Το ότι όλο και λιγότεροι Ευρωπαίοι προσπαθούν να ζήσουν σύμφωνα με τις θρησκευτικές διδασκαλίες δεν ακυρώνει αιώνες ταύτισης των χριστιανικών αξιών με την πολιτική και την ιστορία της Ευρώπης.
Τι μένει από τον χριστιανισμό στη σημερινή Ευρώπη; To 2004, ο Ζακ Σιράκ απέρριψε την αναφορά περί κοινής χριστιανικής παράδοσης στο σχέδιο του ευρωπαϊκού συντάγματος (το οποίο δεν επικυρώθηκε στο δημοψήφισμα του 2005).
Της Σώτης Τριανταφύλλου*
Το επιχείρημά του ήταν η θρησκευτική ουδετερότητα των ευρωπαϊκών κρατών, αλλά ο Σιράκ είχε, δευτερευόντως, δίκιο και ως προς ότι η «κοινή χριστιανική παράδοση», η οποία περιλαμβάνει σχίσματα και πολυαίμακτους πολέμους μεταξύ των πιστών, δεν είναι ακριβώς κοινή. Όμως, η αντιπαράθεση μεταξύ Καθολικών και Προτεσταντών έχει χαθεί στην αχλή του χρόνου κι όσο για την Ορθοδοξία κανείς στην Ευρώπη δεν παίρνει στα σοβαρά την εχθρότητά της έναντι των δυτικών εκκλησιών.
Στις δεκαετίες 1960-1970, ο εναλφαβητισμός και η επακόλουθη επανάσταση των ηθών οδήγησαν σε απο-χριστιανοποίηση: η καινούργια ανθρωπολογία επικεντρώθηκε στην ατομική ελευθερία και σκόρπισε την αμφιβολία με αποτέλεσμα να μειωθεί το μέγεθος του εκκλησιάσματος.
Οι ηθικές, νομικές και φιλοσοφικές αρχές της Ευρώπης δεν προέρχονταν πια από τις εκκλησίες: η επιδίωξη της επίγειας ευτυχίας αντικατέστησε την έγνοια για το Επέκεινα. Μαζί με την εξασθένιση της θρησκείας υποχώρησαν οι δεισιδαιμονίες: αν και πολλοί άνθρωποι παραμένουν ανορθολογικοί, η επιστήμη απέκτησε μιαν αξιοπιστία που δύσκολα μπορεί να χάσει.
Και παρ’ όλ’ αυτά, είναι δίκαιο να θεωρούμε τον χριστιανισμό «κοινή παράδοση» της Ευρώπης, θεμελιωμένη στον ακόμη αρχαιότερο ιουδαϊσμό. Το ότι όλο και λιγότεροι Ευρωπαίοι προσπαθούν να ζήσουν σύμφωνα με τις θρησκευτικές διδασκαλίες δεν ακυρώνει αιώνες ταύτισης των χριστιανικών αξιών με την πολιτική και την ιστορία της Ευρώπης.
Από την εποχή των Συνθηκών της Βεστφαλίας ο αυτοκράτορας απέκτησε περισσότερη εξουσία από τον Πάπα, αλλά ο αυτοκράτορας ήταν και παρέμεινε προϊόν του χριστιανισμού για πάνω από τρεις αιώνες.
Μέχρι το 1970 η χριστιανική θρησκεία όριζε την εκπαίδευση και τον τρόπο ζωής: δεν επιτρεπόταν να λεχθεί και να συμβεί τίποτα που να μην το εγκρίνει ένας καλός paterfamilias.
Οι χριστιανικές αξίες ενέπνεαν (και σε μερικές χώρες όπως η δική μας συνεχίζουν να εμπνέουν) ακόμα και τους «άθεους»: τα κομμουνιστικά κόμματα στήριζαν τον θεσμό της οικογένειας και κήρυσσαν τη σεξουαλική εγκράτεια, τον ασκητισμό, την αυταπάρνηση και την αυτοθυσία.
Στη διάρκεια των κινημάτων αμφισβήτησης του 1960-1970, οι κομμουνιστές έφριξαν από την έκλυση των ηθών όσο και οι χριστιανοί. Εξάλλου, πολλοί πέρασαν από τη χριστιανική ιεραρχία και μονολιθικότητα στην κομμουνιστική: τα παπαδοπαίδια έγιναν σταλινικοί. Ο χριστιανισμός, μαζί με τη μυθολογία, την εικονοποιία και την προσωπολατρία του, παρέμεινε θεμελιώδης πολιτισμικός παράγοντας ανεξάρτητα από τη θρησκευτική πίστη.
Το αίτημα του ύστερου 2οού αιώνα ήταν «ό,τι θέλω πρέπει να συμβεί»: η ικανοποίηση των επιθυμιών μου με κάνει ευτυχισμένο. Η σημερινή ευρωπαϊκή (ακρο)δεξιά που προβάλλει συντηρητικές θέσεις (αν και οι «συντηρητικές» θέσεις δεν διακρίνονται πια τόσο εύκολα από τις «προοδευτικές» ή τις «επαναστατικές») διεκδικεί τις χριστιανικές της ρίζες: όχι μέσω της πίστης, αλλά μέσω των αξιών.
