Στην Ελλάδα, η αλλεργία με τον ορθολογικό οικονομικό σχεδιασμό είναι μεγάλη. Το χαρτί και το μολύβι, το σχέδιο, η ανάλυση κόστους οφέλους, μοιάζουν πολυτέλειες μπροστά στο αθάνατο ελληνικό “δαιμόνιο” – κατ εμέ, την μεγάλη γάγγραινα της φυλής μας.
Δρούμε σε καθεστώς περιορισμένης ορθολογικότητας, δυστυχώς όμως σχεδόν οι περισσότεροι είμαστε ανορθολογικοί συμμετέχοντες στην Οικονομία.
Του Ηλία Καραβόλια
Οι Έλληνες έχουμε υψηλά ποσοστά μόρφωσης στον πληθυσμό μας, ουδείς διαφωνεί με αυτό. Πολλοί απόφοιτοι πανεπιστημίων αλλά και αρκετοί αυτοδημιούργητοι επιχειρηματίες και ελεύθεροι επαγγελματίες συντηρούσαν ένα σχετικά “υγιές” σκηνικό στον ιδιωτικό τομέα που δυστυχώς δέχτηκε βαρύ χτύπημα και αναγκάζεται πλέον να ζεί υπο την σκιά του φαύλου,σπάταλου και φορομπηχτικού Κράτους. Μήπως όμως η ελληνική οικονομική καθημερινότητα δεν χαρακτηρίζεται μόνο απο την κρίση του Δημοσίου και των τραπεζών;
Μήπως στις δουλειές μας και στα σπίτια μας χρειάζεται να δούμε κάπως βαθύτερα, κάποιες ατομικές συμπεριφορές; Μήπως η έλλειψη οικονομικής παιδείας, αυτός ο σύγχρονος οικονομικός αναλφαβητισμός που διαπερνάει το κοινωνικό σώμα, είναι τοξικό φαινόμενο ίδιας έντασης με την κακοδαιμονία του αναποτελεσματικού Δημοσίου;
Άραγε πόσοι αυτοδημιούργητοι πετυχημένοι επιχειρηματίες( ας μην αναφερθούμε σε νεόκοπους) γνωρίζουν τι σημαίνει, σε καιρό κρίσης ειδικά, νεκρό σημείο στην επιχείρηση τους και υπερδανεισμός και πώς αυτά μπορεί να τους χτυπήσουν καμπανάκι; Μήπως νομίζουμε ότι ακούνε πάντα τους λογιστές και τους συμβούλους τους;
“Πώς να συμβουλευτώ έναν οικονομολόγο που δεν είναι πλούσιος ενώ ξέρει οικονομικά….”, άκουσα πρόσφατα να λέει κάποιος σε μια παρέα, κάνοντας το μόνιμο ελληνικό λάθος: να νομίζουμε ότι όποιος είναι μορφωμένος άνθρωπος και καταρτισμένος σε μια επιστήμη,δεν σημαίνει ότι είναι και χρήσιμος, καθ οτι στην Ελλάδα έξυπνος είναι μόνο αυτός που βγάζει λεφτά! Που να μιλήσεις και για κλασική μόρφωση και ατομική φιλοσοφία. Η νοοτροπία, κυρίως στις μικροαστικές κλειστές κοινωνίες του φθόνου και της μνησικακίας είναι του τύπου ”…αν τα γράμματα και τα βιβλία δεν σου φέρνουν φράγκα, τότε με τί ασχολείσαι καημένε…”.
Αλλά ας περιοριστούμε στην οικονομική κατάρτιση. Για την ακρίβεια στον σύγχρονο οικονομικό αναλφαβητισμό. Πόσοι Έλληνες άραγε γνώριζαν όταν υπέγραφαν το στεγαστικό τους δάνειο, ότι στο 1/3 του χρόνου αποπληρωμής του θα πλήρωναν τα 2/3 των συνολικών τόκων που είχαν συμφωνηθεί; Τι είναι το άληκτο κεφάλαιο και οι μή λογιτικοποιημένοι τόκοι που βλέπουν στα ενημερωτικά τςη τράπεζας; Πόσοι μπροστά στην “ανάγκη” απόκτησης στέγης είδαν τον μελλοντικό κίνδυνο μιας πιθανής πτώσης εισοδημάτων; (σημ: υποχρέωση και της τράπεζας φυσικά, που έπρεπε να “ασφαλίσει” τον δανειολήπτη απο πτώση εισοδήματος).
