Τα βρετανικά πανεπιστήμια θα αντιμετωπίσουν ένα μεγάλο «τραύμα« τις επόμενες εβδομάδες, εάν δεν υπάρξει ξεκάθαρο πλάνο για τη μετά- Brexit εποχή και συγκεκριμένα για τους ευρωπαίους κατοίκους του Ηνωμένου Βασιλείου.
Σε συνέντευξή του στον Guardian, ο αντιπρύτανης και καθηγητής του κορυφαίου πανεπιστημιακού ιδρύματος Warwick, εξηγεί ότι η πιθανότητα ανυπαρξίας συμφωνίας για την έξοδο από την ΕΕ είναι κάτι «εντελώς παράξενο» και τονίζει ότι τα ιδρύματα χρειάζονται βεβαιότητα σχετικά με τα δικαιώματα παραμονής των κατοίκων στη χώρα έως το τέλος της χρονιάς, έτσι ώστε να αποφευχθούν μαζικές αποχωρήσεις προσωπικού, αναφέρει το in.gr.
«Πολλοί οργανισμοί, όχι μόνο πανεπιστημιακά ιδρύματα, εκτιμούν πως είτε θα υπάρξει μια συμφωνία είτε όχι. Και στο σενάριο του “όχι”, που μπορεί να είναι και τον Δεκέμβριο, δηλαδή σε τέσσερις εβδομάδες, οι εργαζόμενοι θα αρχίσουν να λαμβάνουν σημαντικές αποφάσεις για το μέλλον τους» λέει ο Κροφτ.
Παράλληλα, υπογραμμίζει ότι αυτό το χρονικό διάστημα είναι πολύ μικρό. «Θα ήταν ιδιαίτερα άβολο για όλους. Χρειαζόμαστε οπωσδήποτε μια συμφωνία», λέει ο καθηγητής, ενώ εκφράζει την απορία του με την όλη κατάσταση. «Δεν καταλαβαίνω πώς γίνεται, μια ψήφος για αποχώρηση να μετατράπηκε σε πιθανότητα ψήφου για αποχώρηση χωρίς συμφωνία και χωρίς πλάνο για το μέλλον».
Το Πανεπιστήμιο Warwick απασχολεί σήμερα 6.500 υπαλλήλους συνολικά, με τους 800 να είναι από τα υπόλοιπα κράτη της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Μια ενδεχόμενη αποχώρηση του προσωπικού θα έβλαπτε βαθιά το ίδρυμα- όχι μόνο η αποχώρηση καθηγητών και ερευνητών, αλλά και άλλων ανθρώπων που εργάζονται σε κάθε τμήμα του πανεπιστημίου, όπως γραφίστες ή σεφ. «Είναι όλοι σημαντικοί για την εύρυθμη λειτουργία».
Η κραυγή αγωνίας του καθηγητή Κροφτ έρχεται σε μια περίοδο, που τα πανεπιστήμια στη Βρετανία ετοιμάζουν διστακτικά το πλάνο τους για συμμόρφωση με την έξοδο της χώρας από την ΕΕ, αν και πολλά υποστηρίζουν ότι δε μπορούν να «κοιτάξουν μπροστά» λόγω έλλειψης διευκρινίσεων από την κυβέρνηση.
Το Warwick, μαζί με άλλα βρετανικά πανεπιστήμια, παραχωρεί νομική καθοδήγηση σε ευρωπαίους υπαλλήλους, που μπορούν να κάνουν αίτηση για τη βρετανική υπηκοότητα με σκοπό να παραμείνουν στη χώρα με τις οικογένειές τους. Ωστόσο, ο Κροφτ επισημαίνει ότι αυτή η διαδικασία ελλοχεύει κινδύνους.
«Είναι κάτι επίπονο και άβολο. Έχουμε αρκετούς υπαλλήλους με διαφορετικές υπηκοότητες. Αισθάνομαι ιδιαίτερα άβολα όταν τους λέω “μπορεί να είσαι Ιταλός, αλλά τώρα πρέπει να γίνεις Βρετανός. Είναι δυσάρεστη η θέση μου”.
Ο Κροφτ, μαζί με άλλα μέλη του Russel Group, της οργάνωσης που αντιπροσωπεύει 24 κορυφαία βρετανικά πανεπιστήμια που έχουν δεσμευθεί για την άρτια έρευνα και διδακτική εμπειρία, έχουν πραγματοποιήσει μια σειρά συνομιλιών με υπουργούς για το εν λόγω θέμα από την εποχή του δημοψηφίσματος, έχουν λάβει ωστόσο μικρή ανταπόκριση.
«Υπάρχει πάντα ευγένεια και ενδιαφέρον, αλλά δεν οδηγεί πουθενά. Εδώ και 18 μήνες δεν υπάρχει ουσιαστική πρόοδος στην απάντηση μεγάλων ερωτημάτων. Υπάρχουν πολλές λεπτομέρειες, αλλά τα σοβαρά θέματα δεν έχουν ακόμη διευθετηθεί».
Το Russel Group έχει θέσει το ζήτημα των ευρωπαίων εργαζομένων ως νούμερο ένα προτεραιότητα για μια μετά- Brexit συμφωνία, αποσαφηνίζοντας ότι οι 25.000 άνθρωποι που απασχολούνται στα πανεπιστήμια είναι αναντικατάστατοι για τα παγκόσμιας εμβέλειας πανεπιστήμιά τους. «Τρέφουμε μεγάλη εκτίμηση στα πρόσωπά τους και θέλουμε να παραμείνουν, αλλά χρειάζονται επειγόντως εγγυήσεις για το μέλλον τους».
Το μοναδικό σημείο προόδου από το δημοψήφισμα για το Brexit είναι η εγγύηση από τον πρύτανη, Φίλιπ Χάμοντ, κατά την οποία η βρετανική κυβέρνηση θα συνεχίζει να χρηματοδοτεί τα ερευνητικά πανεπιστημιακά προγράμματα, που τώρα υποστηρίζει η ΕΕ.
«Αυτό είναι ένα μεγάλο όπλο στο χέρι μας» τονίζει ο Κροφτ και επισημαίνει ότι παρόμοιες πρωτοβουλίες είναι αναγκαίες και σε άλλους τομείς, όπως σε αυτόν του προγράμματος ανταλλαγής φοιτητών, Erasmus.