Σε λίγες ημέρες, ίσως και μεσοβδόμαδα, θα αρχίσει να ξεδιπλώνεται μια αλληλουχία από κρίσιμα γεγονότα και ραντεβού όχι μόνο με τους δανειστές αλλά και με το εσωτερικό της κυβέρνησης και του εκλογικού της σώματος.
Οι θεσμοί δεν τοποθετούνται δημοσίως για την πορεία του μνημονίου, αν και περιμένουν -σύμφωνα με πληροφορίες- πρόοδο στα δεκάδες προαπαιτούμενα και βασικά παραδοτέα των δύο αξιολογήσεων του φθινοπώρου: Αυτής που θα οδηγήσει στην εκταμίευση των 2,8 δισ. ευρώ αλλά και της δεύτερης μεγάλης αξιολόγησης που θα ακολουθήσει και είναι σε άμεση συνάφεια με τις αποφάσεις για το ΔΝΤ και για το χρέος.
Οι θεσμοί, σύμφωνα με «μήνυμα» που έδωσαν στην κυβέρνηση πριν φύγουν για διακοπές, πέρα από το Μεσοπρόθεσμο (το οποίο, όπως προανήγγειλε ο ΥΠΟΙΚ Ευκλείδης Τσακαλώτος, μεταφέρεται για τον Δεκέμβριο) ζητούν πρόοδο στα θέματα των αποκρατικοποιήσεων και της στελέχωσης του νέου υπερταμείου, αλλά και στο Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας, καθώς και στα μεγάλα μέτωπα των ειδικών μισθολογίων, του εργασιακού, των παρεμβάσεων στα επαγγέλματα και στις αγορές που πρέπει να έρθουν έως τον Σεπτέμβριο.
Παράλληλα, στο επίκεντρο τίθενται ο ρόλος του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου αλλά και η οριστικοποίηση των παρεμβάσεων στο χρέος, παρεμβάσεων που η κυβέρνηση έχει αναγάγει ως το όχημα με το οποίο ζητά χαμηλότερα πρωτογενή πλεονάσματα μετά το 2018, δηλαδή κάτω του 3,5% του ΑΕΠ (οι θεσμοί επιμένουν να μην ανοίξει το θέμα φέτος).
Το πρώτο κρίσιμο ραντεβού, έχει οριστεί για τις 29 Αυγούστου. Τότε έχει προγραμματιστεί να συνεδριάσει το ΕWG, το όργανο των επιτελών των υπουργών Οικονομικών της Ευρωζώνης με στόχο να τσεκάρει την πρόοδο του ελληνικού προγράμματος, να διαπιστώσει την πορεία των διαπραγματεύσεων επί των βραχυπρόθεσμων μέτρων του χρέους, αλλά και για να οριστικοποιήσει την κάθοδο των κλιμακίων των θεσμών στην Αθήνα. Μια κάθοδος που προ θερινών διακοπών είχε οριστεί στις 15 Σεπτεμβρίου και για το τέλος Οκτωβρίου.
Το EWG ουσιαστικά προετοιμάζει το πρώτο μεγάλο πολιτικό ραντεβού: τη σύνοδο των υπουργών Οικονομικών στις 9 Σεπτεμβρίου στην Μπρατισλάβα της σλοβακικής προεδρίας. Εκεί οι ΥΠΟΙΚ θα ζητήσουν από τον Έλληνα ομόλογό τους διασφαλίσεις ότι αυτή η αξιολόγηση θα ολοκληρωθεί χωρίς καθυστερήσεις και εντάσεις, ώστε να ασχοληθούν με τα μεγάλα μέτωπα του Brexit, των δημοσιονομικών προβλημάτων στην Ιβηρική, αλλά και το θέμα των τραπεζών.
Η ελληνική πλευρά, στο πρόσωπο του εκπροσώπου της υπουργού οικονομικών Ευκλείδη Τσακαλώτου, θα πρέπει να χωρέσει δύο καρπούζια στην ίδια μασχάλη. Και τούτο διότι την επόμενη ημέρα, ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας από το βήμα της ΔΕΘ θα πρέπει να απευθυνθεί στο εσωτερικό ακροατήριο έχοντας στα χέρια του υλικό για «παροχές».
Και το ίδιο ακριβώς σκηνικό θα επαναληφθεί έναν μήνα αργότερα: μετά το Eurogroup της 10ης Οκτωβρίου ακολουθεί το πάρα πολύ κρίσιμο συνέδριο του ΣΥΡΙΖΑ (στις 13 Οκτωβρίου).
Και μένει να φανεί πώς θα «χωρέσουν» στο ενδιάμεσο οι διαπραγματεύσεις με τους δανειστές στην Αθήνα, αλλά και η ολοκλήρωση των παρεμβάσεων που έχει υπογράψει η κυβέρνηση στο συμπληρωματικό μνημόνιο και χτυπούν άμεσα μέρος της κομματικής πελατείας της.
Αναφορικά με τα ανοικτά μέτωπα, η εναρμόνιση των ασφαλιστικών εισφορών, τα νέα τιμολόγια υψηλής τάσης της ΔΕΗ, οι πιθανές νομοθετικές παρεμβάσεις στην Ελληνική Υπηρεσία Πολιτικής Αεροπορίας, αλλά και η μεταβίβαση των μετοχών του ΟΤΕ στο ΤΑΙΠΕΔ είναι οι τέσσερις αστερίσκοι που έμειναν από την πρώτη αξιολόγηση του Ιουνίου.
Μαζί με άλλα μέτωπα που οι δανειστές θεωρούν σημαντικά (από τη διοίκηση του υπερταμείου και την εκδήλωση ενδιαφέροντος για την Εγνατία και τον διαγωνισμό για τη ΔΕΗ, έως τις αλλαγές στα διοικητικά συμβούλια των τραπεζών και του ΤΧΣ) απαρτίζουν τα 15 «διαρθρωτικά ορόσημα» που θα οδηγήσουν στην εκταμίευση της υποδόσης των 2,8 δισ. ευρώ.
Ακολουθούν ακόμη 26 «βασικά παραδοτέα» που θα πρέπει να είναι έτοιμα έως και τον Σεπτέμβριο για τη δεύτερη αξιολόγηση. Και αυτά περιλαμβάνουν από την ψήφιση του Μεσοπρόθεσμου, την τροποποίηση του θεσμικού πλαισίου των μη εξυπηρετούμενων δανείων, τις παρεμβάσεις επί των ειδικών μισθολογίων στο νέο μόνιμο σύστημα κινητικότητας, έως την αλλαγή του πλαισίου ομαδικών απολύσεων.