Μια από τις χαμηλότερες διαχρονικά επιδόσεις στην Ελλάδα καταγράφει η νέα επιχειρηματικότητα το 2016, με το ποσοστό των νέων επιχειρηματιών να περιορίζεται συνεχώς, και τους περισσότερους εξ αυτών να δηλώνουν πως στρέφονται προς την επιχειρηματικότητα λόγω ανάγκης κι όχι τόσο λόγω ευκαιρίας.
Αυτό είναι το συμπέρασμα της Ετήσιας Έκθεσης Επιχειρηματικότητας 2016-2017 του ΙΟΒΕ, η οποία παραθέτει ως κυριότερα εμπόδια για την ανάπτυξη της νέας επιχειρηματικότητας το ασταθές φορολογικό πλαίσιο, τις δομικές αδυναμίες της χώρας και τη μη διαθεσιμότητα ή μη αποτελεσματική λειτουργία μηχανισμών προώθησης και υποστήριξης της επιχειρηματικότητας, αναφέρει το newmoney.gr.
Συγκεκριμένα, σύμφωνα με τα στοιχεία του ΙΟΒΕ:
Το ποσοστό του πληθυσμού ηλικίας 18-64 ετών που βρισκόταν το 2016 σε αρχικά στάδια επιχειρηματικής ενεργοποίησης, συμπεριλαμβανομένης της αυτοαπασχόλησης, υποχώρησε το 2016 στο 5,7% (περίπου 380 χιλιάδες άτομα) από 6,7% (περίπου 450 χιλιάδες) το 2015. Πρόκειται για μία από τις χαμηλότερες διαχρονικά επιδόσεις της χώρας (2003-2016: 6,9%).
Το ποσοστό του πληθυσμού που δηλώνει πως έχει διακόψει ή αναστείλει την επιχειρηματική του δραστηριότητα το 2016 ανέρχεται στο 3,8% του πληθυσμού (περίπου 260 χιλιάδες άτομα), υψηλότερα από το αντίστοιχο ποσοστό του 2015 (3,0%). Επτά στους δέκα δηλώνουν ως βασικότερο λόγο διακοπής ή αναστολής λειτουργίας της επιχείρησης την έλλειψη κερδοφορίας.
Το 41% των επιχειρηματιών αρχικών σταδίων (περίπου 160 χιλιάδες άτομα) ξεκίνησαν ένα επιχειρηματικό εγχείρημα από ανάγκη, ενώ το 36,1% (περίπου 140 χιλιάδες άτομα) διέκριναν κάποια επιχειρηματική ευκαιρία. Σε σχέση με μέσο όρο άλλων ευρωπαϊκών χωρών που ανήκουν στην ομάδα της καινοτομίας (των πιο αναπτυγμένων δηλαδή χωρών στις οποίες ανήκει και η Ελλάδα), η επιχειρηματικότητα ευκαιρίας κινείται σε πολύ χαμηλότερα επίπεδα (55,8%), ενώ η επιχειρηματικότητα ανάγκης βρίσκεται σε υψηλότερα επίπεδα (22,8%).
Η γυναικεία επιχειρηματικότητα αρχικών σταδίων μειώθηκε σε 4,8% (περίπου 168 χιλιάδες γυναίκες) από 6% το 2015, ενώ στους άνδρες μειώθηκε σε 6,6% (περίπου 200 χιλιάδες άνδρες) από 7,5% το 2015.
Σχεδόν ένας στους τρεις επιχειρηματίες (35%) έχει τουλάχιστον ένα πτυχίο τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, με το 7,8% μάλιστα να διαθέτει κάποιου είδους μεταπτυχιακή ειδίκευση. Σχεδόν το 42,7% όμως είναι απλώς Απόφοιτοι Λυκείου, ποσοστό μάλιστα που έχει ενισχυθεί σε σχέση με το 2015.
To 2,9% των ατόμων ηλικίας 18-64 ετών%, (περίπου 212 χιλιάδες άτομα) δήλωσαν πως διαδραμάτισαν ρόλο άτυπου επενδυτή για τη χρηματοδοτική υποστήριξη μιας επιχειρηματικής πρωτοβουλίας άλλων, ποσοστό ελαφρώς χαμηλότερο από το 2015, αλλά και από το μέσο όρο των χωρών καινοτομίας (3,4%). Ένα ποσοστό της τάξης του 84% των άτυπων επενδυτών όμως αποτελούν μέλη του στενότερου ή ευρύτερου οικογενειακού κύκλου του νέου επιχειρηματία.
Σε κλαδικό επίπεδο, διατηρείται υψηλό το ποσοστό των εγχειρημάτων στον πρωτογενή τομέα (7,7% το 2016) που είναι μια από τις υψηλότερες σχετικές επιδόσεις διαχρονικά. Tα νέα εγχειρήματα στον κλάδο της μεταποίησης φαίνεται να μειώνονται, ενώ σημαντική άνοδος σημειώνεται στο ποσοστό των νέων εγχειρημάτων που εντάσσονται στις υπηρεσίες προς τους καταναλωτές. Συνεπώς, η σταθεροποίηση της οικονομίας το 2016 και η μικρή ενίσχυση της ιδιωτικής κατανάλωσης φαίνεται να ενισχύει και πάλι το ενδιαφέρον για εγχειρήματα λιανικής, εξέλιξη που επαναφέρει χαρακτηριστικά ενός προτύπου ανάπτυξης που χαρακτήρισε την εποχή προς της κρίσης.
