Πόσο καιρό θα πρέπει να δίνουμε τη μάχη με τον κορωνοϊό; Τουλάχιστον μέχρι την επόμενη άνοιξη, υποστηρίζουν στελέχη του βρετανικού συστήματος υγείας.
Ο καθηγητής Κρις Ουίτι, επικεφαλής ιατρικός σύμβουλος της κυβέρνησης του Λονδίνου, θεωρεί πως αυτή η πρόβλεψη αποτελεί το χειρότερο σενάριο και ελπίζει πως ο χρόνος που θα χρειασθεί πραγματικά θα είναι μικρότερος.
Του Ντένις Καμπελ*
Σύμφωνα με τις προβλέψεις των επιστημόνων, ένα μεγάλο ποσοστό του πληθυσμού της κάθε χώρας, περίπου 60% με 80%, θα μολυνθεί από τον ιό Covid-19 και περίπου το 10% με 15% θα χρειασθεί νοσηλεία.
«Το να ακούει το κοινό ότι θα χρειασθούν ακόμα αρκετοί μήνες είναι κατανοητό ότι θα του προκαλεί ανησυχία και εκνευρισμό», σχολιάζει ο Πολ Χάντερ, καθηγητής Ιατρικής στο Πανεπιστήμιο της East Anglia. «Είναι πολύ πιθανό να χρειασθεί ένας χρόνος», προσθέτει ο καθηγητής που ειδικεύεται στην επιδημιολογία.
«Όμως θα υπάρχουν διακυμάνσεις. Πιστεύω ότι θα περιορισθούν τα κρούσματα το καλοκαίρι και ο αριθμός τους θα αυξηθεί πάλι το φθινόπωρο, γύρω στον Οκτώβριο, όπως δηλαδή συμβαίνει με την εποχική γρίπη. Ο ιός ήρθε για να μείνει, όμως οι επιπτώσεις του θα είναι σταδιακά όλο και μικρότερες, καθώς οι πληθυσμοί θα αναπτύσσουν ανοσία», προσθέτει.
Ειδικοί που συμβουλεύουν κυβερνήσεις σε όλο τον κόσμο για τον τρόπο με τον οποίο εξελίσσονται οι επιδημίες και τελικά φθίνουν πιστεύουν πως βρισκόμαστε στο στάδιο της απότομης ανόδου του αριθμού των κρουσμάτων – αυτό που θα ακολουθήσει θα είναι η αποκλιμάκωση.
Το στοίχημα που δίνουν τα περισσότερα συστήματα υγείας είναι να μην υπάρξει απότομη κλιμάκωση, αλλά μια σταδιακή – δηλαδή η καμπύλη των κρουσμάτων να μη φθάσει σε «κορυφή» αλλά σε ένα «οροπέδιο» το οποίο θα διαρκέσει αρκετό χρόνο, όπου οι νοσούντες σοβαρά μπορεί να είναι αρκετοί αλλά όχι τόσοι ώστε να μην μπορούν να τους περιθάλψουν τα νοσοκομεία.
Εάν αυτό επιτευχθεί, θα κερδηθεί σημαντικός χρόνος και εν τω μεταξύ είναι δυνατόν να έχουν βρεθεί φάρμακα που θα θεραπεύουν τις περισσότερες σοβαρές περιπτώσεις.
Μετά την κορύφωση, ο αριθμός των κρουσμάτων και των θανάτων αναμένεται να κατεβαίνει σταδιακά για περίπου 10 εβδομάδες ή ακόμα περισσότερο, έως ότου φθάσει σε ένα σχετικά χαμηλό επίπεδο, το οποίο όμως μπορεί να μην είναι μηδενικό.
Ιδιαίτερα τους καλοκαιρινούς μήνες τα κρούσματα αναμένεται να μειωθούν επειδή θα είναι πιο εύκολη η παραμονή σε εξωτερικούς χώρους και λιγότερο πιθανή η παραμονή σε κλειστά δωμάτια μέσα στα σπίτια ή στα γραφεία, όπου είναι και πιο εύκολη η μετάδοση του ιού.
Αυτή τη στιγμή κανένας επιστήμονας δεν μπορεί να αποκλείσει την πιθανότητα ο ιός να επιστρέψει πιο ισχυρός το φθινόπωρο ή τους χειμερινούς μήνες, κάτι που σημαίνει πως απαιτούνται μακροπρόθεσμες προετοιμασίες.
Τόσο στις ιατροφαρμακευτικές δομές όσο και στη στρατηγική των κυβερνήσεων που πλέον θα έχουν την πείρα από τις συνθήκες τις οποίες κλήθηκαν να αντιμετωπίσουν ξαφνικά. Αυτή η συσσωρευμένη πείρα μαζί με τη διεθνή συνεργασία και αλληλεγγύη δημιουργούν τις μεγαλύτερες ελπίδες για το μέλλον της αντιμετώπισης της πανδημίας του Covid-19.
Φάρμακα ήδη δοκιμάζονται και υπάρχουν σοβαρές πιθανότητες να είναι έτοιμα το φθινόπωρο ώστε να αναχαιτισθεί το δεύτερο κύμα – έτσι ώστε να είναι λιγότερες οι απώλειες ανθρώπινων ζωών.
Το μέγα ερώτημα είναι πότε θα είναι έτοιμο το εμβόλιο. Σίγουρα χρειάζονται τουλάχιστον 18 μήνες γι’ αυτό.
Μέχρι τότε θα πρέπει να έχουμε μάθει να ζούμε με τον νέο κορωνοϊό.
*Αρθρογράφος στη βρετανική εφημερίδα Guardian