Σε όλες τις χώρες που ασκούν επιρροή στα διεθνή δρώμενα, αλλά και σε αυτές που έχουν προβλήματα με δύστροπους γείτονες, υπάρχουν οι λεγόμενες δεξαμενές σκέψης (think tanks), που παρακολουθούν τις κινήσεις του όμορου κράτους και προβλέπουν τη δραστηριότητά του στη διεθνή σκακιέρα.
Του Τάσου Παπαδόπουλου
Στην Ελλάδα δεν υπάρχουν τέτοιες ομάδες μελέτης και ανάλογου προβληματισμού. Σκόρπια εμφανίζονται στα ΜΜΕ κάποιοι καθηγητές και ορισμένοι απόστρατοι που λένε σκόρπια την άποψή τους.
Έτσι, η Ελλάδα δεν είδε τη δημιουργία πολεμικών βιομηχανιών, δεν κατάλαβε τι σημαίνει το κτίσιμο ενός μεγάλου στόλου και κυρίως αποβατικών σκαφών.
Δεν ερμήνευσε σωστά την αγορά των S-400, αλλά και των μαχητικών F-35, στην κατασκευή των οποίων μετέχει ενεργά η Τουρκία. Ακόμα δεν ερμήνευσε σωστά την αγορά δύο ερευνητικών πλοίων και τριών γεωτρύπανων.
Γιατί ήταν ηλίου φαεινότερον ότι όλες αυτές οι κινήσεις είχαν στόχο τον ελλαδικό και τον κυπριακό θαλάσσιο χώρο, αλλά και με βάση τα όσα αστήρικτα γράφονται κατά καιρούς και υποστηρίζονται από μέρος του πολιτικού συστήματος της Τουρκίας, τις αποκαλούμενες γκρίζες ζώνες των νησιών του Ανατολικού Αιγαίου.
Στη χώρα μας έχουμε κολλήσει τη βελόνα στον σεβασμό του Διεθνούς Δικαίου, που η Τουρκία το γράφει διαχρονικά στα παλαιότερα των υποδημάτων της. Αλήθεια τι προσέφερε ο ΟΗΕ και το Διεθνές Δίκαιο στην υπόθεση της εισβολής στην Κύπρο το 1974;
Πόσο εισακούσθηκαν οι αποφάσεις του Συμβουλίου Ασφαλείας για την απόσυρση των στρατευμάτων κατοχής;
Παρ’ όλα αυτά, από το 1975 η Ελλάδα επιμένει στη διεθνή νομιμότητα.
Έχουν περάσει ήδη 45 χρόνια από τη συμφωνία Καραμανλή – Ντεμιρέλ για την παραπομπή του θέματος της υφαλοκρηπίδας του Αιγαίου στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης. Τότε δεν υπήρχε η ΑΟΖ στο τραπέζι, ακολούθησε χρονικά η Διεθνής συμφωνία του 1982 για το Δίκαιο της Θάλασσας.
Οι συνομιλίες, που άρχισαν τότε και διαρκούν μέχρι τις ημέρες μας σε επίπεδο γ.γ. υπουργείων, ουδέν απέδωσαν, μια και δεν υπήρξε καμιά προσέγγιση για τη σύνταξη του συνυποσχετικού παραπομπής της διαφοράς στο Δ. Δ. της Χάγης.
Σήμερα η Τουρκία, αφού είδε ότι στην Κύπρο κινήθηκε χωρίς κόστος στην ΑΟΖ της, μια και η Ε.Ε., ο ΟΗΕ και μεγάλοι αυτού του κόσμου δεν αντέδρασαν, συνέχισε την παράνομη επεκτατική της δραστηριότητα στην ελληνική ΑΟΖ.
Αρχικά με το εξόφθαλμα παράνομο τουρκολιβυκό σύμφωνο και στη συνέχεια με τον καθορισμό 24 θαλασσίων οικοπέδων ανατολικά της Ρόδου, Καρπάθου και Κρήτης.
Η διεθνής συγκυρία αυτή την ώρα δεν είναι η καλύτερη. Στις ΗΠΑ υπάρχει ένας αλλοπρόσαλλος Πρόεδρος, που έχει σημαντικά εσωτερικά προβλήματα και επιπλέον διατηρεί, λόγω των επιχειρηματικών του συμφερόντων, καλές προσωπικές σχέσεις με τον Ερντογάν.
Με τη Μόσχα ο Ερντογάν έχει μια λυκοφιλία και αμοιβαία συμφέροντα που συνδέουν τις δύο χώρες, σε σχέση με την Αθήνα που έχει παγώσει τις σχέσεις της με τον Πούτιν. Βρετανία, Γερμανία και ενδεχομένως η Ιταλία βρίσκονται πιο κοντά στην Άγκυρα παρά στην Αθήνα.
Μας μένει η Γαλλία, η Αίγυπτος και το Ισραήλ, που έχουν εκδηλωθεί θετικά προς την Ελλάδα. Ήδη και τις τρεις χώρες προσπαθεί να προσεγγίσει ο Ερντογάν. Στη Γαλλία έστειλε ήδη μυστικοσύμβουλό του με σκοπό να εξομαλύνει τις σχέσεις τους, την Αίγυπτο προσεγγίζει με δώρο μεγαλύτερη ΑΟΖ απ’ ό,τι της αντιστοιχεί, και σε σχέση με το Ισραήλ, είδαμε πτήση της EI Al να προσγειώνεται στην Κωνσταντινούπολη και διπλωμάτη στην Άγκυρα να αρθρογραφεί υπέρ της επαναπροσέγγισης των δύο χωρών.
Όλα αυτά τα δυσοίωνα σημάδια οφείλει να δει η Αθήνα και να κινηθεί, χωρίς άλλη καθυστέρηση, προς τη διέξοδο που έχει, αυτήν της άμεσης ενίσχυσης των Ενόπλων Δυνάμεων, γιατί πλέον δεν μας παίρνει, κατά Μπαλάφα, να το… ρισκάρουμε!