Πόσοι άραγε κατανοούν τί σημαίνει επιτόκιο 18% στην πιστωτική κάρτα και τί ποσό επιπλέον συνεπάγεται αυτό κάθε χρόνο; Θα μου πεί κάποιος ότι αυτά είναι απλά μαθηματικά που όλοι σχεδον τα κατέχουν. Και όμως, δεν είναι έτσι! Η χώρα μπορεί να έχει υψηλά ποσοστά μορφωμένων πολιτών, μπορεί να είμαστε λαός ευφυών και ικανών ανθρώπων, δυστυχώς όμως αρκετοί πάσχουν στα βασικά. Πολλοί Έλληνες ιιδρώνουν για να κατανοήσουν την διαφορά ποσού/ποσοστού.
Την διαφορά τόκου/επιτοκίου. Την κλασματική πραγματικότητα: του αριθμητή και του παρονομαστή και πότε η αύξηση του ενός ή/και η μείωση του άλλου, μεταβάλλουν το πηλίκο (αν αυτό δεν το μάθεις καλά στο σχολείο,τότε ευνόητο είναι να μην έχεις κατανοήσει γιατί αυξήθηκε ο δείκτης χρέος/ΑΕΠ) Και δεν είναι ότι δεν τα διδαχθήκαμε στα σχολεία. Αλλά ας αφήσουμε το παρελθόν, η εκπαίδευση ήταν διαφορετική. Σήμερα, δάσκαλοι και γονείς, στις δύσκολες συνθήκες της εποχής, κάνουν μεγάλη προσπάθεια να αντικαταστήσουν το διαδίκτυο,τα tablets και τα smartphones. Γιατί σε αυτά καταφεύγουν τα νέα παιδιά.
Ο “πραγματικός” τους δάσκαλος, είναι η Google, η Yahoo και άλλες μηχανές αναζήτησης. Εκεί γράφουν αυτό που ψάχνουν και παίρνουν απαντήσεις (μεταξύ μας,αυτό κάνουν και οι περισσότεροι ενήλικες…)Οικονομικά όμως δεν μαθαίνεις απο το internet. Καινοτομία, επιχειρηματικότητα, φορολογική και καταναλωτική συνείδηση, δεν μπορείς να διδαχθείς απο τα sites, χωρίς πρακτικό παράδειγμα, χωρίς να περάσεις απο το στάδιο της συναλλαγής.
Έχω την αίσθηση οτι εκτός των ανεύθυνων πολιτικών ηγεσιών μας που ρήμαξαν το Κράτος, η ελληνική κοινωνία άρχισε να χάνει την επαφή της με την κανονικότητα και τις ισορροπίες, την επαφή της με βασικές οικονομικές έννοιες που ρυθμίζουν την καθημερινότητα, μόλις καταργήθηκε η χορήγηση κουμπαρά σε κάθε μαθητή του Δημοτικού. Τότε, διδασκόμασταν ότι εκεί μπαίνει το περρίσευμα απο το χαρτζιλίκι, για να μαζέψουμε το ποσό που χρειάζεται και να ψωνίσουμε ένα ζευγάρι παππούτσια. “Να αποταμιεύετε”, μας έλεγαν οι δάσκαλοι, “…για να χτίσετε σπίτι όταν μεγαλώσετε, να πληρώσετε την εφορία, να πάτε ενα ταξίδι…”.
Η ημέρα της αποταμίευσης, ήταν η ημέρα που έπρεπε να κατανοήσουμε τις βασικές έννοιες, άσχετα αν ήμασταν παιδιά: αποταμίευση, δαπάνες, επένδυση. Μαθαίναμε ότι απο τα έσοδα αφαιρούμε τα έξοδα. Και ότι χωρίς έξοδα, δεν δημιουργείς έσοδα. Όπως επίσης, χωρίς να ψωνίσεις εσύ απο το μαγαζί της γειτονιάς, χωρίς να καταναλώσεις, δεν θα δουλέψει και το μαγαζί της οικογένειας σου.
