Μέχρι σήμερα η ανταπόκριση της Ε.Ε. στην κρίση του κορωνοϊού χαρακτηρίζεται από βραδύτητα μπροστά στις ταχείες εξελίξεις, έλλειψη φαντασίας μπροστά στο άγνωστο, και πνευματική μετριότητα μπροστά στο μέγεθος του προβλήματος.
Του Αντώνη Κεφαλά
Και το πρόβλημα έχει δύο σημαντικές πτυχές: άμεσα την αντιμετώπιση τη πανδημίας και, στην συνέχεια, όχι μόνο την επανεκκίνηση της οικονομίας αλλά και την προετοιμασία της για το νέο, πρωτόγνωρο καθεστώς στο οποίο θα κληθούμε πλέον να προσαρμοστούμε—για να ζήσουμε.
Μέχρι σήμερα, η Ε.Ε. δεν έχει κάνει τίποτα για να απαντήσει το περίφημο ερώτημα του Henry Kissinger: «όταν θέλω να μιλήσω με την Ευρώπη, ποιόν παίρνω τηλέφωνο;»
Μέχρι σήμερα, η Ε.Ε. δεν αποτελεί παρά μία μεγαλοποιημένη τελωνειακή ένωση, με έντονα γραφειοκρατικά σύνδρομα και με σχεδόν πλήρη αδυναμία να στηρίξει ένα μέλος χωρίς να ζητήσει παράλογα ανταλλάγματα.
Η ανακοίνωση του Eurogroup, χαρακτηρίζεται από έντονα συναισθήματα και ωραίες εκφράσεις αλλά το ουσιαστικό περιεχόμενο της είναι τραγικά ελλιπές. Τα ποσά στα οποία αναφέρεται αποτελούν σταγόνα στον ωκεανό της μεγάλης οικονομικής κρίσης που έχει ξεσπάσει και που θα μας οδηγήσει σε ύφεση μεγαλύτερη απ’ αυτήν του 2008/9.
Γιατί πάμε ολοταχώς σε νέα βαθιά ύφεση
Ο λόγος είναι απλός. Η οικονομία βασίζεται στην συνεχή ροή των ανταλλαγών: το εισόδημα γίνεται δαπάνη και η δαπάνη εισόδημα. Σε αντίθεση με το 2008/9 όπου το μέγεθος αυτής της κυκλικής σχέσης μειώθηκε, τώρα έχουμε την σχεδόν πλήρη κατάργηση μεγάλου μέρους του: μεταφορές, τουρισμός, λιανικό εμπόριο (εκτός από τρόφιμα και φάρμακα), ιδιωτικές και πολλές δημόσιες υπηρεσίες (εκτός από άμυνα και υγεία), παιδεία, ψυχαγωγία – όλα έχουν καταρρεύσει.
Μερικοί θεωρούν πως όταν η κρίση ξεπεραστεί θα υπάρξει ανάκαμψη. Δεν γνωρίζουμε, όμως, αν και πότε θα ξεπεραστεί η κρίση. Αλλά και τότε τίθεται το ερώτημα: πως ξεκινά ξανά μία οικονομία που θα έχει βυθιστεί σε βαθιά ύφεση με τεράστιες επιπτώσεις σε επίπεδο οικογενειακού προϋπολογισμού, οικονομικής υγείας επιχειρήσεων και επιβίωσης ελεύθερων επαγγελματιών.
Η κατάσταση ήταν κακή και πριν τον κορωνοϊό. Όλη η Ευρώπη –και μαζί η χώρα μας—υπέφερε από έλλειψη ζήτησης. Και παρά την αθρόα χορήγηση ρευστότητας, οι ρυθμοί ανάπτυξης δεν έλεγαν να ξεφύγουν από τα επίπεδα του 1,5% – 2,0% –στην καλύτερη περίπτωση. Ο μεγάλος Keynes το είχε προβλέψει με ακρίβεια, αλλά δυστυχώς η πίστη στο πανίσχυρο της νομισματικής πολιτικής οδήγησε την Ευρώπη (υπό την πίεση της Γερμανίας) σε εθελοτυφλία.
Σήμερα, ζούμε μία κατάσταση όπου στην ανεπάρκεια της ζήτησης έρχεται να προστεθεί νέα μείωσή της και, ταυτόχρονα, η διατάραξη της εφοδιαστικής αλυσίδας – δηλαδή το πρόβλημα πιάνει τώρα και την παραγωγή και την ζήτηση.
Το πρώτο εξάμηνο του 2020 θα πρέπει πλέον να θεωρείται χαμένο. Με τις πιο αισιόδοξες (και μάλλον μη ρεαλιστικές) προβλέψεις θα μπορέσουμε να μιλήσουμε για το τέλος της κρίσης από το β’ εξάμηνο και μετά.
