Πριν 28 χρόνια ακριβώς οι Δημήτρης Στεργίου και Αντώνης Κεφαλάς κατέγραφαν στο περιοδικό την μεγάλη λεηλασία της περιόδου 1981-1989
Του Αθαν. Χ. Παπανδρόπουλου
Μετά από επτά χρόνια δικτατορίας και άλλα επτά καραμανλικής διακυβέρνησης, ήταν εύλογο ο Ανδρέας Παπανδρέου και ο ευρύτερος χώρος που εκπροσωπούσε να διψούν για εξουσία.
Έτσι, τον Οκτώβριο του 1981 το ΠΑΣΟΚ, επτά χρόνια μετά την ίδρυσή του, ανέβαινε στην εξουσία για να εκσυγχρονίσει την Ελλάδα (που από την 1η Ιανουαρίου 1981 ήταν ήδη μέλος της δεκαμελούς ευρωπαϊκής οικογένειας), αλλά και για να την μετασχηματίσει κοινωνικά και οικονομικά με βάση θεωρίες που ήδη έχουν συντριβεί από την πραγματικότητα.
Αναφορικά με τους λόγους της ανόδου του ΠΑΣΟΚ στη εξουσία έχουν γραφτεί πολλές και εξόχως ενδιαφέρουσες αναλύσεις (Ν. Μουζέλης, Γ. Βούλγαρης, Τ. Παππάς, Σπ. Παπασπηλιόπουλος, κ.α.).
Συγκρατώ, ωστόσο, την πιο περιεκτική από αυτές, την οποία είχε διατυπώσει ο φίλος και συνάδελφος στον Οικονομικό Ταχυδρόμο (ΟΤ) Σπήλιος Παπασπηλιόπουλος στις 7 Δεκεμβρίου 1995: «Γενικά, το ΠΑΣΟΚ ήλθε στην εξουσία γιατί εκμεταλλεύθηκε με τον καλύτερο τρόπο τα μετεμφυλιακά αδιέξοδα της ελληνικής κοινωνίας, που τα ενέτεινε η ανακοπή των ελπίδων που δημιούργησε ο Ανένδοτος και η σύντομη διακυβέρνηση από την Ένωση Κέντρου με την επιβολή μίας μπουφωνικής στρατιωτικής δικτατορίας», έγραφε ο Σπ. Παπασπηλιόπουλος –ο οποίος θεωρούσε το ΠΑΣΟΚ «αρχηγικό κόμμα το οποίο δεν είχε καμμία σχέση με τον ευρωπαϊκό δημοκρατικό σοσιαλισμό και την ιστορία του».
Στην εκδοχή Παπασπηλιόπουλου θα προσθέταμε ότι το Κίνημα του Αν. Παπανδρέου, με κάποιες εξαιρέσεις στο εσωτερικό του (Κώστας Σημίτης, Θοδ. Πάγκαλος, Γιάννης Αλευράς, Γιάννης Ποττάκης, Αποστ. Κακλαμάνης και Γιάννης Χαραλαμπόπουλος), ήταν καιροσκοπικό και χρησιμοποιούσε εντελώς απατηλά μία μαρξιστογενή ρητορική για να κλείσει τον δρόμο στο ΚΚΕ και την ξύλινη γλώσσα του.
Μέσα σε παρόμοιο περιβάλλον, καιροσκοπική αλλά και πέρα για πέρα καταστροφική υπήρξε η οικονομική πολιτική του Κινήματος την εποχή της παντοδυναμίας του. Την εποχή αυτή, σε μίνι αφιέρωμα του ΟΤ, οι Δημήτρης Στεργίου και Αντώνης Κεφαλάς την χαρακτηρίζουν «λεηλασία» και την αποκαλούν «ακρίδειον άγος».
Έτσι, στις 14 Σεπτεμβρίου 1989, επί κυβερνήσεως Τζαννή Τζαννετάκη, στο κύριο άρθρο του ΟΤ ο Δημήτρης Στεργίου μεταξύ άλλων γράφει:
«Την περασμένη Τρίτη 5 Σεπτεμβρίου 1989, όλος σχεδόν ο ελληνικός λαός που παρακολουθούσε από την τηλεόραση την συζήτηση στην Βουλή για την κατάσταση της εθνικής οικονομίας, σίγουρα θα συγκλονίστηκε από τις συνταρακτικές αποκαλύψεις κυρί8ως των κυβερνητικών αγορητών.
