Ποιος είπε πως ο λαϊκισμός είναι αποκλειστικό πολιτικό φαινόμενο. Θα έλεγα ότι πρόκειται και για σημαντική επιχειρηματική τακτική, η οποία είναι όμως δίκοπο μαχαίρι για όποιους επιλέγουν να την εφαρμόσουν.
Για παράδειγμα, στην Αμερική, ο εκδότης Bill Taylor, συνιδρυτής το 1995 του τεχνολογικού περιοδικού Fast Company (800.000 αντίτυπα κυκλοφορία σήμερα) και συγγραφέας του βιβλίου Practically Radical, υποστηρίζει ότι λίγος λαϊκισμός στην επικοινωνία των επιχειρήσεων με τους πελάτες τους δεν θα έβλαπτε – μάλλον το αντίθετο.
Του Αθαν. Χ. Παπανδρόπουλου
Σύμφωνα με τις αρχές της κοινωνικής επιστήμης, ο λαϊκισμός βρίσκει πρόσφορο έδαφος σε συνθήκες οικονομικής κρίσης, όταν υπάρχει γενικευμένος θυμός στην κοινωνία, αμφισβήτηση των θεσμών και συλλογική κατακραυγή εναντίων των πλούσιων και των ισχυρών.
Σε σχετικό post στο blog του Harvard Business Review, ο Bill Taylor επισημαίνει ότι η οργή του κοινού πολύ συχνά κατευθύνεται και προς τις επιχειρήσεις, τόσο στο πλαίσιο του γενικότερου «λαϊκίστικου» κλίματος που επικρατεί στην περιρρέουσα ατμόσφαιρα, όσο και σε αυτό της μηδενικής ανοχής των σύγχρονων cost-conscious καταναλωτών, απέναντι σε οποιοδήποτε «faux pas» των επιχειρήσεων.
Στις περιπτώσεις αυτές, η περιρρέουσα ατμόσφαιρα είναι η καλύτερη δυνατή για λαϊκίστικες πρακτικές, αρκεί αυτές να προσφέρουν την αίσθηση της ωφέλειας προς αυτούς στους οποίους απευθύνονται.
Με πιο απλά λόγια, η επιχείρηση μπορεί να λαϊκίζει αλλά και να προσφέρει κάτι θετικό στους καταναλωτές κατά κύριο λόγο.
Υπό παρόμοιες συνθήκες, δεν υπάρχει αμφιβολία ότι ο υφέρπων λαϊκισμός μπορεί να αναδειχθεί σε θετική έννοια για τις επιχειρήσεις και να δώσει περιεχόμενο με ουσία στον ορο- «business populism».
Μια πρακτική που στον ελληνικό εκδοτικό χώρο εφάρμοσε ο αποβιώσας εκδότης της εφημερίδας «Αυριανή» Γιώργος Κουρής, ανοίγοντας στις αρχές της δεκαετίας του 1980 και ένα νέο κεφάλαιο στην ελληνική δημοσιογραφία, και όχι μόνον.
Στον επιχειρηματικό λαϊκισμό επιδίδονται επίσης και ευέλικτες επιχειρήσεις, οι οποίες μπορούν να προσαρμόζουν εύκολα και γρήγορα στρατηγικές πωλήσεων και επικοινωνίας σε μεταβαλλόμενα περιβάλλοντα. Κατά κανόνα δε, οι επιχειρήσεις αυτές, έχουν τοπικό χαρακτήρα, γεγονός υποβοηθητικά της οποίας λαϊκιστικής πρακτικής τους.
Έτσι, η αλαζονική και κοντόφθαλμη ενίοτε λογική επιχειρήσεων που αυτοθεωρούνται μοναδικές και παντοδύναμες, τις καθιστά ευάλωτες απέναντι στους οξυδερκείς ανταγωνιστές, που θα προσελκύσουν πελάτες εφαρμόζοντας πιο «λαϊκίστικες» πολιτικές.
Ο Τaylor αναφέρει ως χαρακτηριστικό παράδειγμα business populist επιχείρησης την αμερικάνικη αλυσίδα γυμναστηρίων Life Time Fitness, η οποία αρνήθηκε να εφαρμόσει την πολιτική δεσμευτικών ετήσιων συνδρομών που εφάρμοζαν οι «μεγάλοι παίχτες» του κλάδου και επέτρεψε στους πελάτες της να ανανεώνουν σε μηνιαία βάση τη συνδρομή τους και να την ακυρώνουν ή «παγώνουν» οποτεδήποτε και για οποιονδήποτε λόγο, χωρίς κάποια επιβάρυνση.
Η πολιτική αυτή απέφερε 900 εκατ. δολάρια έσοδα στην εταιρεία, η οποία είδε την χρηματιστηριακή της αξία να πηγαίνει στα ύψη και το προσωπικό της να διπλασιάζεται μέσα σε λιγότερα από δυο χρόνια.
«…Κατά κανόνα», λέει ο Taylor «…ο επιχειρηματικός λαϊκισμός, γίνεται ευνοϊκά αποδεκτός από τους καταναλωτές και για όσο διαρκεί μπορεί να αποφέρει κέρδη…».
Όσοι πιστοί προσέλθετε λοιπόν, αλλά με προσοχή, γιατί στις περιπτώσεις αυτές υπάρχουν και κακοτοπιές, που καλόν είναι να αποφεύγονται.