Κάθε ικμάδα ρευστότητας των κρατικών φορέων, εξαντλεί το υπουργείο Οικονομικών, προκειμένου να κτίσει το «απόθεμα ασφαλείας», στο οποίο στηρίζει την έξοδο της χώρας στις αγορές ομολόγων κατά τα πρώτα δύο χρόνια μετά το Μνημόνιο. Μέσα στους πρώτους 3 μήνες μόλις του 2018, μετέτρεψε σε ρέπος 7,6 δισεκατομμύρια ευρώ από τα ταμειακά διαθέσιμα των κρατικών φορέων και ασφαλιστικών Ταμείων, δηλαδή τα διπλάσια και πλέον από τα 3,568 δισ. ευρώ που είχε αντλήσει κατά την διάρκεια ολόκληρου του 2017, αναφέρει το newmoney.
Συγκεκριμένα, σύμφωνα με το Δελτίο Δημοσίου Χρέους που δημοσίευσε ο Οργανισμός Διαχείρισης Δημοσίου Χρέους:
– Το βραχυχρόνιο χρέος repo στα τέλη του 2016 ήταν 11,363 δισ. ευρώ
– Το 2017 το υπουργείο Οικονομικών προέβη σε έκδοση νέων συμφωνιών repo για 3,568 δισ. ευρώ ανεβάζοντας το ποσόν από συμφωνίες repo συνολικά στο τέλος του 2017 στο ποσό 14,931 δισ. ευρώ.
– Τέλος Μαρτίου, τρεις μήνες αργότερα δηλαδή, το ποσό είχε εκτοξευτεί στα 22,5 δισ. ευρώ.
Το γεγονός σε συνδυασμό με την εκταμίευση της τρίτης δόσης του προγράμματος προσαρμογής είχε ως αποτέλεσμα την ταυτόχρονη αύξηση του χρέους αλλά και των ταμειακών διαθεσίμων του Δημοσίου.
Με βάση το δελτίο, το χρέος της κεντρικής διοίκησης έφτασε τα 343,7 δισ. ευρώ στα τέλη Μαρτίου έναντι 328,7 δισ. ευρώ στα τέλη του 2017, ενώ ταυτόχρονα τα ταμειακά διαθέσιμα από 934 εκατ. ευρώ εκτοξεύτηκαν στα 12,3 δισ. ευρώ.
Το υπουργείο Οικονομικών επιχειρηματολογεί υπέρ του μέτρου, τονίζοντας στην σχετική ανακοίνωση ότι «κατά το 2017 συνεχίστηκε η αξιοποίηση και η βέλτιστη διαχείριση των ταμειακών διαθεσίμων των φορέων της Γενικής Κυβέρνησης, μέσω εφαρμογής προγράμματος πράξεων διαχείρισης ταμειακής ρευστότητας υπό τη μορφή repo agreements, τις οποίες συνάπτει ο Οργανισμός Διαχείρισης Δημοσίου Χρέους (ΟΔΔΗΧ). Με το πρόγραμμα αυτό αξιοποιείται πλέον το 75% περίπου του συνόλου των ταμειακών διαθεσίμων των εν λόγω φορέων με πολύ αποτελεσματικό τρόπο, παρέχοντάς τους ανταγωνιστικές υψηλές αποδόσεις, επ’ ωφελεία τους, διασφαλίζοντας αντίστοιχο όφελος ως προς το δημοσιονομικό αποτέλεσμα της Γενικής Κυβέρνησης, με σωρευτικά θετικές επιπτώσεις για τη βιωσιμότητα του δημοσίου χρέους».
Επί της ουσίας όμως, η κυβέρνηση φυλάει τα πρωτογενή πλεονάσματα και οι δόσεις – “μαμούθ” από τις αξιολογήσεις για το «μαξιλαράκι» και αντλεί ρευστότητα, εξαντλώντας την ρευστότητα των ΝΠΔΔ και άλλων κρατικών φορέων (Ταμεία, επιμελητήρια κλπ).
Είναι ενδεικτικό ότι οι μικτές χρηματοδοτικές ανάγκες του Κρατικού Προϋπολογισμού κατά το έτος 2017 ανήλθαν στο ποσόν των 44,364 δισ. ευρώ, τα οποία καλύφθηκαν κυρίως από δανεισμό (42,088 δισ. ευρώ) και ανάλωση διαθεσίμων (2,276 δισ. ευρώ). Αυτά τα 42,088 δισ. ευρώ τα δανείστηκε το 2017 από:
1. τα μακροπρόθεσμα δάνεια του Μηχανισμού Στήριξης European Stability Mechanism(ESM) που ανήλθαν σε 8,500 δισ. με μεσοσταθμικό κόστος 1% και θα αποπληρωθούν την περίοδο 2033-2066.
2. την έκδοση νέου 5 έτους ομολόγου ονομαστικής αξίας 3,000 δισ. σταθερού επιτοκίου 4,375% και λήξεως στις 1-8-2022 με απόδοση 4,625%.
3. την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων (ΕΤΕπ) 713 εκατ. με μεσοσταθμικό κόστος 2,03%
4. Αναχρηματοδότηση βραχυχρόνιου χρέους εντόκων γραμματίων του 2016 ύψους 14,890 δισ. ευρώ. Οι μικτές εκδόσεις εντόκων γραμματίων 13 και 26 εβδομάδων για το 2017 ανήλθαν σε 41,140 δισ. με μεσοσταθμικό κόστος δανεισμού 2,46% ενώ οι λήξεις εντόκων εντός του έτους ήταν 41,086 δισ. ευρώ, διατηρώντας το stock των εντόκων γραμματίων για το 2017 στα 14,944 δισ. Επομένως οι εκδόσεις εντόκων το 2017 αυξήθηκαν κατά 54 εκατ. σε σχέση με το 2016.
5. Την αναχρηματοδότηση βραχυχρόνιου χρέους REPO 11,363 δισ. του 2016 και έκδοση νέων συμφωνιών repo για το 2017 3,568 εκ. ανεβάζοντας το ποσόν από συμφωνίες repo συνολικά στο τέλος του 2017 στο ποσό 14,931 δισ. ευρώ.