Γιατί, για πρώτη φορά αποκαλύφθηκε, ιδιαίτερα από την τεκμηριωμένη ομιλία του υπουργού Εθνικής Οικονομίας κ. Γιώργου Σουφλιά, από την συγκροτημένη αγόρευση του υπουργού Οικονομικών κ. Αντώνη Σαμαρά και τα μαστιγωτικά στοιχεία του υπουργού Βιομηχανίας, Ενέργειας και Τεχνολογίας κ. Μιχάλη Παπακωνσταντίνου, όχι μόνον η χρεοκοπία της οικονομίας μας αλλά και η τραγική ηθική χρεοκοπία, το ηθικό Βατερλώ, της κοινωνίας μας.
»Αλλά, από την συζήτηση αυτή στην Βουλή καταδείχθηκε παράλληλα η απογύμνωση της δημαγωγίας, σφυροκοπήθηκε ανελέητα ο κενός πολιτικός λόγος, συντρίφθηκε η νέα απέλπιδα προσπάθεια για ωραιοποίηση της οικονομικής και κοινωνικής εικόνας, ραπίσθηκε, μαζί με το βδελυρό ήθος και ύφος της εξουσίας, και η ανειλικρινής συμπεριφορά της στην ενημέρωση και έγινε καταγέλαστη η κούφια ξύλινη γλώσσα.
Και αυτό ισχύει περισσότερο για τον πρώην υπουργό Οικονομικών κ. Δημ. Τσοβόλα, ο οποίος, στην προσπάθειά του να εντυπωσιάσει πάλι και να αποπροσανατολίσει, τα έδωσε πάλι όλα και ησύχασε.
Μάλιστα, ο κ. Τσοβόλας, επαναλαμβάνοντας την γνωστή τακτική του, έφθασε στο σημείο να αποκαλεί …ανειλικρινείς τους άλλους αγορητές που τον σφυροκοπούσαν, όπως “είπε ο γάϊδαρος τον πετεινό κεφάλα”!
Γιατί, όπως γνωρίζουν οι αναγνώστες μας, ο κ. Τσοβόλας θα περάσει στην δημοσιονομική ιστορία της χώρας ως ο πλέον ανειλικρινής υπουργός Οικονομικών, ο οποίος μέχρι την τελευταία στιγμή μάς διαβεβαίωνε σχεδόν πάντοτε ότι ο πάντα σχεδόν αναξιόπιστος κρατικός προϋπολογισμός του εκτελείται κανονικά, όπως τον ψήφισε η Βουλή.
Το ίδιο προσπάθησε να κάνει την περασμένη Τρίτη και στην Βουλή, αρά τα αποστομωτικά στοιχεία της απογραφής που παρουσίασε ο υπουργός Οικονομικών και που μάς έδιναν μιαν υπέρβαση των ελλειμμάτων μόνον του Γενικού Κρατικού Προϋπολογισμού κατά περίπου 500 δισεκατομμύρια δραχμές!
»Πέρα από τις διαπιστώσεις αυτές, εκείνο που πρέπει να υπογραμμίσουμε από την συζήτηση στην Βουλή για την οικονομική κατάσταση της χώρας είναι ακόμα ότι αναδύθηκε για πρώτη φορά η ελπίδα ότι θα ικανοποιηθεί επιτέλους το παλλαϊκό αίτημα για γενική κάθαρση.
Ότι, δηλαδή, η κάθαρση δεν θα περιορισθεί στο “Κοσκώτειον άγος”, αλλά θα επεκταθεί και στο “ακρίδειον άγος” που ταλανίζει όλη σχεδόν την ελληνική οικονομία και κοινωνία.
Διότι τα συνταρακτικά στοιχεία των κ.κ. Σουφλιά και Σαμαρά, και ιδιαίτερα του κ. Παπακωνσταντίνου, δεν αφήνουν πια καμμία αμφιβολία ότι επί ΠΑΣΟΚ “έπεσε ακρίδα” στην εθνική οικονομία που απομυζούσε ανελέητα τους εθνικούς και δανειακούς πόρους, ότι σπείρα λωποδυτών και επιρρεπών σε οικονομικά εγκλήματα υπανθρώπων λυμαινόταν τον κρατικό επιχειρηματικό χώρο, ότι ομάδες τυχάρπαστων και κλεφτών δρούσαν ανενόχλητα στο ξέφραγο αμπέλι της οικονομίας μας με μία νοοτροπία που θεωρούσε για πάντα δικό τους τσιφλίκι το ολοένα (για δήθεν δογματικούς λόγους) εξαπλούμενο κράτος.
