Μία πρόσφατη μελέτη της διαΝΕΟσις και του ΕΚΚΕ διαπιστώνει ότι η ελληνική κοινωνία σε ποσοστό 63% τάσσεται υπέρ των μεταρρυθμίσεων.
Όπως όμως σημειώνει ο Κωστής Χατζηδάκης στο βιβλίο του ‘’Μεταρρυθμίσεων Ανάβασις, Ευρωπαίοι εξ ανάγκης ή εκ πεποιθήσεως;’’ οι μεταρρυθμίσεις είναι αποδεκτές όταν αφορούν τους άλλους, μη αποδεκτές όμως όταν θίγουν ή ξεβολεύουν εμάς τους ίδιους.
Του Κώστα Χριστίδη*
Ήδη από τον 16ο αιώνα ο Μακιαβέλλι είχε παρατηρήσει ότι ο μεταρρυθμιστής ηγέτης χάνει σε δημοτικότητα γιατί το ‘’κόστος’’ μίας αλλαγής καθίσταται αμέσως αντιληπτό ενώ το όφελος εμφανίζεται στο μέλλον, ενίοτε με σημαντική χρονική υστέρηση. Γενικότερα, κάθε μεταρρύθμιση δημιουργεί κερδισμένους και χαμένους.
Η ζημία μίας σωστής μεταρρύθμισης αφορά λίγους, το όφελος πολλούς. Οι λίγοι συνειδητοποιούν την ζημία τους και εναντιώνονται με σφοδρότητα στην μεταρρύθμιση ενώ οι πολλοί που ωφελούνται, συνήθως αδρανούν, ίσως γιατί τα οφέλη κατανέμονται σε πολλούς και, όπως προαναφέρθηκε, προκύπτουν με χρονική υστέρηση.
Η ελληνική κοινωνία αισθάνεται ιδιαίτερα ανασφαλής σε σχέση με αλλαγές και μεταρρυθμίσεις. Η φαινομενικά βολική αδράνεια, που την υποθάλπουν οι πολυάριθμοι ‘’βολεμένοι’’ (insiders), όπως ιδιοτελείς πολιτικοί, κρατικοδίαιτοι επιχειρηματίες, ασύδοτοι συνδικαλιστές, υποαπασχολούμενοι δημόσιοι υπάλληλοι, λαϊκίζοντα ΜΜΕ κ.α., οδήγησε στα σημερινά αδιέξοδα.
Για την υπερνίκηση αυτής της αδράνειας απαιτείται κατάλληλη διαχείριση (reform management) που συνίσταται στην ανάλυση των αιτίων που επιβάλλουν κάθε μεταρρύθμιση, δημιουργία και επικοινωνία ενός οράματος, προσήλωση και επιμονή στους στόχους, δημιουργία συνασπισμού των ωφελουμένων και πρόνοια με μεταβατικές διατάξεις για τους ζημιούμενους, ταχεία υλοποίηση των πρώτων ‘’μικρών νικών’’, σταθεροποίηση των μεταρρυθμίσεων που πραγματοποιήθηκαν και σχεδιασμός / υλοποίηση των επόμενων με αδιάκοπους ρυθμούς.
Καταστρεπτική επίδραση για την πορεία μίας μεταρρύθμισης έχει η μη εφαρμογή της, παρά την ψήφισή της. Ας παραθέσουμε ένα χαρακτηριστικό αν και όχι πολύ γνωστό παράδειγμα.
Ο Ν. 4048/2012 αναφέρει ‘’αρχές καλής νομοθέτησης’’, όπως: απλότητα και σαφήνεια των ρυθμίσεων, αποφυγή αντιφατικών ρυθμίσεων, διαφάνεια, λογοδοσία, ασφάλεια δικαίου, αποτελεσματικότητα των μέτρων μέσα από την συνεκτίμηση των συνεπειών τους (‘’ανάλυση συνεπειών ρυθμίσεων’’) – και μετά την νομοθέτηση, προσπάθεια κωδικοποίησης και απλούστευσης υφιστάμενων κανόνων καθώς και αξιολόγηση των αποτελεσμάτων από την εφαρμογή τους. Προβλέπεται μέχρι και σύσταση Γραφείου Καλής Νομοθέτησης στην Γενική Γραμματεία της Κυβέρνησης. Ατυχώς, ο μεταρρυθμιστικός αυτός νόμος, όπως και πολλοί άλλοι, δεν έχει υλοποιηθεί στην πράξη.
Γενικότερα, οι ανολοκλήρωτες μεταρρυθμίσεις που μένουν στα χαρτιά (half – baked reforms τις ονομάζουν οι Αμερικανοί) όχι μόνο δεν αποδίδουν τα προσδοκόμενα οφέλη, αλλά θέτουν σε ανυποληψία τις μεταρρυθμίσεις συνολικά, όπως κάθε μη εφαρμοζόμενος νόμος κλονίζει τον σεβασμό προς την έννομη τάξη και επομένως είναι πολύ προτιμότερο να μην ψηφίζεται ευθύς εξ αρχής.
Η προσήλωση της επόμενης κυβέρνησης στους μεταρρυθμιστικούς της στόχους θα είναι καθοριστικός παράγων επιτυχίας.
*Νομικός – Οικονομολόγος