Είναι αδύνατον για την οικονομία (Ελληνική και Ευρωπαϊκή) να καλύψει το χαμένο έδαφος και να βγει έστω «ίσα βάρκα, ίσα νερά».
Αντίθετα, με τον παραγωγικό ιστό ξεχαρβαλωμένο, τους οικογενειακούς προϋπολογισμούς στον αέρα, την ανεργία αυξημένη, το τραπεζικό σύστημα με νέα προβλήματα (νέα κόκκινα δάνεια) και πολλές, ιδιαίτερα μικρομεσαίες, επιχειρήσεις είτε να έχουν περάσει το κατώφλι της χρεοκοπίας είτε να βρίσκονται στα πρόθυρα, η οικονομία θα χρειαστεί νέα όπλα και χρόνο για να αρχίσει να ανακάμπτει.
Τι μπορεί να γίνει – σε πρώτο στάδιο
Το πρώτο βήμα είναι να συνειδητοποιήσουμε ότι η οικονομία θα έχει βγει –όταν βγει– από έναν πόλεμο. Στις ανθρώπινες τραγωδίες θα έχουν προστεθεί οι οικονομικές και ο κόσμος θα… αναζητά καταφύγιο και λύσεις.
Είναι η στιγμή όπου οι επαρκείς κυβερνήσεις, οι εμπνευσμένες ηγεσίες, θα επιλέξουν την φυγή προς τα εμπρός—και δεν θα κρυφτούν στα οχυρωματικά έργα περασμένων εποχών. Γιατί, σε μερικούς μήνες από σήμερα θα ανακαλύψουμε ότι ο πόλεμος θα έχει αλλάξει πολλά.
Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι, σε πρώτο στάδιο, η χρήση της νομισματικής πολιτικής και των όπλων που αυτή διαθέτει θα πρέπει να είναι εκτεταμένη (με ποσά πολλαπλάσια απ’ αυτά που αναφέρει το εκτός πραγματικότητας Eurogroup) και να κατευθυνθεί αποκλειστικά στην στήριξη νοικοκυριών και επιχειρήσεων.
Είναι λάθος να νομίζουμε ότι αυτή η κρίση θα ακουμπήσει μόνο όσους σχετίζονται άμεσα με τις επιπτώσεις της –π.χ. τον τουρισμό και τις μεταφορές.
Η κρίση του κορωνοϊού θα ακουμπήσει όλους και όλα (εκτός από το 1% του παγκόσμιου πληθυσμού που νέμεται σήμερα το συντριπτικά μεγαλύτερο μέρος του παγκοσμίου εισοδήματος). Για να μετριαστούν, λοιπόν, οι επιπτώσεις της κρίσης τα μέτρα θα πρέπει να είναι πολύ πλατιά και αποτελεσματικά, τουλάχιστον για να αποφευχθούν πρόσθετες ανθρώπινες τραγωδίες και για να μην υπάρξει νέα εκτεταμένη καταστροφή του παραγωγικού ιστού.
Η προσπάθεια να διαχωριστούν οι «υποφέροντες» από τους «μη υποφέροντες» είναι άσκοπη και άστοχη. Τα μέτρα πρέπει να είναι οριζόντια και ισχυρά. Είναι τα μέτρα συγκράτησης της κατηφόρας.
Τι μπορεί να γίνει σε δεύτερο στάδιο
Αν συνειδητοποιήσουμε ότι είμαστε σε πόλεμο, τότε θα καταλάβουμε ότι οι «οικονομικές αποφάσεις μας» οφείλουν να κινηθούν πάνω σε δύο άξονες:
· Ο πρώτος άξονας είναι η επαναφορά και εκτεταμένη χρήση της δημοσιονομικής πολιτικής προκειμένου να αντιμετωπιστεί η ανεπάρκεια της ζήτησης και να μπορέσει η οικονομία να πάρει πάλι μπρος.
Οι περίφημοι αυστηροί δημοσιονομική κανόνες θα πρέπει να καταργηθούν και η κάθε χώρα να περάσει σε ελλειμματική δημοσιονομική διαχείριση εφόσον το επιθυμεί. Θα είναι μία μορφής όπου η οικονομία – ακριβώς όπως όπως ένα παλιό μηχάνημα, «τρώει» μία κλωτσιά και ξεκινά να λειτουργεί – kick start the economy.
· Ο δεύτερος άξονας είναι η προετοιμασία για τον επόμενο πόλεμο. Δυστυχώς οι…μαύροι κύκνοι ήρθαν για να μείνουν. Σήμερα, πληρώνουμε όλοι μαζί την απόφαση, που πάρθηκε πριν από περίπου 40 χρόνια, να υποβαθμίσουμε το κοινωνικό κράτος.