»Γίνεται φανερό, και μάλιστα από τις επικλήσεις του κ. Παπακωνσταντίνου για επέμβαση όχι εισαγγελέα αλλά εισαγγελέων, ότι το παλλαϊκό αίτημα για γενική κάθαρση, που είχε ριχθεί από όλες τις κυβερνήσεις του ΠΑΣΟΚ στο καλάθι των αχρήστων, θα ενταχθεί σε λίγο στην διαδικασία που έχει προωθηθεί για όλα τα γνωστά μέχρι τώρα σκάνδαλα.
Γιατί η ηθική χρεοκοπία και η σήψη της κοινωνίας μας δεν εντοπίζεται μόνον στο σκάνδαλο Κοσκωτά. Η σήψη αυτή, που είναι βαθειά, απλώς ακτινογραφήθηκε από το σκάνδαλο του αιώνα και τα άλλα για τα οποία έχει ήδη επιληφθεί η Βουλή και διαπιστώνεται καθημερινά από χιονοστιβάδα καταγγελιών και πολλά άλλα που τείνουν να συνθλίψουν την ελληνική οικονομία.
»Ο ΟΤ έγκαιρα είχε επισημάνει την ανάγκη αυτή για γενική κάθαρση, ιδιαίτερα στο τεύχος της 24ης Νοεμβρίου 1988, με την ευκαιρία της συζήτησης που πραγματοποιήθηκε τότε στην Βουλή για το σκάνδαλο Κοσκωτά.
Ας μάς επιτρέψουν οι αναγνώστες να αναδημοσιεύσουμε τα κυριότερα σημεία του άρθρου αυτού, του οποίου όλο το περιεχόμενο δικαιώθηκε τώρα από τα ενδεικτικά στοιχεία που έφερε στο φως η συζήτηση, με την ελπίδα ότι θα ληφθούν μέτρα για την πρόληψη και καταστολή της απομύζησης των εθνικών κεφαλαίων και την τιμωρία των εναγών.
Συγκεκριμένα, στο άρθρο αυτό αναφέρονταν μεταξύ άλλων τα ακόλουθα:
*Θεαματική αύξηση της φορολογίας και των φορολογικών εσόδων, με παράλληλη αύξηση των δημοσίων ελλειμμάτων.
*Καταθλιπτική φορολόγηση των Ελλήνων (με εντυπωσιακή αύξηση των άμεσων και έμμεσων φόρων), χωρίς να έχει γίνει στο διάστημα αυτό κανένα σχεδόν αναπτυξιακό ή παραγωγικό έργο ή έργο υποδομής στην χώρα μας.
*Συνέχιση της προβληματικότητας στο Ισοζύγιο Πληρωμών, παρά την εφαρμογή του γνωστού διετούς προγράμματος λιτότητας που απέβλεπε και στην εξυγίανσή του.
*Διατήρηση του πληθωρισμού σε υψηλά επίπεδα, παρά την προκλητική διεθνή συγκυρία και το διετές πρόγραμμα σταθεροποίησης της οικονομίας που, όπως είναι γνωστό, ποτέ δεν προσέγγισε τους στόχους που είχαν τεθεί κατά την επιβολή του τον Οκτώβριο 1985.
*Ανησυχητική διόγκωση του εξωτερικού χρέους της χώρας μας, χωρίς να δικαιολογείται από κανένα μεγάλο έργο ή επένδυση που να έγινε στην χώρα μας και που απαιτούσε την χρηματοδότηση των δαπανών σε συνάλλαγμα.
*Διάθεση δεκάδων δισεκατομμυρίων δραχμών από τον Κρατικό Προϋπολογισμό και το τραπεζικό σύστημα για την συντήρηση, διατήρηση και το κυριότερο εξυγίανση προβληματικών επιχειρήσεων, που δεν έγινε ποτέ μέχρι σήμερα.
*Διεύρυνση των ελλειμμάτων πολλών δημόσιων επιχειρήσεων και οργανισμών, παρά τις αυξήσεις των τιμολογίων τους, τα χαμηλά επίπεδα παροχής υπηρεσιών που είναι κυρίως αποτέλεσμα της μη προώθησης του εκσυγχρονισμού, που απαιτεί την προώθηση αναγκαίων επενδύσεων».
