Την ώρα που ο Ευρωπαίος κεντρικός τραπεζίτης Mario Draghi αναρωτιέται για το τι θα κάνει με το πρόγραμμα αγοράς ομολόγων, μια μικρή βοήθεια από την Janet Yellen ενδεχομένως να ήταν ευπρόσδεκτη.
Η πρόεδρος της κεντρικής τράπεζας των ΗΠΑ θα συνεδριάσει με τους συναδέλφους της την Τετάρτη προκειμένου να λάβουν αποφάσεις σχετικά με το ύψος των επιτοκίων, οι οποίες αναμένεται να επηρεάσουν και την πορεία του προγράμματος ποσοτικής χαλάρωσης της ΕΚΤ.
Ακόμα και αν η Fed δεν αποφασίσει άμεση αύξηση των επιτοκίων, οποιοδήποτε σημάδι πως είναι προετοιμασμένη να προβεί σε αυτή την ενέργεια αργότερα μέσα στο έτος θα μπορούσε να προκαλέσει αύξηση των αποδόσεων παγκοσμίως και αυτό δίνει ένα μπόνους στην ΕΚΤ.
H δέσμευση του Draghi να ξοδέψει 1,7 τρισεκατομμύρια ευρώ στα πλαίσια του προγράμματος ποσοτικής χαλάρωσης διάρκειας μέχρι τον Μάρτιο του 2017, και να συνεχίσει να το κάνει αν κάτι τέτοιο καταστεί απαραίτητο για την τόνωση του πληθωρισμού, πρέπει να ξεπεράσει ένα βασικό εμπόδιο: Οι αποδόσεις των ευρωπαϊκών ομολόγων βρίσκονται τόσο χαμηλά που ένα σημαντικό τμήμα του χρέους δεν είναι επιλέξιμο για αγορά από την ΕΚΤ, λόγω των κανόνων που ορίζονται με βάση το ίδιο της το καταστατικό.
Μια αύξηση όμως των επιτοκίων από την Fed θα μπορούσε να αμβλύνει αυτόν τον περιορισμό. Ακόμα και αν τελικά μια αύξηση των επιτοκίων στην Αμερική προκαλέσει ισχνή επίδραση στις αποδόσεις των ευρωπαϊκών ομολόγων, μια τέτοια κίνηση θα μπορούσε να δώσει χρόνο στην ΕΚΤ για να βρει τρόπο να κρατήσει ζωντανό το πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης.
«Μια αύξηση των επιτοκίων θα ήταν μια ένδειξη εμπιστοσύνης», δήλωσε ο Stefan Schneider, επικεφαλής οικονομολόγος στην Deutsche Bank. «Μια μικρή αύξηση των αμερικανικών αποδόσεων συνακόλουθα θα μπορούσε να έχει επίδραση στην ευρωπαϊκή αγορά ομολόγων. Θα μπορούσε να βοηθήσει την ΕΚΤ μέσω της διεύρυνσης της δεξαμενής των assetsπου μπορούν να αγοραστούν, αλλά δεν θα ήμουν ενθουσιώδης».
Σχεδόν 1,4 τρισεκατομμύρια ευρώ χρέους στην ευρωζώνη έχει προς το παρόν απόδοση χαμηλότερη από το -0,4%, το ελάχιστο που απαιτείται έτσι ώστε να είναι δυνατή η αγορά ομολόγων στα πλαίσια του προγράμματος ποσοτικής χαλάρωσης. Ο κανονισμός αυτός είναι ένας από τους πολλούς που έχει θεσπίσει η ΕΚΤ προκειμένου να κατευνάσει τις φωνές που την κατηγορούν πως αναλαμβάνει υπερβολικά μεγάλο ρίσκο και πως η δράση της υπερβαίνει τα όρια εξουσίας της.
Ακόμα και έτσι, όμως, η Yellen δεν μπορεί να γίνει σωτήρας του Draghi. Το sell off στα κρατικά ομόλογα νωρίτερα αυτό το μήνα έχει υποχωρήσει και η εικόνα για την οικονομία των ΗΠΑ είναι μικτή.
Αυτή η κατάσταση στην Αμερική, όταν προστίθεται στις θολές προοπτικές για το μέλλον λόγω του Brexit και της κρίσης «κακών» δανείων στην Ιταλία, εντείνει τον κίνδυνο η ΕΚΤ να χρειαστεί να κάνει περισσότερα με το πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης.