Τρεις στους πέντε επιχειρηματίες δηλώνουν ότι κανένας, δυνητικός, πελάτης δε θα θεωρήσει τα προϊόντα ή τις υπηρεσίες τους νέα και πρωτοποριακά, ενώ και ένα 15,6% δηλώνει ότι όλοι θα θεωρήσουν τα προϊόντα τους ως καινοτομικά. Το εύρημα αυτό πιθανόν να οφείλεται στο γεγονός ότι τα νέα εγχειρήματα αφορούν κυρίως στους τομείς υπηρεσιών προς τον καταναλωτή.
Σχεδόν ένας στους τρεις επιχειρηματίες αρχικών σταδίων το 2016 φαίνεται να μην απασχολεί κανέναν άλλον στο νέο του εγχείρημα, ενώ τρεις στους 5 απασχολούν έως 5 άτομα κατά την έναρξη. Τα νέα εγχειρήματα φαίνεται τελικά να είναι πολύ μικρές επιχειρήσεις, κάτι πάντως που συμβαίνει πάντως σε αρκετές χώρες. Κατά βάση δηλαδή τα νέα εγχειρήματα προσφέρουν απασχόληση στους ιδρυτές τους.
Ένας στους τρεις επιχειρηματίες δηλώνει ότι απευθύνεται αποκλειστικά στην εγχώρια αγορά, ενώ ίδιο και το ποσοστό των επιχειρήσεων που δηλώνει ότι πάνω από το ¼ του τζίρου τους προέρχεται από πελάτες εξωτερικού, επίδοση ελαφρώς χαμηλότερη από τον μέσο όρο των χωρών καινοτομίας (35%). Πάντως για πρώτη φορά φαίνεται να ενισχύεται εκτός από την έκταση των εξαγωγών και η έντασή τους, καθώς το ποσοστό όσων εξάγουν πάνω από το 25% του κύκλου εργασιών τους για πρώτη φορά ξεπερνά το 70%.
Παρόλο που το 64% των πολιτών της χώρας δηλώνουν ότι η επιχειρηματικότητα αποτελεί μια καλή επαγγελματική σταδιοδρομία και ένα 66% δηλώνει ότι οι επιτυχημένοι επιχειρηματίες αντιμετωπίζονται με σεβασμό και καταξίωση, το ποσοστό του πληθυσμού που διαβλέπει επιχειρηματικές ευκαιρίες το επόμενο 6μήνο στη χώρα είναι το χαμηλότερο παγκοσμίως καθώς είναι μόλις 13%. Από την άλλη πλευρά, αν και το 71% των νέων επιχειρηματιών δηλώνει ότι διαθέτει τις ικανότητες και τις γνώσεις για την άσκηση επιχειρηματικής δραστηριότητας, η Ελλάδα διατηρεί διαχρονικά μία από τις υψηλότερες επιδόσεις στον κόσμο (περίπου 70%) στο φόβο της αποτυχίας.
Τα εμπόδια στην επιχειρηματικότητα
Με βάση τα αποτελέσματα της έρευνας του 2016, το επιχειρηματικό περιβάλλον στη χώρα παραμένει δυσμενέστερο σε σύγκριση με τις περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες καινοτομίας.
Η χαμηλή δυναμική της ελληνικής επιχειρηματικότητας ερμηνεύεται σε ένα βαθμό από τις επιπτώσεις της κρίσης, κυρίως όμως οφείλεται σε δομικές και διαρθρωτικές αδυναμίες της χώρας που σχετίζονται με τη γραφειοκρατία, το ασταθές φορολογικό πλαίσιο, αλλά και τη μη διαθεσιμότητα ή μη αποτελεσματική λειτουργία μηχανισμών προώθησης και υποστήριξης της επιχειρηματικότητας.
Τα βασικά εμπόδια επιχειρηματικής δραστηριοποίησης στην Ελλάδα σε σημαντικό βαθμό εκπορεύονται από την έλλειψη ενός γενικότερου πλαισίου εθνικών πολιτικών για την επιχειρηματικότητα, αλλά και την αναποτελεσματικότητα των πολιτικών σε ότι αφορά στη φορολογία των νέων επιχειρήσεων, στη γραφειοκρατία, αλλά και σε άλλους παράγοντες όπως π.χ. στη μη αποτελεσματική λειτουργία των δημόσιων φορέων που εποπτεύουν την ίδρυση των νέων επιχειρήσεων. Σημαντικά προσκόμματα στην επιχειρηματικότητα τίθενται ακόμα από τη δυσκολία πρόσβασης σε χρηματοδότηση, τα υψηλά εμπόδια εισόδου στην αγορά, αλλά και τη λειτουργία του ευρύτερου πολιτικού και κοινωνικού περιβάλλοντος.
Από την άλλη όμως, βασικά κίνητρα προώθησης της επιχειρηματικότητας, σύμφωνα με τους εμπειρογνώμονες μπορούν να αποτελέσουν η αναβάθμιση του επιπέδου εκπαίδευσης, εστιάζοντας κυρίως στην ανάπτυξη του επιχειρείν και η υλοποίηση δράσεων που ενθαρρύνουν την επιχειρηματικότητα και παρέχουν κίνητρα για την έναρξη εγχειρημάτων.