Αυτά έγραφε ο ΟΤ και, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις του, την οκταετία 1981-1989 η οικονομία είχε υποστεί συνολική ζημιά 70 δισεκατομμυρίων δολλαρίων και πλέον, είχε χάσει την παραγωγική της δύναμη και κυριολεκτικά είχε κατασπαταλήσει κοινοτικές επιδοτήσεις πάνω από 40 δισεκατομμύρια ευρώ σημερινής αξίας.
Έγραφε έτσι ο συνάδελφος Αντώνης Κεφαλάς στο ίδιο τεύχος του ΟΤ, υπό τον τίτλο Δάνεια χωρίς αντίκρυσμα, εγγυήσεις χωρίς φειδώ, τρωκτικά χωρίς έλεος:
«Δεν υπάρχουν αρκετά μελανά χρώματα για να σκιαγραφήσει κανείς την ελληνική οικονομία που άφησε το ΠΑΣΟΚ τον Ιούνιο του 1989. Συνοπτικά:
»Το δημόσιο χρέος στέκεται στα 7 τρισεκατομμύρια δραχμές περίπου, χωρίς να υπολογίσουμε τα δάνεια που έχουν συνάψει, χωρίς τελειωμό, οι ΔΕΚΟ. Επειδή το ελληνικό Δημόσιο δεν έχει την δυνατότητα να πληρώσει τις εγγυήσεις που έχει δώσει και επειδή οι ΔΕΚΟ δεν έχουν επίσης την παραμικρή δυνατότητα να εξοφλήσουν τα 2,5 τρισεκατομμύρια δραχμές σε δάνεια που έχουν πάρει με την εγγύηση του Δημοσίου, υποχρεωτικά το ποσόν αυτό των 2,5 τρισεκατομμυρίων πρέπει να προστεθεί στο δημόσιο χρέος.
»Αποτέλεσμα της κατάστασης αυτής είναι ότι σήμερα, στο β’ εξάμηνο του 1989, το δημόσιο χρέος της Ελλάδας βρίσκεται στο ύψος των 9,5-10 τρισεκατομμυρίων δραχμών, ποσό που αναλογεί στο 109%-115% του Ακαθάριστου Εγχωρίου Προϊόντος (ΑΕΠ) της χώρας. Για να καταλάβουμε τί σημαίνει αυτό, αναλογιστείτε το εξής: αν έπρεπε να ξεπληρώσουμε το χρέος αυτό τώρα, όλοι μαζί, θα ήταν απαραίτητο να δουλέψουμε για έναν χρόνο και 55 ημέρες και να μην φάμε, να μην πιούμε, να μην καταναλώσουμε τίποτα απολύτως, να μην επενδύσουμε ούτε μία δραχμή.
Τα χάλια στα οποία βρισκόμαστε γίνονται ακόμα περισσότερο κατανοητά αν συνειδητοποιήσουμε ότι, στην συντριπτική πλειοψηφία των κρατών μελών του Οργανισμού Οικονομικής Συνεργασίας και Αναπτύξεως (ΟΟΣΑ), η σχέση του ακαθάριστου δημόσιου χρέους προς το ΑΕΠ είναι της τάξης τού 50%.
»Δύο μόνον χώρες, το Βέλγιο και η Ιρλανδία, ξεπερνούν το 100 και δύο ακόμα, η Ιταλία και η Ολλανδία, το πλησιάζουν. Το σημαντικό, όμως, είναι ότι και στις τέσσερις αυτές χώρες, η προοπτική είναι για σταθεροποίηση του ύψους του δημόσιου χρέους. Στην Ελλάδα συμβαίνει ακριβώς το αντίθετο και αυτός είναι ένας από τους φαύλους κύκλους που περιέγραψε ο κ. Σαμαράς. Τα έσοδα δεν φτάνουν για να καλύψουν τις δαπάνες, χωρίς τα χρεωλύσια του δημόσιου χρέους.
Έτσι, το πρωτογενές έλλειμμα αυξάνει και, όσο συμβαίνει αυτό, το συνολικό δημόσιο χρέος αυξάνει επίσης».
Μετά από αυτά που προηγούνται, θα πρέπει να βρίσκεται κανείς σε κατάσταση κρίσιμης διανοητικής αναπηρίας για να μην καταλαβαίνει τί έχει συμβεί στην χώρα, ποια είναι τα βαθύτερα αίτια της κακοδαιμονίας της και γιατί πολύ δύσκολα θα βγει από την εντατική στην οποία βρίσκεται εδώ και οκτώ χρόνια…