Η ευρωπαϊκή δεξιά, εκτός από τους Καθολικούς στην Πολωνία, σπανίως αναφέρεται ανοιχτά στον χριστιανισμό. Ο ΓκέερτΒίλντερς στην Ολλανδία και η ΜαρίνΛεπέν στη Γαλλία είναι μάλλον φιλελεύθεροι ως προς τα κοινωνικά δικαιώματα, ο ΜαττέοΣαλβίνι είναι συντηρητικός (αντιφεμινιστής ας πούμε), ενώ η ΜαριόνΜαρεσάλΛεπέν καλεί πράγματι σε επιστροφή στον Καθολικισμό.
Η επίκληση του χριστιανισμού γίνεται σε αντιπαράθεση με το Ισλάμ, το οποίο εκπροσωπεί τον πιο οπισθοδρομικό πειρασμό, αλλά επίσης σε αντιπαράθεση με τους «αθέους» που δήθεν απειλούν την πατρίδα και την οικογένεια. Όταν οι χριστιανοδημοκράτες ίδρυσαν, μαζί με τους σοσιαλδημοκράτες, την ενωμένη Ευρώπη ήταν χριστιανοί, με τον τρόπο τους -αλλά, από τότε που το ισλάμ έγινε πιο απειλητικό κινήθηκαν μάλλον προς τη εκκοσμίκευση παρά προς τον χριστιανισμό.
Στις ευρωπαϊκές χώρες (εκτός από την Ελλάδα), η εκκλησία προσπαθεί να προσαρμοστεί στους μοντέρνους καιρούς για να μη χάσει το ισχνό της εκκλησίασμα. Όμως, συχνά, οι εκπρόσωποί της ξεχνούν την τακτική του ήπιου προσηλυτισμού και ξεστομίζουν τις αληθινές μισογυνικές, ομοφυλοεχθρικές, υπερπατριωτικές και μισαλλόδοξες πεποιθήσεις τους. Ή, σε μερικές περιπτώσεις, τις «χριστιανικές» πεποιθήσεις περί οικουμενικής αγάπης που ξενίζουν τον σύχρονο άνθρωπο: μετά την τρομοκρατική επίθεση στο CharlieHebdo, ο Πάπας Φραγκίσκος δήλωσε ότι «δεν είναι Charlie» εφόσον η βλασφημία είναι έτσι κι αλλιώς απαράδεκτη.
Συνέχισε τις δηλώσεις εναντίον των δικαιωμάτων που αναγνωρίζονται σε ολόκληρη την αποχριστιανοποιημένη Ευρώπη: αντισύλληψη, άμβλωση, αποδοχή της ομοφυλοφιλίας, δικαίωμα των ομοφυλοφίλων στην οικογένεια και τα τοιαύτα. Ο Πάπας υπενθυμίζει με γλυκό ύφος τι πρεσβεύει ο χριστιανισμός: όχι ότι είναι πολλοί οι Ευρωπαίοι που πιστεύουν στο αλάθητό του…
Σύμφωνα με την πιο πρόσφατη έρευνα της Eurostat το 71% των Δυτικοευρωπαίων αυτοχαρακτηρίζονται χριστιανοί (υπό την ευρεία έννοια), 24% άθρησκοι και 5% μουσουλμάνοι.
Στην Πορτογαλία, την Ιταλία, την Αυστρία και την Ιρλανδία το ποσοστό των χριστιανών φτάνει το 80%, ενώ στο Βέλγιο, στη Νορβηγία, στην Ολλανδία και τη Σουηδία είναι μικρότερο από 56%. Στην Ελλάδα το 81,4% «αισθάνονται» χριστιανοί ορθόδοξοι, ενώ το 70% δηλώνουν πίστη στον Θεό (της Βίβλου; Δεν ξέρουμε, ίσως δεν ξέρουν ούτε οι ίδιοι).
Το 18% εκκλησιάζεται τουλάχιστον μια φορά τον μήνα. Το 3% δεν πιστεύει στην ύπαρξη Θεού ή άλλης ανώτερης πνευματικής δύναμης: υποθέτω ότι το ποσοστό αυτό αντιστοιχεί στους αγωνιστικά «άθεους» και αντικληρικαλιστές -οι αγνωστικιστές δεν δηλώνουν άθρησκοι και συνήθως αποδέχονται τη χριστιανική ορθοδοξία ως μέρος της κουλτούρας τους.
Ο ισλαμικός κοινοτισμός και η «ριζοσπαστικοποίηση» του ισλάμ στην Ευρώπη δεν φαίνεται να ενεργοποιεί τον χριστιανικό φανατισμό: η αντιπαράθεση διαμορφώνεται μεταξύ εκκοσμίκευσης (αθεΐας και εκκοσμικευμένου χριστιανισμού) και εξισλαμισμού.
Στη χώρα μας το ζήτημα της θρησκευτικής ουδετερότητας δεν τίθεται ποτέ στα σοβαρά: ίσως κανένα ζήτημα να μην τίθεται στα σοβαρά. Καθώς δυσπιστούμε έναντι της Ευρώπης -μια λέσχη χριστιανών, πρώην χριστιανών, αγνωστικιστών και αθρήσκων- προτιμάμε μια λέσχη που έχει μόνο ένα μέλος• εμάς.
*Συγγραφέας