Οι δυσκολίες της οικονομίας στην Ευρωζώνη “ενισχύουν την τάση θεσμικών επενδυτών για αναζήτηση αποδόσεων σε ένα κλίμα σχετικής βεβαιότητας. Και αυτό ευνοεί τα ελληνικά ομόλογα που μπορούν με όρους αγοράς να τα προσφέρουν προς το παρόν και τα δύο…”. Στην εκτίμηση αυτή καταλήγουν στελέχη της αγοράς ομολόγων από τον κύκλο των primary dealers του ΟΔΔΗΧ, στα οποία απευθύνθηκε το Capital.gr για να ερμηνεύσει τη βελτίωση της θέσης των τίτλων του ελληνικού δημοσίου τα τελευταία 24ωρα.
Ο τίτλος του δεκαετούς (έχει ήδη εξαντλήσει ένα έτος διάρκειας) λήξης 30/1/2028 βλέπει την απόδοσή του να υποχωρεί στο 3,76%. Δηλαδή στα χαμηλότερα επίπεδα από τις αρχές του 2018 και σχεδόν στα χαμηλά των τελευταίων 13 ετών, ήτοι δύο χρόνια πριν ξεσπάσει η κρίση του 2008, όταν για το ελληνικό χρέος δεν είχαν ακουσθεί οι απειλές Μέρκελ – Σαρκοζί από τις δηλώσεις στην Ντοβίλ…
Σύμφωνα με τους ίδιους κύκλους το ελληνικό δημόσιο “θα έχει καλά νέα και από τις εκθέσεις αξιολόγησης στα τέλη του μήνα, παρά τις επιφυλάξεις που θα τις συνοδεύουν και εκτός απροόπτου δεν θα υπάρξει οριστικό πρόβλημα με την επιστροφή των Anfas από τις κεντρικές τράπεζες…”.
Η εκτίμηση αυτή δεν προέρχεται από την “γνώση” της εκτίμησης της ομάδας Κοστέλο όσο αφορά τη δεύτερη αξιολόγηση της ενισχυμένης εποπτείας – για την οποία πράγματι υπάρχουν σοβαρές επιφυλάξεις σε πολλά από τα προαπαιτούμενα – αλλά “από την βεβαιότητα ότι η Συμφωνία των Πρεσπών αποτελεί ένα “συμβάν” κλειδί στις αποφάσεις της Ευρωζώνης τουλάχιστον στην τρέχουσα συγκυρία…”.
Το κλίμα αυτό αναμένεται να επιβεβαιωθεί στο Eurogroup της 11ης Μαρτίου, στο οποίο ακόμα και αν η Έκθεση της Κομισιόν διατηρήσει μέχρι την τελική της μορφή τις σημερινές επιφυλάξεις, πράγμα που θεωρείται μάλλον απίθανο, “θα υπάρξουν μεταβατικές ρυθμίσεις οι οποίες θα επιτρέπουν στην Ελλάδα να εκταμιεύσει τις επιστροφές από τα Anfas και SMP’s έστω και με σχετική καθυστέρηση….”.
Ανάλογο αναμένεται να είναι και το περιβάλλον από τις εκκρεμότητες που αφορούν στο μηχανισμό απομείωσης (APS) των κόκκινων δανείων στις τράπεζες, ο οποίος έχει ατύπως ήδη γίνει αντικείμενο εξέτασης από την DGComp, αλλά επισήμως θα κατατεθεί αυτές τις ημέρες, αν δεν έχει ήδη γίνει αυτό σήμερα.
Από την πλευρά του ΥΠΟΙΚ και του ΟΔΔΗΧ η επιθυμία και ο σχεδιασμός όσο αφορά την επόμενη έκδοση ομολόγου συγκεντρώνεται σε δύο εναλλακτικές κινήσεις.
Η πρώτη αφορά την έκδοση δεκαετούς ομολόγου με επιτόκιο που θα κινείται σε ένα φάσμα τιμών που να ανταποκρίνεται στις προσδοκίες των αγορών, ήτοι γύρω και χαμηλότερα του 4%. Αυτό αναμένεται να έχει γίνει μέχρι τα μέσα Μαρτίου.
Με δεδομένο ότι το ελληνικό χρέος βρίσκεται σε μία ρύθμιση η οποία προβλέπει την επανεξέταση της βιωσιμότητάς του το 2032 και την παρέμβαση για την διασφάλισή της εάν και εφόσον κριθεί ότι χρειάζεται, η διάρκεια της δεκαετίας διαθέτει και τις προσδοκώμενες αποδόσεις και επάρκεια ασφάλειας.
Η δεύτερη εκδοχή συνδέεται με το ενδεχόμενο στο διάστημα της πρόθεσης έκδοσής του να υπάρξουν ξαφνικές αναταράξεις στις αγορές – κυρίως από την πλευρά της Ιταλίας – και να αυξηθούν και πάλι κατακόρυφα οι αποδόσεις των ελληνικών ομολόγων.
Στην περίπτωση αυτή και ανάλογα με την αξιολόγηση της Moody’s (1/3/2019) θα κριθεί ανάλογα με την συγκυρία, αν θα επιχειρηθεί μια χαμηλότερης διάρκειας έκδοση (επταετής, νέο πενταετές), ή θα μεσολαβήσει μια περίοδος εκδόσεων μικρότερης διάρκειας (12, 18, 24, 36μηνη) που θα αντικαταστήσουν μέρος του βραχυπρόθεσμου δανεισμού (έντοκα), που έτσι κι αλλιώς θα πρέπει να μειωθεί μέσα στο 2019 πολύ χαμηλότερα από τα 15 – 16 δισ. που είναι σήμερα.