Στην επικράτηση του λαϊκισμού – έστω τύπου Τσίπρα —η Ελλάς ακολουθεί τα παγκόσμια αχνάρια. Οι λαϊκιστές αρκούνται να επισημάνουν προβλήματα που βρίσκονται στο βαθύ κοινωνικό θυμικό και –ενίοτε- προτείνουν απλοϊκές και δήθεν ριζοσπαστικές λύσεις.
Σ’ ένα κοινωνικό σύνολο πολιορκημένο από την γραφειοκρατία (που το καθιστά ανήμπορο), τη διαφθορά (που το καθιστά ανυπόληπτο) και την φτώχεια (που το κάνει να αισθάνεται αδικημένο) η απλή επισήμανση του προβλήματος είναι πιο σημαντική από τη λύση. Ο ταλαιπωρημένος πολίτης ταυτίζεται ψυχολογικά με τον λαϊκιστή: «με καταλαβαίνει», πιστεύει. Από εκεί και πέρα ο κατήφορος είναι εύκολος.
Του Αντώνη Κεφαλά
Στην άλωση του κράτους από τον ΣΥΡΙΖΑ η Ελλάς ακολουθεί στα αχνάρια της έκδοσης του ιστορικού υλισμού που δέχεται την συνεργασία με την δημοκρατία ως προσωρινό μέσο για την εκ των έσω κατάκτηση της εξουσίας.
Έτσι, μετά από 2 χρόνια που ο ΣΥΡΙΖΑ του Τσίπρα το έπαιξε «καλό παιδί» και δεν δίστασε να θυσιάσει τους «καθαρούς» ιδεολόγους του (Λαφαζάνη, Κωνσταντοπούλου κλπ.) προκειμένου να κερδίσει χρόνο, εδώ και αρκετούς μήνες έχει ξεδιπλώσει ένα εκτεταμένο σχέδιο υπονόμευσης ουσιωδών δημοκρατικών θεσμών: της ποιοτικής παιδείας, της αυτόνομης δικαιοσύνης, των ανεπηρέαστων ανεξάρτητων αρχών, της ακομμάτιστης δημόσιας διοίκησης και, εν κατακλείδι, της ίδιας της κοινοβουλευτικής διαδικασίας και αρχής.
Πρόθυμος συνεργάτης, που δεν κατανοεί καν τον μέσο-μακροπρόθεσμο σχεδιασμό της πρωθυπουργικής ομάδας, είναι οι ΑΝΕΛ: αυτοί ενδιαφέρονται μόνο για την εξουσία «εδώ και τώρα.» Το αύριο δεν τους απασχολεί. Τι είδους κράτος επιχειρεί, όμως, να αλώσει ο Αλέξης Τσίπρας;
Στον οικονομικό τομέα είναι ένα κράτος που δεν έχει την παραμικρή προοπτική να περάσει από ένα πρότυπο ανάπτυξης που στηρίζεται στην κατανάλωση ( και τα δανεικά) στην αποταμίευση, την επένδυση και την εξαγωγή – εκτός κι αν (α) ο ΣΥΡΙΖΑ αποκαταστήσει τις ελευθερίες που καταστρέφει και (β) οι ΝΔ- ΠΑΣΟΚ-Ποτάμι κλπ. αποφασίσουν να κόψουν το κλαδί των πελατειακών δεσμών στο οποίο τόσο βολικά στρογγυλοκάθονται.
Ποτέ στην ιστορία της η χώρα μας δεν είχε την επάρκεια της αποταμίευσης που απαιτούν οι αναγκαία υψηλοί ρυθμοί ανάπτυξης – αναγκαία για να βγει από την υπανάπτυξη ή/και την δυαδική ανάπτυξη.
Σήμερα, το έλλειμμα αποταμίευσης σε συνδυασμό με ένα ουσιαστικά χρεοκοπημένο και αναχρονιστικό τραπεζικό σύστημα, αποτελεί το μεγαλύτερο και προς το παρόν ανυπέρβλητο εμπόδιο στην ανάπτυξη. Το κράτος που αλώνει ο ΣΥΡΙΖΑ είναι καταδικασμένο στην οικονομική στασιμότητα, την υψηλή ανεργία και την κοινωνική αδικία.
Στον γεωπολιτικό τομέα η Ελλάς είναι ένα κράτος που κλυδωνίζεται. Στα ανατολικά η Τουρκία (και ιδιαίτερα η Τουρκία του Ερντογάν) δεν πρόκειται ποτέ να δεχτεί την απόλυτη κυριαρχία στο Αιγαίο ούτε και την αποκλειστική οικονομική του εκμετάλλευση – που εμείς επιζητούμε.
Η Τουρκία μπορεί να έχει εσωτερικά προβλήματα (υποτίμηση νομίσματος, επιβράδυνση ανάπτυξης, φυγή ανθρώπων του πνεύματος) και εξωτερικά (Κουρδικό κράτος) αλλά η τεράστια ενδοχώρα της και οικονομική προοπτική έχει και πολιτικά στηρίζει τον Σουλτάνο.