«Αν περιμένουν ελπίζοντας πως η Fed θα λύσει το πρόβλημα ανεπάρκειας κοροϊδεύουν τους εαυτούς τους», δήλωσε ο Richard Barwell, οικονομολόγος στην BNP Paribas Investment Partners.
Μια άλλη κεντρική τράπεζα που μονοπωλεί το ενδιαφέρον είναι η κεντρική τράπεζα της Ιαπωνίας, η οποία την ίδια μέρα αλλά αρκετές ώρες πριν την Fed, θα ανακοινώσει τα αποτελέσματα της αξιολόγησης της ακραία χαλαρής νομισματικής πολιτικής της. Η αβεβαιότητα που περιβάλλει αυτή την απόφαση μπορεί ενδεχομένως να αναταράξει τις αγορές ομολόγων.
Μετά από την τελευταία συνάντηση της ΕΚΤ στην Φρανκφούρτη την 8η Σεπτεμβρίου , ο Draghi δήλωσε ότι οι επιτροπές της κεντρικής τράπεζας έχουν λάβει «πλήρη εξουσιοδότηση» προκειμένου να βρουν τρόπο βελτίωσης της εφαρμογής του προγράμματος ποσοτικής χαλάρωσης υπό τον, όπως τον αποκάλεσε, «νέο αστερισμό» επιτοκίων.
Mια πρόταση που φαίνεται να κερδίζει έδαφος, είναι αυτή της απόσυρση του κανονισμού για τα κατώτατα όρια στις αποδόσεις. Ενώ κάτι τέτοιο θα μπορούσε να εκθέσει τις εθνικές κεντρικές τράπεζες σε απώλειες, αυτές είναι εφικτό να αντισταθμίσουν από αλλού.
Την ημέρα μετά την ομιλία του Draghi, το μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου της Τράπεζας Ilmars Rimsevics δήλωσε πως η αξιολόγηση του προγράμματος ποσοτικής χαλάρωσης θα διαρκέσει μέχρι τον Δεκέμβριο, μόλις τρεις μήνες δηλαδή πριν την λήξη του τρέχοντος προγράμματος αγοράς ομολόγων. Το γεγονός αυτό υποδηλώνει πως δεν πρόκειται να ανακοινωθούν νέα μέτρα τόνωσης του προγράμματος στην επόμενη συνεδρίαση του Οκτωβρίου.
Οι επενδυτές όντας απογοητευμένοι πωλούν αθρόως ευρωπαϊκά ομόλογα από την 8η Σεπτεμβρίου και μετά, γεγονός που κατά ειρωνεία της τύχης σπρώχνει τις αποδόσεις προς τα πάνω και ελαττώνει την πιθανότητα η κεντρική τράπεζα να ξεμείνει από επιλέξιμα για αγορά assets.
Ο κίνδυνος, όμως, έγκειται στην μετατροπή της απογοήτευσης των επενδυτών σε νευρικότητα. Οι αναταράξεις αυτές, αν καταστούν αρκετά έντονες, ενδέχεται να απειλήσουν την «ανάρρωση» της Ευρωζώνης.
Σύμφωνα με έρευνα του Bloomberg οι οικονομολόγοι θεωρούν την επέκταση του προγράμματος ποσοτικής χαλάρωσης ως αναπόφευκτη, ακόμα και αν αυτή αποσκοπεί στην αποφυγή των επιπτώσεων μιας απότομης παύσης στην αγορά ομολόγων.
«Αν οι αποδόσεις παραμείνουν εκεί που είναι και η ΕΚΤ δεν επεκτείνει το πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης, θα μπορούσε πιθανόν να κοντεύει να τερματίσει το πρόγραμμά της», δήλωσε ο Michael Schubert, οικονομολόγος τηςCommerzbank AG στην Φρανκφούρτη.
«Αλλά επειδή κανείς δεν πιστεύει πως η ΕΚΤ θα διακόψει τις αγορές ομολόγων απότομα, με την πιο αδύναμη μορφή επέκτασης να είναι ο σταδιακός περιορισμός της αγοράς ομολόγων (tapering), πρέπει να κάνουν κάτι».