Παγίδα για τον εμπορικό κόσμο και τις πολύ μικρές επιχειρήσεις στήνει η κυβέρνηση. Με το θετικό μέτρο της δια νόμου αύξησης του κατώτατου μισθού προκαλεί ένα «δημιουργικό χάος» στην αγορά, εξυπηρετώντας ιδιαίτερα τόσο τους δανειστές όσο και τους μεγάλους οικονομικούς ομίλους.
Ευρωπαϊκές πηγές που μας μίλησαν δήλωναν έκπληκτοι αλλά όχι ανήσυχοι από την απόφαση του Μαξίμου για αύξηση του κατώτατου μισθού κατά 11%. «Δεν μας είχαν προϊδεάσει για κάτι τέτοιο», αναφέρουν χαρακτηριστικά, «αλλά δεν είναι πρόβλημα», αναφέρει το protothema. Και εξηγούν:
«Η απόφαση της κυβέρνησης υπερβαίνει και τις προτάσεις της επιτροπής των 5 καθηγητών που μιλούσαν για αυξήσεις 5%-10%. Βραχυπόθεσμα, πάντως, η αύξηση του κατώτατου μισθού σημαίνει και αύξηση των ασφαλιστικών εισφορών στον ΕΦΚΑ. Κι αυτό είναι χρήσιμο για το ασφαλιστικό σύστημα, ειδικά από τη στιγμή που δεν κόπηκαν οι συντάξεις».
Πράγματι, μια ψύχραιμη ανάγνωση δείχνει ότι το κέρδος των 140 ευρώ μεικτά μηνιαίως για νέους έως 25 ετών ή τα 64 ευρώ για τους άνω των 25 που αμείβονται με τον κατώτατο μισθό δεν θα φτάσουν ολόκληρα στην τσέπη των εργαζομένων, αλλά τα 17-37 ευρώ από αυτά θα καταλήγουν στον ΕΦΚΑ.
Θεωρούν δηλαδή ότι το κράτος, αντί να επιβάλει μια νέα εισφορά στις επιχειρήσεις, προωθεί έναν νέο κοινωνικό πόρο υπέρ του ασφαλιστικού, της τάξεως των 200-450 ευρώ ανά εργαζόμενο που αμείβεται με τον κατώτατο μισθό – ειδικά αν δικαιούται και έξτρα τριετίες ή οικογενειακά επιδόματα. Με αυτόν τον τρόπο θα καλύψει το ελλειμματικό ισοζύγιο υποαμειβόμενων εργαζομένων και συνταξιούχων χωρίς να αναμένει πότε θα αυξηθεί η απασχόληση για να επιτευχθεί μια υγιής σχέση. Παραβλέπουν, όμως, τον κίνδυνο έξαρσης στην ημιαπασχόληση και την υποκατάσταση (στα χαρτιά) της πλήρους εργασίας από τη μερική.
Απ’ όσα περισσεύουν για τους εργαζομένους, άλλα 8-15 ευρώ θα μπαίνουν αυτομάτως στα κρατικά ταμεία, ως ΦΠΑ, για όσα θα καταναλώνουν από την πρώτη κιόλας συναλλαγή, ενώ από τα υπόλοιπα 30-90 ευρώ που θα τους απομένουν κάθε μήνα το Δημόσιο προσδοκά να εισπράξει άμεσα έσοδα από πληρωμές παλαιών οφειλών ή για τρέχοντες φόρους που δεν θα τα εισέπραττε ποτέ αλλά θα κατέληγαν στα ληξιπρόθεσμα, όπως ο ΕΝΦΙΑ ή τα τέλη κυκλοφορίας, ειδικοί φόροι κατανάλωσης στα καύσιμα κ.λπ.