Μετά την παταγώδη αποτυχία του σοσιαλισμού να παράγει πλούτο προς ευρεία διανομή, οι μεγάλοι «αναμορφωτές» της εποχής μας προτείνουν τις δίαιτες και τους λιτούς τρόπους ζωής ως μέσα… ευτυχίας.
Η λογική της βιομηχανικής επανάστασης και της οικονομίας της αγοράς, όπως αυτή περιγράφεται από τους νεοκλασσικούς οικονομολόγους, την αυστριακή σχολή και έναν μεγάλο εκπρόσωπό της τον Λούντβιχ φον Μίζες, είναι η μαζική παραγωγή, για να μπορούν οι πολλοί να καταναλώνουν αυτά που πριν 250 χρόνια κατανάλωναν οι λίγοι.
Του Αθ. Χ. Παπανδρόπουλου
«…Το χαρακτηριστικό γνώρισμα του νεότερου καπιταλισμού είναι μαζική παραγωγή αγαθών που προορίζονται να καταναλωθούν από τις μάζες. Το αποτέλεσμα είναι μια τάση προς τη συνεχή βελτίωση του μέσου βιοτικού επιπέδου, προς έναν σταδιακό πλουτισμό των πολλών.
Ο καπιταλισμός αποπρολεταριοποιεί τον “μέσο άνθρωπο” και τον ανυψώνει στην κοινωνική θέση του “αστού”.
Στην αγορά μιας καπιταλιστικής κοινωνίας, ο μέσος άνθρωπος είναι ο κυρίαρχος καταναλωτής, του οποίου η αγοραστική δραστηριότητα, ή η αποχή του από αυτή, καθορίζει τι πρέπει να παράγεται και σε ποια ποσότητα και ποιότητα.
Σε αυτήν ακριβώς την άνοδο του πλήθους συνίσταται η ριζοσπαστική κοινωνική αλλαγή που επέφερε η Βιομηχανική Επανάσταση.
Όλοι εκείνοι οι υποτελείς που σε όλες τις προηγούμενες ιστορικές περιόδους αποτελούσαν τις ορδές των δούλων και των δουλοπάροικων, των άπορων και των ζητιάνων, έγιναν το αγοραστικό κοινό για την εύνοια του οποίου πασχίζουν οι επιχειρηματίες.
Είναι οι πελάτες που “έχουν πάντα δίκιο”, oι τακτικοί αγοραστές που έχουν τη δύναμη να κάνουν τους φτωχούς προμηθευτές πλούσιους και τους πλούσιους προμηθευτές φτωχούς.
Στον ιστό μιας οικονομίας της αγοράς που δεν σαμποτάρεται από τα γιατροσόφια των κυβερνήσεων και των πολιτικών, δεν υπάρχουν μεγαλόσχημοι και προύχοντες να κρατούν υποταγμένο τον λαουτζίκο, να εισπράττουν φόρους και τέλη, και να διασκεδάζουν επιδεικτικά, ενώ οι δουλοπάροικοι είναι υποχρεωμένοι να αρκούνται στα ψίχουλα.
Το σύστημα του κέρδους κάνει πλούσιους τους ανθρώπους εκείνους που έχουν καταφέρει να πληρούν τις ανάγκες του λαού με τον καλύτερο δυνατό και τον φθηνότερο τρόπο.
Ο πλούτος μπορεί να αποκτηθεί μόνο με την εξυπηρέτηση των καταναλωτών. Οι καπιταλιστές χάνουν τα κεφάλαιά τους ευθύς μόλις αποτύχουν να τα επενδύσουν στους τομείς όπου ικανοποιούν όσο το δυνατόν καλύτερα τις απαιτήσεις του κοινού.
Σε ένα καθημερινά επαναλαμβανόμενο δημοψήφισμα στο οποίο κάθε δεκάρα δίνει δικαίωμα ψήφου, οι καταναλωτές ορίζουν ποιος πρέπει να κατέχει και να διοικεί τα εργοστάσια, τα μαγαζιά και τα αγροκτήματα.
