Σε ολόκληρη την Ευρώπη, οι μάσκες πέφτουν πλέον. Η άκρα δεξιά και η άκρα αριστερά συμπλέουν, μιλάνε την ίδια γλώσσα και σε τελική ανάλυση έχουν τους ίδιους στόχους, ήτοι, το κλείσιμο και την περιχαράκωση των κοινωνιών.
Του Αθαν. Χ. Παπανδρόπουλου
Ανέλπιστοι σύμμαχοί τους ο κορωνοϊός και η οικονομική κρίση, που ήδη βρίσκεται στα σκαριά λόγω της πανδημίας. Αυτή η εξέλιξη, ως φαίνεται, έχει μπερδέψει τον Αλέξη Τσίπρα, γιατί τώρα βλέπει να αλλάζουν τα εγχώρια πολιτικά δεδομένα.
Έως και τα μέσα Μαρτίου, κύριος στόχος του ήταν η διάλυση του Κινήματος Αλλαγής και ο διασυρμός επώνυμων στελεχών του, φιλικών το πάλαι ποτέ προς τον εκσυγχρονισμό του Κ. Σημίτη.
Σύμφωνα με πληροφορίες μας, τα στελέχη αυτά διέπονται από δομικά αντισύριζα αισθήματα και θεωρούν σκέτη απάτη ο Αλέξης Τσίπρας να φαντάζει ως ηγέτης μιας σύγχρονης κεντροαριστεράς. «Είναι τελείως ανίκανος να αναλάβει τέτοιο ρόλο, γιατί απλώς δεν του πάει, αλλά και δεν πιστεύει σε αυτόν», μας είπε κορυφαίο πρώην στέλεχος του εκσυγχρονιστικού ΠΑΣΟΚ.
Είναι προφανές έτσι ότι, όσο το ΚΙΝΑΛ αντέχει, τόσο μεγαλώνουν οι πιθανότητες διαρροής προς αυτό ψηφοφόρων του Σύριζα, που παλαιότερα ήσαν οπαδοί του ΠΑΣΟΚ. Και προς την κατεύθυνση αυτή, θετική είναι και η στάση του πρωθυπουργού.
Παρότι ο Κυριάκος Μητσοτάκης μετατοπίζεται προς το πολιτικό Κέντρο σε επίπεδο στελεχών και αφηγήματος, δεν δείχνει αυτή τη στιγμή να στοχεύει σε ενεργά στελέχη του κόμματος. Μια στρατηγική που θα ήταν casus belli για τη Χαριλάου Τρικούπη, καθώς οι σχέσεις των δύο ηγεσιών, μετά την εκλογή της Κατερίνας Σακελλαροπούλου, δείχνουν να έχουν βρει μια σχετική θεσμική ισορροπία.
Από την άλλη πλευρά, γεγονός είναι πως στο Κίνημα Αλλαγής αναγνωρίζουν ότι η βάση τους βλέπει θετικά τη διαχείριση της πανδημίας από τη σημερινή κυβέρνηση. Σ’ αυτή τη φάση επιδιώκουν να σταματήσουν τυχόν διαρροές προς τη ΝΔ, κρατώντας μια υπεύθυνη αντιπολιτευτική στάση. Κάνοντας, δηλαδή, έντονη αλλά στοχευμένη κριτική προς το Μέγαρο Μαξίμου, προσφέροντας εναλλακτικές λύσεις.
Στόχος δεν είναι το σύνολο του κεντρώου ακροατηρίου, αλλά η δημιουργία μιας γέφυρας με το προοδευτικό Κέντρο που επέλεξε Μητσοτάκη. Όταν το πεδίο της αντιπαράθεσης περάσει στην οικονομία, τότε ίσως βρουν πιο ευήκοα ώτα, γεγονός που ήδη τελεί υπό μελέτη.
Σημειώνεται πάντως πως στο ΚΙΝΑΛ, δεν είναι λίγοι αυτοί που πιστεύουν πως μπορούν να γίνουν ελκυστικοί στους μετριοπαθείς ψηφοφόρους του ΣΥΡΙΖΑ. Κατά την κεντροαριστερή ανάγνωση, η «θεσμική αντιπολίτευση» δεν δείχνει να ταιριάζει στον Αλέξη Τσίπρα. Με δεδομένο ότι το μεγαλύτερο ποσοστό αναποφάσιστων προέρχεται από εκεί, στόχος είναι να μην επιστρέψει ούτε να πάει απευθείας στη Ν.Δ.
Εξ αριστερών, πάντως, στο Κίνημα Αλλαγής έχουν να αντιμετωπίσουν δημόσιες επιθέσεις φιλίας, αλλά και μια διαδικασία προσέγγισης στελεχών που δεν έχει σταματήσει.
Οι προσκλήσεις Τσίπρα απαντήθηκαν από τη Γεννηματά, ενώ σε πρόσφατη επιτελική σύσκεψη επιβεβαιώθηκε η στρατηγική της αυτόνομης πορείας. Τα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ, πάντως, φαίνεται πως «τρώνε πόρτα» και όταν επιχειρούν πιο υπόγειες επαφές: όταν επικαλούνται παλιές γνωριμίες, εισπράττουν τα σχετικά «όχι», ενώ και ο Πάνος Σκουρλέτης, που φέρεται να προσεγγίζει τηλεφωνικώς στελέχη του κόμματος σε διάφορες οργανώσεις, τυγχάνει παρόμοιας αντιμετώπισης.
Σε κάθε περίπτωση, οι δημοσκοπήσεις και το πρόσφατο εκλογικό αποτέλεσμα δείχνουν μια σταθερή συνθήκη: ο βασικός πυρήνας των ψηφοφόρων του Κινήματος Αλλαγής έχει ακόμα έντονα αντί – ΣΥΡΙΖΑ αντανακλαστικά.
Εδώ, λοιπόν, έρχεται και κολλάει ο ρόλος της συντηρητικής «Εστίας». Η εφημερίδα του Γ. Φιλιππάκη, μ’ ένα σμπάρο θέλησε να πιάσει δύο τρυγόνια.
Από τη μια, να διασύρει επώνυμα στελέχη του ΚΙΝΑΛ και από την άλλη να συσπειρώσει ακροδεξιά και αντιμητσοτακικά στελέχη της ΝΔ. Αυτά τα τελευταία εξάλλου θα είναι πλέον και ο μόνιμος στόχος του Σύριζα, αν ο Κυριάκος Μητσοτάκης, ενόψει δραματικής οικονομικής κρίσης, δεν αποφασίσει να προχωρήσει σε πρόωρες εκλογές.