Ο κουμπαράς δεν ηταν μόνο το μαγικό δοχείο του αποθησαυρισμού. Ήταν η δική μας τράπεζα στην οποία έμπαιναν τα λεφτά απο τα κάλαντα και εκείνα που μας έδωσε ο πατέρας επειδή τον βοηθήσαμε στην δουλειά του. Και αυτός ο κουμπαράς μας εξοικείωνε, καθώς μεγαλώναμε, με την τραπεζική πραγματικότητα των καταθέσεων και των δανείων, των επιτοκίων και των τόκων .Κυρίως μας εξοικείωνε με την σχέση χρόνου- χρήματος. Ήταν το πρώτο “μάθημα Μικροοικονομίας” στην ζωή μας.
Εκείνο το ”μαγικό” γουρουνάκι ( συνήθως αυτό ήταν το σχήμα του κουμπαρά),μας έκανε να αναβάλλουμε την περιττή επιθυμία, δηλαδή να αγοράσουμε δύο πουκάμισα και όχι ένα, με σκοπό να αγοράσουμε μετα απο λίγο και το παντελόνι που μας άρεσε στην βιτρίνα.
Και το κυριότερο, οι γονείς μας, με τους οποίους μιλούσαμε περισσότερο πριν γεννηθεί το διαδίκτυο και τα smartphones, μας εξηγούσαν οτι τα λεφτά είναι καλό να τα φυλάμε για την ”κακιά”
την ώρα.
Οι διαφημίσεις στην ασπρόμαυρη τηλεόραση μας ωθούσαν σε αγορές νέων προιόντων, αλλά όχι σε σπατάλη και περιττές δαπάνες. Αποενοχοποιούσαμε μέσα μας την κατανάλωση γιατί πάντα κρατούσαμε στον κουμπαρά λεφτά (αυτό το ατομικό πλεόνασμα που σήμερα δεν το έχουμε πλέον και η έλλειψη του συμβαδίζει με το συλλογικό έλλειμμα της οικονομίας).
Όλα είχαν το μέτρο τους και οι περισσότεροι, υποθέτω ότι είχαμε πάντα ένα γόνιμο άγχος: να μην χρειαστεί να σπάσουμε τον κουμπαρά μας παρα μόνο για να βοηθήσουμε το σπίτι
ή κάποιον φίλο μας.
Όσα πτυχία Οικονομικών και να πάρει κανείς,τα πρώτα βιώματα στην σχέση του με το χρήμα είναι αυτά που μένουν στην ζωή. Ζούμε σε δύσκολες εποχές. Δεν μπορείς να μην αγοράσεις στο παιδί σου αυτό που βλέπει οτι απέκτησε το άλλο παιδάκι.
Δεν μπορείς να του περιορίσεις εύκολα το κινητό, το διαδίκτυο, την μόνιμη καλωδίωση του με το καταναλωτικό σύμπαν. Εμπειρία ονομάζουν οι ειδικοί του marketing την κατανάλωση σήμερα. Όμως τα παιδιά πρέπει να μάθουν ότι προ της κατανάλωσης, προηγείται η αποταμίευση.
Μπορεί να μην μας περισσεύουν λεφτά όμως αξίζει τον κόπο να δείξουμε στους αυριανούς καταναλωτές/φορολογούμενους/παραγωγούς, την σοφία του να μαζεύεις λεφτά για να πετύχεις έναν στόχο, να εκπληρώσεις ένα όνειρο, να φέρεις εις πέρας ένα σχέδιο. Τα μεγάλα projects, οι χιλιάδες μελέτες βιωσιμότητας και τα καλογραμμένα business plans για ανάπτυξη της χώρας, περνάνε πρώτα απο το δυσκολότερο ”εθνικό ”πλάνο: να δείξεις σε ένα μικρό παιδί πώς να αποταμιεύει ώστε να ξοδεύει απο αυτά που έχει και όχι απο ξένα λεφτά. Πώς δηλαδή, να μην καταντήσει σαν την δύσμοιρη αυτή χώρα…