Ο έλεγχος των υλικών μέσων παραγωγής είναι μια κοινωνική λειτουργία που υπόκειται σε επικύρωση ή ανάκληση από τους κυρίαρχους καταναλωτές.
Αυτό ακριβώς σημαίνει η νεότερη έννοια της ελευθερίας. Κάθε ενήλικος είναι ελεύθερος να διαμορφώνει τη ζωή του σύμφωνα με τα δικά του σχέδια. Δεν είναι αναγκασμένος να ζει σύμφωνα με το πρόγραμμα μιας αρχής σχεδιασμού που επιβάλλει το ένα και μοναδικό της σχέδιο με την αστυνομία…».
Αυτά και άλλα πολλά έγραφε το 1956 ο φον Μίζες στο περιεκτικό βιβλίο του «Η αντικαπιταλιστική νοοτροπία» (Εκδόσεις Παπαδοπουλος) και στην ουσία έφερνε στο προσκήνιο τα αίτια της αποτυχίας του σοσιαλισμού και της υπερχρέωσης του κρατισμού.
Σήμερα είναι παγκοσμίως γνωστό ότι όλα τα συστήματα «υπαρκτου σοσιαλισμού» κατέρρευσαν, αφήνοντας πίσω τους εκατομμύρια νεκρούς και εξαθλιωμένους ανθρώπους, αλλά πάμπλουτα μέλη των κατά τόπους κομμουνιστικών κομμάτων ή αυταρχικών …καθεστώτων τύπου Μαδούρο στη Βενεζουέλα.
Στη Δύση όμως, η αμετανόητη στρατοπεδική αριστερά και όχι η σοσιαλδημοκρατία, μπροστά στην πρακτική αποτυχία – τραγωδία των οραμάτων της, για να υπονομεύσει τα σημερινά φιλελεύθερα και δημοκρατικά καθεστώτα, από τη μια μεριά βάλλει κατά της κατανάλωσης, από την άλλη συνδέει την ευτυχία με λιτούς τρόπους ζωής και τέλος καλλιεργεί φθόνο και μίσος κατά της ατομικής δημιουργίας και προκοπής. Και πολύ σωστά πράττει.
Η στρατοπεδικη αριστερά δεν θέλει απέναντι της ανθρώπους ελεύθερους, δημιουργικούς,ικανούς να πάρουν τη ζωή στα χέρια τους. Θελει μονον υποτακτικούς και άβουλους που θα τους ταΐζει με φούμαρα, υποσχέσεις καιοραματα της συμφοράς.
Υπό αυτές τις συνθήκες, η αναφορά του πρωθυπουργού μας στην «ολιγαρκή αφθονία» την ώρα που 3 εκατομμύρια πεινασμένοι έχουν εγκαταλείψει τη Βενεζουέλα του «φίλου» Ν. Μαδούρο, είναι πλήρης μηνυμάτων, για όσους έχουν στοιχειώδη κριτικη ικανότητα να συλλάβουν την πραγματικότητα.
Και αυτή η τελευταία, πολύ καλά μας λέει ότι η Ελλάδα έχει μπει πια στην οδό της φτωχοποίησης, γιατί κάποιοι επιθυμούν να παραμείνουν καρφωμένοι στις καρέκλες τους.
Η χώρα, χωρίς επενδύσεις, χωρίς παραγωγικό δυναμισμό, με πολύτιμο ανθρώπινο δυναμικό να φεύγει και με προιουσα κοινωνική ιζηματοποιηση να την απειλεί, ήδη βρίσκεται στο περιθωριο των κοσμογονικών εξελίξεων που διαμορφώνουν την εποχή μας.
Και κάποιοι βέβαια την θέλουν και λιτή γιατί αυτό βολεύει την εξουσια τους.