Το 2021 η χώρα μας συμπληρώνει 200 χρόνια από την έναρξη του απελευθερωτικού αγώνα που οδήγησε στη δημιουργία του σύγχρονου ελληνικού κράτους.
Γράφει ο Ναπολέων Μαραβέγιας*
Μετά από 160 χρόνια γεμάτα ηρωικές στιγμές, διχασμούς, πραξικοπήματα, πτωχεύσεις, αναπτυξιακές προσπάθειες και σπουδαία επιτεύγματα, η Ελλάδα κατόρθωσε να γίνει πλήρες μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης το 1981. Έτσι, το 2021 η χώρα μας γιορτάζει ταυτόχρονα την έναρξη της Επανάστασης πριν από 200 χρόνια και την ένταξή της στην Ε.Ε. πριν από 40 χρόνια.
Προφανώς, ο αγώνας της ανεξαρτησίας αφορούσε στη δημιουργία του σύγχρονου κράτους μας και συνεπώς η επέτειος αυτή ξεπερνά αναμφισβήτητα σε σημασία κάθε άλλη επέτειο.
Όμως και η ένταξη της Ελλάδας στην Ε.Ε. είχε και έχει καίρια σημασία για το μέλλον της χώρας μας και πρέπει να γιορταστεί ανάλογα, καθώς σχεδόν ομόθυμα αναγνωρίζεται σήμερα η ορθότητα της επιλογής του τότε πρωθυπουργού Κωνσταντίνου Καραμανλή.
Η επέτειος των 40 χρόνων 1981- 2021 συμπίπτει με την έναρξη υλοποίησης του μεγάλου ευρωπαϊκού αναπτυξιακού προγράμματος ιστορικής σημασίας των 750 δισ. ευρώ, οποίο πρόσφατα πρότεινε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή και φαίνεται ότι θα συμβάλει ουσιαστικά στην ταχύτερη ενοποίηση της ΕΕ μετά την αποχώρηση της Βρετανίας.
Το πρόγραμμα αυτό ενισχύει γενναιόδωρα τον ευρωπαϊκό Νότο και ακόμα περισσότερο τη χώρα μας, καθώς η Ελλάδα θα εισπράξει 32 δισ. ευρώ, δηλαδή το 4,3% του συνολικού ποσού, ενώ συμμετέχει μόνο κατά το 1,3% στο ΑΕΠ της Ε.Ε. Υπολογίζεται ότι η χώρα στα επόμενα επτά χρόνια θα μπορούσε να αξιοποιήσει συνολικές ευρωπαϊκές ενισχύσεις της τάξης των 60 δισ. ευρώ.
Βεβαίως είναι γνωστό ότι η χώρα μας δεν έχει κατορθώσει να επενδύσει πλήρως αποδοτικά τα μεγάλα ποσά ευρωπαϊκών ενισχύσεων που εισέπραξε μετά την ένταξή της, που υπολογίζονται σε 160 δισ. ευρώ (1). Ωστόσο, παρότι η ελληνική γεωργία δεν κατόρθωσε να εκσυγχρονισθεί αρκετά, άλλαξε η μορφή της ελληνικής υπαίθρου μέσω της μεγάλης εισροής ευρωπαϊκών πόρων στη δεκαετία του ’80. Επίσης, κανείς δεν αρνείται τη μεγάλη συμβολή της ΕΕ στην κατασκευή των σύγχρονων υποδομών της χώρας στη δεκαετία του ’90 (αυτοκινητόδρομοι, αεροδρόμια, μετρό κ.ά.).
Η νέα προσπάθεια που αρχίζει με την αξιοποίηση των ευρωπαϊκών χρηματοδοτήσεων από το 2021, πρέπει να αποτελέσει μια νέα ευκαιρία. Το αναπτυξιακό σχέδιο που θα εκπονηθεί, πρέπει να εφαρμοσθεί με ταχύτητα και ευελιξία και να περιλαμβάνει κυρίως την ολοκλήρωση των βασικών υποδομών, την ανάπτυξη του εθνικού συστήματος υγείας, τον ριζικό εκσυγχρονισμό του εκπαιδευτικού συστήματος και την αναμόρφωση της Δημόσιας Διοίκησης και της απονομής Δικαιοσύνης. Η επένδυση στην ψηφιακή οικονομία, την πράσινη ανάπτυξη και τη νέα τεχνολογία προφανώς πρέπει να είναι προτεραιότητα.
Στόχος της νέας προσπάθειας πρέπει να είναι οι μεταρρυθμίσεις να δημιουργήσουν μια εξωστρεφή και διεθνώς ανταγωνιστική οικονομία και ένα σύγχρονο και ευέλικτο κράτος. Η εμπιστοσύνη που ενέπνευσε η κυβέρνηση στους Έλληνες πολίτες και στη διεθνή κοινότητα με την επιτυχημένη υγειονομική διαχείριση της πανδημίας θα μπορούσε να αποτελέσει βάση για τη νέα αναπτυξιακή δυναμική τα επόμενα χρόνια με τη συνδρομή της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
*καθηγητής Πολιτικής Οικονομίας στο Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών και πρώην υπουργός