Χωρίς προσωρινή σύνταξη, θα μένουν οι οφειλέτες του ΟΑΕΕ εκτός αν σπεύσουν να πληρώσουν προκειμένου η οφειλή να πέσει κάτω από τα 20.000 ευρώ.
Ωστόσο, όπως διευκρινίζει εγκύκλιος του οργανισμού παρέχεται ενημέρωση και διευκολύνσεις που προβλέπουν παρακράτηση από την οριστική σύνταξη ώστε να μη χαθεί το δικαίωμα είσπραξης προσωρινής σύνταξης.
Σύμφωνα με την εγκύκλιο σε περίπτωση που ο υποψήφιος συνταξιούχος, οφείλει από ασφαλιστικές εισφορές πάνω από 20.000 ευρώ, τότε είναι δυνατή η χορήγηση της προσωρινής σύνταξης με παρακράτηση της οφειλής από εισφορές από την οριστική σύνταξη και όχι από την προσωρινή.
Σε περίπτωση που εκτός από ασφαλιστικές εισφορές οφείλεται και ποσό από αναγνωρίσεις χρόνων, αθροιστικά οι οφειλές δεν μπορεί να υπερβαίνουν το ανώτατο όριο παρακράτησης, όπως αυτό ορίζεται από τις διατάξεις αρθρ. 21 ν. 4337/2015 (δηλαδή ποσό 14.202 €, το οποίο μετά τις επιβαρύνσεις και τα πρόσθετα τέλη δεν υπερβαίνει τις 20.000 €).
Εφόσον το υπερβαίνει, ο υποψήφιος συνταξιούχος θα ενημερώνεται ότι προκειμένου να χορηγηθεί προσωρινή σύνταξη, θα πρέπει η οφειλή να περιοριστεί στο παρακρατούμενο όριο το προβλεπόμενο από την παραπάνω διάταξη.
Το ποσό το οποίο θα καταβάλλεται θα αφαιρείται από το ποσό της οφειλής από ασφαλιστικές εισφορές και το υπόλοιπο της οφειλής από εισφορές θα παρακρατείται σε μηνιαίες δόσεις από την οριστική σύνταξη. Η οφειλή από αναγνωρίσεις θα παρακρατείται από την προσωρινή σύνταξη σύμφωνα με τα οριζόμενα στην αρ. 20/2016 εγκύκλιο.
Παράδειγμα: Έστω ασφαλισμένος του ΟΑΕΕ έχει συνολική οφειλή 22.200 € από τα οποία 15.000 από εισφορές και πρόσθετα τέλη και 7.200 από αναγνώριση χρόνου (μηνιαία δόση 300 €).
Για την χορήγηση προσωρινής σύνταξης, θα πρέπει ο ασφαλισμένος να καταβάλει το ποσό των 2.200 € ώστε η συνολική οφειλή να περιοριστεί στις 20.000 €.
Από την προσωρινή σύνταξη θα παρακρατείται το ποσό της δόσης από αναγνώριση (300 €), ενώ με την έκδοση της οριστικής απόφασης θα οριστεί τόσο η παρακράτηση σε δόσεις του ποσού των 12.800 (15.000 – 2.200 = = 12.800) από εισφορές, όσο και η συνέχιση των δόσεων από αναγνώριση, μέχρις εξοφλήσεως.
Διευκρινήσεις δίνονται με άλλη εγκύκλιο και για το δικαίωμα αναγνώρισης χρόνου αποδεδειγμένης άσκησης επαγγελματικής δραστηριότητας υπακτέας στα πρώην Ταμεία ΤΕΒΕ, ΤΑΕ, ΤΣΑ, πριν την εγγραφή στα μητρώα ασφαλισμένων προκειμένου να θεμελιωθεί συνταξιοδοτικό δικαίωμα λόγω γήρατος με τις αυξημένες χρονικές προϋποθέσεις.
Για την εξόφληση του ποσού εξαγοράς η διάταξη ορίζει ότι το ποσό της εξαγοράς θα πρέπει να έχει εξοφληθεί κατά την ημερομηνία υποβολής της αίτησης συνταξιοδότησης.