Εξάλλου, σε λιγότερο από 18 μήνες η Τουρκία του Ερντογάν θα έχει αποκτήσει την πλήρη υπεροπλία έναντι της Ελλάδος. Πιστεύει κανείς που θα απεμπολήσει αυτά που θεωρεί ως κυριαρχικά Οθωμανικά δικαιώματά της επειδή το γράφουν κάποιες συνθήκες;
Πιστεύει κανείς ότι έστω κι ένα κράτος της Ε.Ε. θα προστρέξει να βοηθήσει την Ελλάδα κόντρα στην Τουρκία όταν θα υπάρξει ένα πράγματι θερμό επεισόδιο;
Και πιστεύει κανείς ότι η Τουρκία ενδιαφέρεται ακόμη να ενταχθεί στην Ε.Ε. – αυτό τον ξεπερασμένο πλέον στόχο που ο ΣΥΡΙΖΑ έχει ανάγει σε ακρογωνιαίο λίθο της εξωτερικής πολιτικής του;
Δυτικά, η χώρα μας αντιμετωπίζει μία Ε.Ε. σε κρίση ταυτότητας: Brexit, Γαλλία αντιστεκόμενη στις μεταρρυθμίσεις Μακρόν, πολιτική αστάθεια στην Ιταλία, άνοδο του ξενοφοβικού ΑfD στην Γερμανία, αυταρχικές κυβερνήσεις σε Ουγγαρία και Πολωνία, εκτεταμένη διαφθορά στην Τσεχία, συγκυβέρνηση δεξιάς και ακροδεξιάς στην Αυστρία.
Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) προετοιμάζει το έδαφος για αυστηρότερη νομισματική πολιτική, η Bundesbank εμμένει στην σφικτή δημοσιονομική πολιτική και τα τύμπανα του πολέμου του προστατευτισμού ηχούν ηχηρά—ελέω του απρόβλεπτου και επικίνδυνου για την παγκόσμια ειρήνη Τραμπ.
Οι τεχνοκράτες στο Berlaymont μπορεί να σχεδιάζουν επί σχεδίων ανάπτυξη και συντονισμό, Ευρώπη των 2 των 3 ταχυτήτων, ή επάλληλων κύκλων αλλά η realpolitik του εθνικισμού έχει ανακάμψει.
Στα Βαλκάνια η πρωτοκαθεδρία που επιδιώκαμε τίθεται ήδη σε σοβαρή αμφισβήτηση. Τα κράτη του Visegrad το έδειξαν με αφορμή το μεταναστευτικό – που δεν έχει επιλυθεί—κι ας θεωρούνται «περιφερειακά» στην Χερσόνησο του Αίμου.
Η Βουλγαρία είναι ανερχόμενη δύναμη –με αιχμή την οικονομία της και σύντομα θα ζητήσει την αναγνώριση της. Η Αλβανία συζητά και θα πετύχει την ένταξη της στην Ε.Ε. χωρίς να έχει διευθετήσει τα ανοιχτά με την Ελλάδα ζητήματα.
Και τα Σκόπια πιέζουν να κλείσει το μέτωπο με την Ελλάδα – διακαής επιθυμία των ΗΠΑ και της Ε.Ε. μπροστά το φόβητρο της Ρωσίας του Πούτιν – γεγονός που συνεπάγεται νέο εσωτερικό ελληνικό διχασμό.
Μόνη, αν και περιορισμένη, ισχύς της Ελλάδος αποτελεί η θέση της σε σχέση με την γεωπολιτική θέση της Τουρκίας στην Μέση Ανατολή και στο Ισλάμ. Το αεροπλανοφόρο «Κρήτη» είναι το σχεδόν μοναδικό ατού που μπορεί να παίξει – αλλά κι εκεί οι ιδεολογικές παρωπίδες του ΣΥΡΙΖΑ δεν του επιτρέπουν την αποτελεσματική εκμετάλλευση του.
Με αυτές τις συνθήκες, ο ΣΥΡΙΖΑ του Αλέξη Τσίπρα βαδίζει ανέμελος και με όλη την έπαρση που φέρνει η εξουσία σ’ αυτούς που τη γεύονται για πρώτη φορά. Με τα μάτια καρφωμένα στην αυταρχική διαχείριση της χώρας, ασχολούνται με την δημιουργία του δικού τους κομματικού κράτους και κολακεύονται από τα καλά λόγια τύπου Μοσκοβιτσί και Γιουνκέρ.
Δεν συνειδητοποιούν τη λογική των κουρασμένων με την Ελλάδα εταίρων μας που βλέπουν την Ελλάδα με απόλυτο κυνισμό: αυτή η κυβέρνηση, λένε, μπορεί να περάσει, τουλάχιστον στα χαρτιά, αβρόχοις ποσί τις μεταρρυθμίσεις που η ελληνική κοινωνία απορρίπτει εδώ και 40 χρόνια.
Δεν έχουν, όμως, καμία ψευδαίσθηση ότι ειδικά ο ΣΥΡΙΖΑ δεν θα υπαναχωρήσει στη συνέχεια. Γι’ αυτό και η χρησιμότητά των ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ θα τελειώσει τον Αύγουστο. Από εκεί και πέρα οι εξελίξεις θα είναι στα χέρια μας.
Αν τηρήσουμε τις υποσχέσεις μας θα μας ανεχθούν—ίσως! Αν όχι θα έχουν δύο δρόμους: σκληρή εποπτεία με πλήρη απώλεια εθνικής οικονομικής κυριαρχίας ή Grexit. Κι όποιος νομίζει πως η Ε.Ε. που δεν φοβήθηκε το Brexit θα πτοηθεί από το Grexit, ας το σκεφτεί ξανά.