Σε δώδεκα ακριβώς ημέρες οι κυριολεκτικά διχασμένοι Βρετανοί θα κρίνουν με την ψήφο τους δύο πράγματα: το αν θα μείνουν ή όχι στην Ε.Ε., αλλά επίσης και το αν η Ε.Ε. θα μπορεί να συνεχίσει να αδιαφορεί για την επόμενη ημέρα της. Η S&P Global Ratings έφτιαξε έναν δείκτη, τον Brexit Sensitivity Index (BSI), και “μέτρησε” το ποιος θα πάθει τις μεγαλύτερες ζημίες.
Και τα αποτελέσματα είναι τουλάχιστον παράξενα. Τα κριτήρια που χρησιμοποίησε για να “μετρήσει” τις ζημίες ήταν οι συναλλαγές αγαθών και υπηρεσιών, η μετανάστευση, οι άμεσες και έμμεσες επενδύσεις και οι διασυνοριακές σχέσεις.
Η πρώτη σε ζημίες χώρα σε περίπτωση Brexit δεν είναι έκπληξη. Έκπληξη είναι όμως όλες όσες ακολουθούν.
Τη μεγαλύτερη ζημία αναμφίβολα θα την υποστεί η Ιρλανδία, της οποίας οι διασυνδέσεις -εμπορικές και ανθρώπινου δυναμικού- είναι οι μεγαλύτερες με τη Βρετανία.
Ακολουθούν όμως τρεις “μικρές” χώρες της Ευρωζώνης: η Μάλτα, το Λουξεμβούργο και η Κύπρος.
Οι δύο, Μάλτα και Κύπρος, έχουν ιστορικά συνδεδεμένες με τη Μ. Βρετανίαοικονομικές σχέσεις. Το Λουξεμβούργο, λόγω της θέσης του στις διεθνείς χρηματαγορές και το τραπεζικό σύστημα, διασυνδέεται σε υψηλό βαθμό με το Λονδίνο.
H αμέσως επόμενη οικονομία που θα υποστεί τις ζημίες από το Brexit εμφανίζεται να είναι η Ελβετία, της οποίας τόσο η χρηματοπιστωτική διασύνδεση όσο και η νομισματική (η ευάλωτη ισοτιμία στερλίνας-φράγκου) καθιστούν την οικονομία της την πλέον ευάλωτη.
Ακολουθούν δύο “μεσαίες” χώρες της Κεντρικής Ευρώπης, το Βέλγιο και η Ολλανδία, οι οποίες έχουν αναπτύξει κανάλια επικοινωνίας με τη βρετανική οικονομία σε πολλά επίπεδα. Ειδικά η Ολλανδία, στην οποία μεγάλο μέρος του ξένου πληθυσμού εργάζεται στη χώρα με μοναδική γλώσσα τα αγγλικά, έχει εξαιρετικά πυκνές σχέσεις σε χρηματοπιστωτικό επίπεδο, εμπορικό αλλά και άμεσων ξένων επενδύσεων (FDI).
Η Ισπανία, λόγω χρηματοπιστωτικών και επενδυτικών διασυνδέσεων, επίσης είναι ανάμεσα στις χώρες που θα “ακούσουν” τις ζημίες…
Οι άλλες μεγάλες οικονομίες, όπως για παράδειγμα η γερμανική και η γαλλική, εμφανίζονται πολύ χαμηλά στη “λίστα” του BSI της S&P. Και αυτό κατά τους ερευνητές της S&P δεν είναι παράδοξο γιατί οι οικονομίες αυτές ισοσκελίζουν τις “ζημίες” με “κέρδη” από την αποχώρηση της Βρετανίας.
Παρ’ όλα αυτά, και οι δύο αυτές χώρες εμφανίζονται να έχουν μαζί με το Λουξεμβούργο τη μεγαλύτερη επικοινωνιακή παρέμβαση υπέρ της παραμονής της Μ. Βρετανίας, αλλά για λόγους που δεν είναι άμεσα οικονομικοί.
Η αποχώρηση της Βρετανίας, σύμφωνα με τις αναλύσεις που βαραίνουν στα κυβερνητικά γραφεία στο Παρίσι και το Βερολίνο, δείχνουν με καθολικό τρόπο ότι το Brexit ισοδυναμεί με την έναρξη μιας περιόδου όπου οι πολιτικές και οικονομικές αστάθειες της Ε.Ε. δρομολογούν πολύ ισχυρότερες φυγόκεντρες δυνάμεις για το ευρωπαϊκό οικοδόμημα και το ευρώ.