Ωστόσο επειδή εντοπίστηκαν περιπτώσεις κατά τις οποίες οι ασφαλισμένοι έχουν υποβάλει αίτημα αναγνώρισης χρόνου πριν την εγγραφή και στη συνέχεια υποβάλουν συνταξιοδοτικό αίτημα χωρίς να έχουν εξοφλήσει το ποσό της εξαγοράς, η διοίκηση του ΟΑΕΕ διευκολύνει τους ασφαλισμένους διευκρινίζοντας:
Αν η σχετική Πράξη Αναγνώρισης δεν έχει εκδοθεί και γνωστοποιηθεί για λόγο που ανάγεται στην διοικητική διαδικασία και όχι σε βούληση ή παράλειψη του ενδιαφερόμενου, τότε στα πλαίσια των αρχών της χρηστής διοίκησης και της καλής πίστης του διοικούμενου – ο υποψήφιος συνταξιούχος θα ενημερώνεται εγγράφως και με απόδειξη από το Τμήμα Συντάξεων ότι προκειμένου να χορηγηθεί η σύνταξη από τότε που δικαιούται, θα πρέπει το ποσό εξαγοράς να εξοφληθεί ως το τέλος του επόμενου μήνα παραλαβής του εγγράφου αυτού. Διαφορετικά, η σύνταξη θα καταβληθεί από τον επόμενο μήνα της εξόφλησης (απώλεια αναδρομικών συντάξεων).
Το ίδιο ισχύει για τις περιπτώσεις υποβολής του αιτήματος αναγνώρισης ταυτόχρονα με το συνταξιοδοτικό αίτημα. Ομοίως, αν κατά την υποβολή του συνταξιοδοτικού αιτήματος έχει ήδη εκδοθεί η Πράξη Αναγνώρισης και καταβάλλονται οι δόσεις κανονικά, ο υποψήφιος συνταξιούχος θα ενημερώνεται εγγράφως και με απόδειξη από το Τμήμα Συντάξεων ότι προκειμένου να χορηγηθεί η σύνταξη από τότε που δικαιούται, θα πρέπει το υπολειπόμενο ποσό εξαγοράς να εξοφληθεί ως το τέλος του επόμενου μήνα παραλαβής του εγγράφου.
Τα παραπάνω δεν ισχύουν σε περίπτωση υποβολής αίτησης αναγνώρισης χρόνου προ εγγραφής μετά την υποβολή του συνταξιοδοτικού αιτήματος, διότι ανάλογος χειρισμός, θα παραβίαζε οπωσδήποτε την προαναφερόμενη ρητή διάταξη του νόμου.
Οι περιπτώσεις που έχουν τυχόν κριθεί ήδη διαφορετικά ως προς την ημερομηνία έναρξης της σύνταξης θα πρέπει να αναθεωρηθούν είτε αυτεπάγγελτα από τις αρμόδιες υπηρεσίες, όπου αυτό είναι εφικτό, είτε ύστερα από αίτηση – όχληση του ενδιαφερόμενου.
Με τρίτη εγκύκλιο αποσαφηνίζονται τα ποσοστά σύνταξης χηρείας που δικαιούνται ο επιζών σύζυγος και τα τέκνα με το προηγούμενο καθεστώς καθώς και τι αλλαγές επέρχονται με το νόμο Κατρούγκαλου.
Ειδικότερα ορίζεται ότι το ποσό σύνταξης επιμερίζεται ως εξής:
α) Για τον επιζώντα σύζυγο 50% της σύνταξης, για την τριετία από την πρώτη του επομένου του θανάτου μήνα. Για την συνέχιση ή μη της συνταξιοδότησης του επιζώντος συζύγου μετά την πάροδο της τριετίας θα επανέλθουμε με νεότερες οδηγίες.
Σε περίπτωση θανάτου συνταξιούχου λόγω γήρατος, ο οποίος είχε συνάψει γάμο μετά την απονομή της σύνταξης, το προαναφερόμενο ποσοστό του 50% που δικαιούται ο επιζών σύζυγος ενδέχεται να περιορίζεται περαιτέρω και επίσης θα δοθούν αναλυτικές οδηγίες με νεότερο έγγραφό μας.
β) Για κάθε παιδί ποσοστό 25% της σύνταξης. Αν πρόκειται για παιδί ορφανό και από τους δύο γονείς το παραπάνω ποσοστό διπλασιάζεται, εκτός αν το ορφανό παιδί δικαιούται σύνταξη και από τους δύο γονείς, οπότε το ποσοστό της δικαιούμενης σύνταξης δεν διπλασιάζεται.
Το συνολικό ποσό της κατά μεταβίβαση σύνταξης του επιζώντος συζύγου και των τέκνων σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να υπερβαίνει το ποσό της σύνταξης του θανόντος . Σε περίπτωση που το άθροισμα των ποσοστών των δικαιούχων υπερβαίνει το ποσό της σύνταξης του θανόντος περιορίζεται ισόποσα το ποσοστό των τέκνων.