Η κρυφή κήλη μπορεί να είναι η αιτία για τον πόνο που νοιώθουν ορισμένες γυναίκες στην πυελική περιοχή, γεγονός που τις οδηγεί αρχικά στον γυναικολόγο τους και όχι σε χειρουργό. Η ύπαρξη κρυφής κήλης σε γυναίκες με ανεξήγητο, χρόνιο πυελικό πόνο μπορεί ωστόσο να διαπιστωθεί εύκολα με τη διενέργεια μιας απλής εξέτασης, όπως έχει καταδείξει μια μελέτη κοόρτης.
Ο χρόνιος πυελικός πόνος δεν είναι ασυνήθιστος, καθώς επηρεάζει περίπου το 15% των γυναικών κατά τη διάρκεια της αναπαραγωγικής ηλικίας, συχνά με σημαντικές επιπτώσεις στην ποιότητα ζωής, την παραγωγικότητα στο χώρο εργασίας και στη χρήση της υγειονομικής περίθαλψης. Όμως, «ο εντοπισμένος στην πυελική περιοχή πόνος υπάρχει πιθανότητα να οφείλεται σε κήλη και όχι σε κάποιο γυναικολογικό πρόβλημα και γι’ αυτό η ασθενής θα πρέπει να υποβάλλεται σε υπερηχογράφημα, αφού έχει διαπιστωθεί ότι η διαγνωστική αυτή μέθοδος είναι αξιόπιστη και αποτελεσματική.
Η κήλη, που είναι η πρόπτωση και προβολή ενδοκοιλιακού σπλάχνου ή μέρος αυτού εκτός της συνήθους ανατομικής θέσεώς του – μέσω ενός φυσιολογικού ή παθολογικού στομίου, προκαλείται κυρίως από συνεχή αύξηση της ενδοκοιλιακής πίεσης (που μπορεί να οφείλεται σε διάφορους παράγοντες, όπως, για παράδειγμα, σε δυσκοιλιότητα ή σε χρόνιο βήχα), από τραυματισμό και από υφιστάμενη χειρουργική τομή. Ανάλογα δε με τη θέση που εντοπίζεται παίρνει και το όνομά της, με συχνότερη τη βουβωνοκήλη», σημειώνει ο γενικός χειρουργός Δρ. Αναστάσιος Ξιάρχος – Διευθυντής της χειρουργικής κλινικής του Ομίλου Ιατρικού Αθηνών – Ιατρικού Περιστερίου και Πρόεδρος της Επιστημονικής Εταιρείας Ορθοπρωκτικής Χειρουργικής (www.axiarchos.gr).
Ο εντοπισμός των κηλών είναι δυσκολότερος στις γυναίκες παρά στους άνδρες και η βιβλιογραφία προσφέρει αντικρουόμενα ευρήματα, δεδομένου ότι οι περισσότερες μελέτες για κήλες διεξάγονται σε άνδρες ή σε ομάδες και των δύο φύλων. Οι γυναικολόγοι είναι σημαντικό λοιπόν να αναγνωρίζουν τις γυναίκες με υψηλή υποψία για κρυφή κήλη και να εξετάζουν αυτή την πιθανότητα, προκειμένου να αποφευχθεί η καθυστερημένη διάγνωση και η παρατεταμένη ταλαιπωρία.
Με αυτά τα δεδομένα, η Δρ. Joelle Aoun, μαιεύτηρας-γυναικολόγος στο γυναικολογικό τμήμα Ελάχιστα Επεμβατικής Χειρουργικής του Henry Ford Health System του Ντιτρόιτ και οι συνεργάτες της πραγματοποίησαν τη μελέτη από τον Ιανουάριο 2005-Ιούλιο 2016, εντοπίζοντας 96 γυναίκες με χρόνιο πυελικό πόνο και ευαισθησία στη βουβωνική περιοχή. Προεξέχον λίπος ή σπλαχνικός ιστός κατά τη κλινική εξέταση ή οπτικό εύρημα οδήγησε τους γιατρούς να υποπτεύονται την ύπαρξη κήλης. Μετά τη διενέργεια υπερηχογραφήματος και κλινικής εξέτασης διαπιστώθηκε η ύπαρξη κρυφής κήλης σε περισσότερες από τις μισές ασθενείς (51 γυναίκες). Στις διαγνώσεις περιλαμβάνονταν βουβωνοκήλη, μηριαία κήλη, Spigelian και ομφαλοκήλη.