Οι μαύροι κύκνοι της κλιματικής αλλαγής και των κορωνοϊών, καθώς και οι άλλοι που αναπόφευκτα θα ακολουθήσουν, απαιτούν να αλλάξουμε στρατηγική και να αρχίσουμε να ετοιμαζόμαστε για την συχνή αντιμετώπιση ασύμμετρων απειλών.
Ένα πρώτο βήμα
Είναι σαφές ότι στο όνομα του γρήγορου κέρδους εγκαταλείψαμε το χτίσιμο των υποδομών μας. Πριν από περίπου 70 χρόνια, οι περισσότερες χώρες που στόχευαν στην πραγματική ανάπτυξη και ήθελαν να φροντίσουν την φυσική και ψυχική υγεία των πολιτών τους, είχαν τον προϋπολογισμό δημοσίων επενδύσεων (ΠΔΕ) γι’ αυτόν ακριβώς το σκοπό.
Με το πέρασμα του χρόνου και την στρεβλή εξέλιξη του καπιταλιστικού συστήματος, ο ΠΔΕ είτε εγκαταλείφθηκε είτε χρησιμοποιήθηκε για να καλύψει καταναλωτικές δαπάνες είτε έγινε όπλο μικροκομματικών σκοπιμοτήτων.
Η νέα πραγματικότητα που τώρα εμφανίζεται, απαιτεί αλλαγές, Ο ΠΔΕ οφείλει να στραφεί και πάλι στην εκπλήρωση των στόχων εκείνου του καπιταλισμού που θεμελίωσε με τσιμέντα, έχτισε κτίρια και φουγάρα, έφερε μηχανές και τεχνολογία, φρόντισε τους πολίτες του και την δημοκρατία. Οι εργασιακές σχέσεις άλλαξαν και θα συνεχίσουν να αλλάζουν. Τα λογιστικά κέρδη πάντα θα αποτελούν αντικείμενο πόθου.
Το σκληρό πρόσωπο του καπιταλισμού πάντα θα υπάρχει. Αλλά, όλα αυτά θα είναι πιο ανεκτά και πιο αποδεκτά από μία δοκιμαζόμενη από την παγκοσμιοποίηση και την γρήγορη τεχνολογική πρόοδο κοινωνία, αν φέρνουν πραγματικό πλούτο, αν βελτιώνουν την κατανομή του εισοδήματος, αν προσφέρουν την ασφάλεια ενός ποιοτικά λειτουργικού δικτύου κοινωνικής ασφάλισης.
Οι μέθοδοι παραγωγής και διανομής μπορεί να αλλάξουν – και αλλάζουν. Ριζικά. Σημασία έχει να κλείσουμε τα αυτιά μας στον καπιταλισμό καζίνο και να μην αποκλίνουμε από τον στόχο της δημιουργίας πραγματικού πλούτου.
Ο ΠΔΕ –για την Ελλάδα και για κάθε κράτος-μέλος της Ε.Ε. – πρέπει να απαλλαχθεί από τις καταναλωτικές δαπάνες και να ενταχθεί σε ένα τουλάχιστον τριετές πρόγραμμα επενδύσεων σε υποδομές – δικτύων, υγείας και πρόνοιας – πρόνοιας κάθε μορφής: από τις πόλεις που θα βυθιστούν καθώς η στάθμη των ωκεανών ανεβαίνει και την αντιμετώπιση ακραίων καιρικών φαινομένων μέχρι την εγγύηση σε όλους τους πολίτες ενός ελάχιστου εισοδήματος και μίας λειτουργικής κοινωνικής προστασίας.
Το ύψος του ΠΔΕ του να μην υπολογίζεται στους δημοσιονομικούς στόχους. Η χρηματοδότηση του να γίνεται με ομόλογα που θα εκδίδονται με την εγγύηση της ΕΚΤ και της ΕΤΕπ και η αποπληρωμή τους να γίνεται από την απόδοση των επενδύσεων — όπου οι επενδύσεις να γίνονται πάντα με ΣΔΙΤ, Αυτό θα εγγυάται την γρήγορη υλοποίηση βιώσιμων επενδυτικών σχεδίων—οπότε και την αποπληρωμή των ομολόγων.
Ο κορωνοϊός θα αλλάξει πολλά. Η επιβίωση μας δεν θα εξαρτηθεί μόνο από την ιατρική αντιμετώπιση του αλλά, πρωταρχικά, από την ικανότητα και βούληση μας να αλλάξουμε κι εμείς.