Η λιτότητα είναι η ιδιότητα του λιτού, δηλ. του έχοντος μόνο τα απαραίτητα, χωρίς πολυτέλεια, του απλού και απέριττου.
Σπατάλη είναι η αντίθετη ιδιότητα, δηλ. του πολυδάπανου και πολυέξοδου, η υπερβολική και χωρίς μέτρο κατανάλωση. Ανέκαθεν, από την εποχή του Αριστοτέλη, η λιτότητα εθεωρείτο αρετή και η σπατάλη ελάττωμα, καθόσον η πρώτη οδηγεί σε ένα πιο ισορροπημένο τρόπο ζωής αλλά και σε οικονομική σταθερότητα ενώ η δεύτερη σε κακή διαχείριση χρόνου, ενέργειας και χρημάτων, σε διαρκές άγχος και, συχνά, σε οικονομική καταβαράθρωση.
Του Κώστα Χριστίδη*
Εάν τα ανωτέρω ισχύουν σε ατομικό, ιδιωτικό επίπεδο, έχουν πολύ μεγαλύτερη εφαρμογή σε κρατικό, δημόσιο επίπεδο. Το κράτος παντού και πάντοτε, διαχειρίζεται τους όποιους διαθέσιμους πόρους κατά τρόπο λιγότερο αποτελεσματικό από ότι συμβαίνει στον ιδιωτικό τομέα. Οι λόγοι είναι μόνιμοι και παγκόσμιας εφαρμογής. Ας περιορισθούμε μόνο σε έναν από αυτούς, την λειτουργία των κινήτρων.
Όταν κάποιος διαχειρίζεται δικά του χρήματα για να ικανοποιήσει δικές του ανάγκες, τα κίνητρα για εξοικονόμηση πόρων είναι αυξημένα. Όταν κάποιος διαχειρίζεται δικά του χρήματα για να ικανοποιήσει ανάγκες άλλων (π.χ. συγγενών ή φίλων του), η διαχείριση είναι λιγότερο αποτελεσματική, αν μη τι άλλο, επειδή η γνώση των αναγκών των άλλων είναι λιγότερο ακριβής. Όταν κάποιος διαχειρίζεται χρήματα τρίτων για λογαριασμό άλλων, τα κίνητρα για εξοικονόμηση και η διαχειριστική αποτελεσματικότητα είναι εξαιρετικώς μειωμένα.
Αυτό ακριβώς συμβαίνει στον δημόσιο τομέα. Οι πολιτικοί και οι δημόσιοι υπάλληλοι διαχειρίζονται χρήματα τρίτων (των φορολογουμένων) για λογαριασμό κάποιων άλλων.
Ταυτόχρονα, παρατηρείται υπερκατανάλωση από πλευράς των χρηστών των δημοσίων κοινωνικών παροχών. Δημιουργούνται έτσι συνθήκες εντός των οποίων ακμάζουν οι πελατειακές σχέσεις και διοχετεύονται πολύτιμοι πόροι σε απαράδεκτα υψηλό ποσοστό διοικητικών δαπανών.
Οι μόνοι ωφελούμενοι από μία τέτοια κατάσταση πραγμάτων είναι οι πολιτικοί, οι οποίοι επιδιώκουν να κερδίσουν βραχύβιες εντυπώσεις, και οι διαχειριστές του συστήματος, γιατροί, εκπαιδευτικοί και λοιπά στελέχη της κρατικής νομενκλατούρας με επικεφαλής τους συνδικαλιστές του δημόσιου τομέα.
Όλοι αυτοί, εκμεταλλευόμενοι τα έμφυτα σε όλους μας συναισθήματα φιλαλληλίας και ευσπλαχνίας προς συνανθρώπους μας που υποφέρουν, προσπαθούν να μας πείσουν – και το έχουν εν πολλοίς κατορθώσει – ότι η λιτότητα είναι αμάρτημα και η σπατάλη αρετή.
Χρειάζεται, όμως, μία διευκρίνιση: κάθε θετικό χαρακτηριστικό σε μία ακραία μορφή του μπορεί να μετατρέπεται σε ελάττωμα. Η επιμονή π.χ., η οποία κατά κανόνα αυξάνει την αποτελεσματικότητα, σε υπερβολικό βαθμό καταντά άγονο πείσμα.
Η θερμοκρασία είναι ένα άλλο παράδειγμα: δεν πρέπει να εγγίζει τιμές τροπικού καύσωνα ούτε πολικού ψύχους. Κατ’ αναλογία, η ακραία λιτότητα μετατρέπεται σε τσιγκουνιά ή (σε δημοσιονομικούς όρους) σε ασφυκτική έλλειψη ρευστότητας.
Η τάση των πολιτικών και των δημοσίων υπαλλήλων για σπατάλη μπορεί να τιθασεύεται με συνταγματικούς περιορισμούς δημοσιονομικής φύσεως που θα θέτουν όρια στην δυνατότητα δανεισμού και φορολόγησης και θα επιβάλλουν την υποχρέωση ισοσκελισμένων προϋπολογισμών ή τουλάχιστον ενός ισοσκελισμένου προϋπολογισμού ανά τριετία. Αυτή είναι η επιδιωκτέα μέση οδός.
*Νομικός-Οικονομολόγος