήσουν μιαν άλλη γλώσσα από αυτήν της ανελευθερίας και της δήθεν αλληλεγγύης; Υπάρχουν δημοσιογράφοι ικανοί να αναδείξουν την πραγματικότητα και να την αναλύσουν πέραν από τη λογική του θεάματος και της τζάμπα φιγούρας;
Σήμερα, η Ευρώπη, διαθέτει ακόμη πολύτιμο ανθρώπινο κεφάλαιο με μακρά και τεράστια παράδοση ως κληρονομιά του. Οι πιο διαδεδομένες
γλώσσες στον κόσμο είναι ευρωπαϊκές. Η Γηραιά Ήπειρος έχει ισχυρά συγκριτικά πλεονεκτήματα στη διάθεσή της.
Το πρόβλημα της όμως για την ώρα είναι ότι αντιδραστικές δυνάμεις στο εσωτερικό της, θέλουν να την στείλουν στο περιθώριο. Ας αντισταθεί σ΄αυτές…