Στην ίδια πιστοληπτική βαθμίδα (Β+) διατήρησε την Ελλάδα ο οίκος αξιολόγησης Standard & Poors, διατηρώντας επίσης το θετικό outlook.
Αξίζει να σημειωθεί ότι η αγορά ανέμενε ευρέως μία αναβάθμιση της πιστοληπτικής αξιολόγησης της Ελλάδας από την S&P κατά τουλάχιστον μία βαθμίδα (από το Β+ στο ΒΒ-), η οποία θα ισοφάριζε έτσι τo rating που δίνει η Fitch και που διαμορφώνεται τρία σκαλοπάτια κάτω από την “επενδυτική βαθμίδα”.
Όπως σημειώνει η S&P, η αξιολόγησή της αντανακλά “τις βελτιωμένες οικονομικές προοπτικές” της Ελλάδας, “συνοδευόμενες από ισχυρές δημοσιονομικές επιδόσεις” και μια ιδιαίτερα ευνοϊκή διάρθρωση του δημόσιου χρέους.
Τα συγκεκριμένα στοιχεία εξισορροπούνται από το βάρος του υψηλού εξωτερικού και δημόσιου χρέους της χώρας, τη δύσκολη κατάσταση στο τραπεζικό της σύστημα, η οποία χαρακτηρίζεται από έναν μεγάλο όγκο Μη Εξυπηρετούμενων Ανοιγμάτων (NPEs), καθώς και από τoυς εναπομείναντες κεφαλαιακούς ελέγχους.
Η ελληνική οικονομία, σύμφωνα με τις προβλέψεις της S&P, θα αναπτύσσεται κατά μέσο όρο με ετήσιο ρυθμό 2,8% κατά τη διάρκεια της περιόδου 2019-2022, καθώς η εγχώρια ζήτηση ενισχύεται και οι εξαγωγικές επιδόσεις βελτιώνονται, αν και η συνεχιζόμενη επιβράδυνση της ανάπτυξης στην Ευρωζώνη θα έχει πιθανόν αρνητική επίδραση στις ελληνικές εξαγωγές.
Η Ελλάδα έχει ένα από τα πιο “προνομιούχα” προφίλ χρέους μεταξύ όλων των χωρών για τις οποίες διεξάγονται αξιολογήσεις, όσον αφορά τη λήξη και το μέσο επιτόκιο, παρά το αναμφισβήτητα μεγάλο δημόσιο χρέος της, συμπληρώνει η S&P.
Η ταχύτερη οικονομική ανάκαμψη εξαρτάται από το μέγεθος και τον ρυθμό μείωσης των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων (NPEs) του τραπεζικού τομέα και την κατεύθυνση της οικονομικής πολιτικής μετά τις επερχόμενες βουλευτικές εκλογές, προσθέτει ακόμη.