Η οικονομία της Βρετανίας θα πληγεί ως αποτέλεσμα της απόφασης για αποχώρηση από την Ευρωπαϊκή Ένωση, παρά τις ενδείξεις στα πρόσφατα οικονομικά στοιχεία που φανερώνουν ότι η επίδραση του Brexit δεν ήταν τόσο σοβαρή όσο είχε προβλεφθεί, δήλωσε σήμερα η πρωθυπουργός της Βρετανίας Τερέζα Μέι.
Η Βρετανίδα πρωθυπουργός επισήμανε ότι το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος της 23ης Ιουνίου υπέρ του Brexit θα πλήξει την οικονομία και τόνισε πως η κυβέρνηση θα συνεχίσει να παρακολουθεί τα οικονομικά δεδομένα τους επόμενους μήνες, πριν καθορίσει τα δημοσιονομικά μέτρα που θα λάβει για την προστασία της οικονομίας αργότερα αυτό το χρόνο.
“Προμηνύονται δύσκολες εποχές”, δήλωσε η Μέι στους δημοσιογράφους από το Χανγκτσόου της Κίνας όπου βρίσκεται για τη σύνοδο κορυφής της Ομάδας των 20 (G20).
“Έχουμε δει τα στοιχεία που δίνουν κάποια διαφορετικά μηνύματα σε σχέση με την οικονομία αυτή την στιγμή. Πιστεύω πως η αντίδραση της οικονομίας ήταν καλύτερη από όσο κάποιοι προέβλεπαν πριν την διεξαγωγή του δημοψηφίσματος, αλλά δεν θα προσποιηθώ ότι όλα εξελίσσονται ομαλά”, τόνισε.
Μαζί με την Μέι βρισκόταν ο διοικητής της Τράπεζας της Αγγλίας Μαρκ Κάρνεϊ που ανακοίνωσε τον περασμένο μήνα μια δέσμη οικονομικών κινήτρων και προέβλεψε πως η κατάσταση της οικονομίας θα παραμείνει στάσιμη για το υπόλοιπο διάστημα του χρόνου καθώς και ο υπουργός Οικονομίας Φίλιπ Χάμοντ,που έχει επισημάνει την ανάγκη λήψης μέτρων δηµοσιονοµικής τόνωσης για την προστασία της ανάπτυξης.
Σε ερώτηση που τέθηκε στην Βρετανίδα πρωθυπουργό, σχετικά με την άποψη της για “επανεκκίνηση της οικονομίας” –μια φράση που χρησιμοποίησε ο Χάμοντ σε ένα ξεχωριστό ταξίδι του στην Κίνα τον Ιούλιο – η Μέι τόνισε πως η αντίδραση της κυβέρνησης δεν έχει οριστικοποιηθεί.
“Θα εξετάζουμε αυτό το θέμα”, σημείωσε. “Πρέπει να λάβουμε υπόψη μας όλα τα δεδομένα. Μέχρι την δημοσίευση του προϋπολογισμού το φθινόπωρο, θα υπάρχουν περισσότερα δεδομένα στη διάθεση μας. Θα έχουμε καλύτερη εικόνα για το τι συμβαίνει”, πρόσθεσε.