Για “εφιαλτική οκταετία”, που στοίχισε στη βιοτεχνία της Θεσσαλονίκης 14.180 λουκέτα, κάνει λόγο σε σημερινή του ανακοίνωση το Βιοτεχνικό Επιμελητήριο της πόλης (ΒΕΘ), με τον πρόεδρό του, Παναγιώτη Παπαδόπουλο, πρώτο αντιπρόεδρο της Κεντρικής Ένωσης Επιμελητηρίων, να τονίζει ότι «οι αντοχές έχουν εξαντληθεί, η αγορά έχει στραγγίσει (…) Πρέπει να στηριχθεί η ιδιωτική πρωτοβουλία καθώς αυτή προσφέρει θέσεις εργασίας, ενισχύει την παραγωγική διαδικασία και, αναμφίβολα, τα δημόσια έσοδα».
Σύμφωνα με το ΒΕΘ, στην οκταετία της οικονομικής κρίσης στην Ελλάδα, προστέθηκαν στο δυναμικό του βιοτεχνικού επιχειρείν της Θεσσαλονίκης 5.527 νέες επιχειρήσεις, ενώ όπως τονίζεται στην ανακοίνωση, παρά το γεγονός ότι το πρώτο εξάμηνο φέτος τα στοιχεία μοιάζουν πιο αισιόδοξα σε σχέση με τις προηγούμενες χρονιές, καθώς οι επιχειρήσεις που διεγράφησαν έναντι του αντίστοιχου περσινού διαστήματος μειώθηκαν κατά 26%, ωστόσο “ο ρυθμός φυγής συνεχίζεται”, αναφέρει το protothema.
Ειδικότερα, στο πρώτο εξάμηνο του 2017, 339 επιχειρήσεις διαγράφηκαν από το ΒΕΘ, ενώ αντίστοιχο περσινό διάστημα, 459 επιχειρήσεις αποφάσισαν την αναστολή των εργασιών τους. Στο ίδιο διάστημα, καταγράφηκαν λιγότερες κατά 2,1% έναντι του πρώτο εξαμήνου του 2016, οι επιχειρήσεις που ενεγράφησαν και διαμορφώθηκαν σε 186. Στο πρώτο εξάμηνο φέτος, 245 ατομικές επιχειρήσεις σταμάτησαν τη δραστηριότητα τους, ενώ το αντίστοιχο περσινό διάστημα, ο αριθμός τους άγγιζε τις 350.
Σύμφωνα με το ΒΕΘ, χειρότερες χρονιές για τη βιοτεχνία της Θεσσαλονίκης, από την έλευση της οικονομικής κρίσης στην Ελλάδα έως και σήμερα, ήταν το 2010 όταν 3.364 επιχειρήσεις αποφάσισαν να κατεβάσουν ρολά, το 2011 όταν οδηγήθηκαν σε έξοδο από τη δραστηριότητά τους 2.040, αλλά και το 2012 όταν 1.916 έβαλαν λουκέτο. Σημαντικά λιγότερες, σε σχέση με εκείνες των ετών που προαναφέρθηκαν, ήταν οι διαγραφές στο σύνολο του 2016, με τον αριθμό τους να μην ξεπερνά τις 791. Την ίδια στιγμή τις λιγότερες εγγραφές κατέγραψε το ΒΕΘ το 2015, όταν 265 επιχειρήσεις αποφάσισαν να μπουν στον επαγγελματικό στίβο, ενώ εκείνο που είναι χαρακτηριστικό είναι πως το ισοζύγιο – εγγραφών διαγραφών παραμένει αρνητικό στο σύνολο της οκταετίας.