Το «έδαφος» για την ηλεκτρονική τήρηση των βιβλίων από επαγγελματίες και επιχειρήσεις, σαν αναγκαίο βήμα προς την έλευση του ηλεκτρονικού τιμολογίου, καλλιεργεί πλέον η Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων, η οποία έχει εκ του ρόλου της την ευθύνη να προτείνει λύσεις και μέτρα προς την εκάστοτε κυβέρνηση, για την καλύτερη είσπραξη των φόρων.
Μιλώντας δημόσια στο συνέδριο των Δελφών, ο διοικητής της ΑΑΔΕ κύριος Γιώργος Πιτσιλής έδειξε ότι είναι στις σκέψεις του ένα σχέδιο για να τηρούνται στο μέλλον ηλεκτρονικά τα βιβλία των επιτηδευματιών, αναφέρει το protothema.
Όπως ανέφερε ο ίδιος, «πρέπει να σκεφτούμε ακόμα και ένα κομμάτι που λέγεται εξυπηρέτηση του πολίτη, γιατί και αυτό βοηθάει τη συμμόρφωση. Πολλές φορές η συμμόρφωση είναι δύσκολη για αυτόν που θέλει να συμμορφώνεται. Σε δύο γραμμές να πω και μια ιδέα που δεν είναι πολύ ώριμη ακόμα, αλλά μιας που βρισκόμαστε σε ένα χώρο ανταλλαγής σκέψεων, εγώ θα την πω. Μιλάμε για ηλεκτρονική τιμολόγηση. Πρέπει να την προχωρήσουμε; Κατά τη γνώμη μου είναι μισή η σκέψη αυτή αν δεν συνδυαστεί και με την ηλεκτρονική τήρηση βιβλίων. Η πληροφορία πρέπει να παράγεται μια φορά και όχι τρείς και τέσσερις, όπως παράγεται σήμερα. Να απλοποιήσουμε αυτή τη διαδικασία για τον πολίτη, ακόμα και για τη μικρή και για τη μεσαία επιχείρηση, για να αισθανθεί ότι κερδίζει από τη συμμόρφωση σε χρόνο και σε χρήμα και κερδίζουμε και εμείς».
Όπως ανέφερε για τις αλλαγές στην φορολογική διοίκηση στη χώρα μας, «περνάμε πολύ γρήγορα από την εποχή της μη πληροφορίας, στην εποχή της τεράστιας πληροφορίας, στην εποχή του big data. Και εδώ είναι και η μεγάλη πρόκληση για εμάς, γιατί το μέλλον έρχεται με ταχύτητα επάνω μας, να αναπτύξουμε πολύ γρήγορα την τεχνογνωσία για να μπορέσουμε να αξιοποιήσουμε αυτή την πληροφορία, να κάνουμε το λεγόμενο data mining και σωστή στόχευση ελέγχου. Αυτό λοιπόν απαιτεί μια τεράστια επένδυση και σε ανθρώπινο δυναμικό και σε υποδομές». Στο πλαίσιο αυτό εξήγγειλε την πρόσληψη 100 στελεχών πληροφορικής.
Ιδιαίτερη αναφορά έκανε επίσης στα αποτελέσματα της οικειοθελούς συμμόρφωσης. Ήταν το τρίτο αντίστοιχο πρόγραμμα που εφαρμόστηκε τα τελευταία δέκα χρόνια και το οποίο, όπως ανέφερε, «παρά τους βαρείς μάλλον ή τους όχι και τόσο ευνοϊκούς συντελεστές και σίγουρα πολύ λιγότερο ευνοϊκούς από τα δύο προηγούμενα (θυμίζω 3% ήταν το πρώτο σχήμα και 8% το δεύτερο), απέφερε περίπου 800 εκατ. ευρώ» και «πάνω από τα μισά από αυτά φαίνεται να μην προήλθαν από ελέγχους, από εντολές ελέγχων, αλλά από φορολογούμενους οι οποίοι οικειοθελώς ήρθαν και πλήρωσαν. Έχουμε βέβαια και εκεί ακόμα πάρα πολύ δουλειά».
Είπε επίσης πως “είναι αλήθεια ότι υπάρχει υπερφορολόγηση, το παραδέχθηκε χθες εδώ σε αυτή την αίθουσα ο Πρωθυπουργός. Νομίζω όμως ότι πρέπει να πούμε και μια άλλη αλήθεια, ότι η φράση «η φοροδιαφυγή είναι το εθνικό σπορ των Ελλήνων», δεν είναι φράση της δεκαετίας του 2010, είναι φράση προηγούμενων δεκαετιών, όπου η φορολογία ήταν σαφώς χαμηλότερη”.
Τόνισε πάντως ότι «πρέπει να ξαναδούμε το θέμα των φορολογικών συντελεστών, της φορολογικής πίεσης, αλλά δεν είναι μόνο αυτό. Oυσιαστικά πρέπει να καλλιεργήσουμε την κουλτούρα. Να φύγουμε από την κουλτούρα της αυτοδικίας, του δεν πληρώνω, φεύγω, κρύβομαι, μεταφέρω πλασματικά την έδρα μου γιατί οι φόροι είναι δυσβάστακτοι και να πάμε στην κουλτούρα της λογοδοσίας, ότι πληρώνω αυτά που μου αναλογούν και απαιτώ αυτά να χρησιμοποιούνται με σωστό και διαφανή τρόπο».