Όλες οι γυναίκες που διαγνώστηκαν με κήλη μέσω υπερήχου παραπέμφθηκαν σε επέμβαση. Η πλειοψηφία των γυναικών (69%) υποβλήθηκε σε χειρουργική διερεύνηση και οι χειρουργοί επιβεβαίωσαν τη διάγνωση κήλης στο 97% αυτών των γυναικών, δηλαδή στις 34 από τις 35 γυναίκες που είχαν συναινέσει στη χειρουργική επέμβαση.
«Η κήλη κοιλιακού τοιχώματος αποτελεί μια πολύ συχνή πάθηση αλλά και χειρουργική πράξη, καθώς οι επεμβάσεις αποκατάστασης ανέρχονται σε δεκάδες εκατομμύρια παγκοσμίως. Η οριστική θεραπεία της δεν γίνεται με συντηρητικές μεθόδους, παρά μόνο με υποβολή του ασθενή σε χειρουργική επέμβαση, ακόμα και για την πιο μικρή κήλη που δεν δίνει σοβαρά συμπτώματα. Κι αυτό γιατί εάν αφεθεί χωρίς θεραπεία, η κήλη μπορεί να μεγαλώσει και να γίνει επώδυνη. Επίσης, τμήμα του εντέρου θα μπορούσε να παγιδευτεί στο κοιλιακό τοίχωμα, προκαλώντας έντονο πόνο, ναυτία και δυσκοιλιότητα.
Η αθεράπευτη κήλη μπορεί επιπλέον να θέσει ισχυρή πίεση σε κοντινούς ιστούς, προκαλώντας οίδημα και πόνο στη γύρω περιοχή, να οδηγήσει σε περίσφιξη, δηλαδή στραγγαλισμό του περιεχομένου της γύρω από την κήλη, που θα καταστήσει τη διενέργεια χειρουργικής επέμβασης επείγουσα, λόγω της επικείμενης ισχαιμίας και νέκρωσης του εντέρου -που αναπόφευκτα θα οδηγήσει σε αφαίρεση νεκρωμένου τμήματος του εντέρου- ακόμα και σε περιτονίτιδα, η οποία είναι απειλητική για τη ζωή του ασθενή», αναφέρει ο Δρ. Αναστάσιος Ξιάρχος, και συνεχίζει:
«Παλαιότερα η αποκατάσταση γινόταν μέσω ανοιχτής χειρουργικής επέμβασης, ενώ πλέον προβάδισμα έχει η λαπαροσκοπική προσέγγιση με χρήση πλέγματος, καθώς είναι λιγότερο επώδυνη, τόσο βραχυπρόθεσμα όσο και μακροπρόθεσμα. Αποτέλεσμα αυτού είναι η συντομότερη νοσηλεία και η γρηγορότερη επάνοδος των ασθενών στις συνήθεις δραστηριότητές τους, συγκριτικά με αυτούς που προχωρούν σε αποκατάσταση με την παραδοσιακή ανοιχτή μέθοδο. Επίσης, η λαπαροσκοπική προσέγγιση σχεδόν μηδενίζει τις πιθανότητες υποτροπής, ενώ οι παραδοσιακές μέθοδοι φέρουν ποσοστό υποτροπής 5%.
Για την αποφυγή, λοιπόν, κάθε περιπέτειας είναι σημαντικό οι ασθενείς με υποψία κήλης να υποβάλλονται σε υπερηχογράφημα, που έχει αποδειχθεί αξιόπιστη και χαμηλού κόστους διαγνωστική μέθοδος, και να προγραμματίζεται εγκαίρως η χειρουργική αποκατάσταση, σε τόπο και με γιατρό της επιλογής της ασθενούς».