Τα φυσικά αίτια της κλιματική αλλαγής: Από τις 100 μονάδες ηλιακής ακτινοβολίας φτάνουν μέσω της ατμόσφαιρας στη γη οι 70 ενώ οι 30 αντανακλώνται απ’ευθείας στο διάστημα από τα σύννεφα, ατμόσφαιρα, λείες επιφάνειες κλπ.
Χωρίς τα λεγόμενα φυσικά «αέρια του θερμοκηπίου» (κυρίως υδρατμούς, διοξείδιο του άνθρακα CO2, και κατά δεύτερο λόγο Μεθάνιο CH4, υποξείδιο του αζώτου N2O και όζον) οι 70 αυτές μονάδες, μετά την απορρόφηση τους από την ατμόσφαιρα-γη, θα ξαναέφευγαν στο διάστημα.
Του Λάμπρου Ροϊλού
Αντιθέτως μέρος αυτών και η αντίστοιχη θερμότητα που προκαλούν, αδρανοποιείται/συγκρατείται από αυτά τα αέρια παράγοντας την απαραίτητη θερμότητα χωρίς την οποία η θερμοκρασία της γης θα ήταν -18 με -33 βαθμούς κελσίου και ένας παγωμένος πλανήτης.
Η από την φύση παραγωγή των αερίων του θερμοκηπίου απορροφάται από τους ωκεανούς κατά 50-70% και το υπόλοιπο από την γη κυρίως από τα δάση κατά την διαδικασία της φωτοσύνθεσης, διατηρώντας μια ισορροπία μεταξύ φυσικής παραγωγής και απορρόφησης των αερίων. Η καύση όμως του πετρελαίου-άνθρακα-αερίου, καθώς και οι πυρκαγιές και η υλοτόμηση των δασών παράγουν την πρόσθετη ποσότητα των αερίων αυτών, ή αποτρέπουν την φυσική τους απορρόφηση, ανατρέποντας αυτή την ισορροπία και αυξάνοντας την μέση θερμοκρασία με τον πιο πάνω τρόπο που δημιουργεί το αρνητικό φαινόμενο του θερμοκηπίου (Greenhouseeffect).
Η περιεκτικότητα του αέρα σε διοξείδιο του άνθρακα από τις καύσεις αυτές το 2017 (με τιμή 406 ppm -σωματίδια στο εκατομμύριο) σε σύγκριση με την προβιομηχανική εποχή του έτους 1750 βρέθηκε κατά 40% υψηλότερη (με τιμή τότε 280 ppm).
Η αύξηση της θερμοκρασίας επηρεάζει τα ρεύματα στους ωκεανούς. Δηλαδή τους παράγοντες κάθετης και οριζόντιας κίνησης της κυκλοφορίας των ωκεάνειων υδάτων που προκαλείται από την βαρύτητα, την τριβή και την ποικίλουσα πυκνότητα τους, σε διαφορετικά σημεία του ωκεανού. Τα ρεύματα των ωκεανών είναι παραπλήσια με τους ανέμους στην ατμόσφαιρα, καθόσον μεταφέρουν σημαντικές ποσότητες θερμότητας από τις ισημερινές περιοχές προς τους πόλους, παίζοντας έτσι σημαντικό ρόλο στον καθορισμό των κλιμάτων των παραλιακών τοποθεσιών.
Επιπροσθέτως τα ρεύματα των ωκεανών αλληλεπιδρούν με την κυκλοφορία των ανέμων και των στοιχείων που βρίσκονται στην ατμόσφαιρα. Έτσι η αύξηση της παγκόσμιας θερμοκρασίας διαταράσσει και μεγαλώνει την κινητικότητα τόσο των μεν όσο και των δε, ώστε αλληλεπιδρόντας και μεταξύ τους να προκαλούνται εντονότερα και συχνότερα τα καιρικά φαινόμενα τυφώνων, κυκλώνων, καταιγίδων, πλημμύρων, ακραίων θερμοκρασιών κλπ καταστροφικών κλιματικών φαινομένων.
Παράλληλα η αύξηση της θερμοκρασίας και του διοξειδίου του άνθρακα σαν περαιτέρω, «αντίδραση» (feedback), αυξάνει την οξύτητα των θάλασσων καταστρέφοντας τους κοραλιογενείς πυθμένες και την πανίδα στους ωκεανούς, προκαλεί πυρκαγιές δασών, μειώνοντας έτσι την ικανότητα απορρόφησης του διοξειδίου του άνθρακα από την θάλασσα και τα δάση και δημιουργώντας ένα φαύλο κύκλο, με συνέπειες και στην βιολογική και ζωική αλυσίδα του πλανήτη, αφού πολλά είδη είναι υπό εξαφάνιση.
Οι συνέπειες και τα σενάρια για την εξέλιξη του φαινομένου:
Τα διάφορα και ποικίλα σενάρια προβλέψεων της εξέλιξης της κλιματικής αλλαγής, ανάλογα με τους παράγοντες που λαμβάνουν υπόψη, υπολογίζουν τις αυξήσεις της μέσης θερμοκρασίας του πλανήτη για το διάστημα του 2000-2100 να κυμαίνονται από 0,3 έως 4,8οC και από την έναρξη της βιομηχανικής εποχής (1750-1800) έως το 2100 από 1,4 έως 5ο C. Χωρίς όμως να λαμβάνουν υπ’ όψιν τις περαιτέρω πιο πάνω αντιδράσεις (feedbacks) από το φαινόμενο.
Όλοι όμως συμφωνούν (βάσει προγενέστερων δεδομένων) ότι μια αύξηση 2 βαθμών Κελσίου από την έναρξη της βιομηχανικής εποχής μέχρι το 2100 είναι η κόκκινη γραμμή πέραν της οποίας εκτεταμένα και ακραία κλιματικά φαινόμενα θα εμφανιστούν. Αυτό το όριο είχε θέσει η συμφωνία των Παρισίων το 2015 για να εκτιμηθεί ότι με τα σημερινά δεδομένα δεν θα είναι μικρότερη από το 2,8-3,2οC.
Η μετριοπαθής εκτίμηση για την άνοδο της βαθμίδας των θαλασσών το 2100 είναι στα 0,45-0,82 μέτρα. Όμως μια αύξηση πέραν των δύο βαθμών Κελσίου μπορεί να λιώσει τους πάγους της Γροιλανδίας, οπότε θα αυξήσει την πρόβλεψη ανόδου της θάλασσας κατά επιπλέον 5-6 μέτρα, που θα σημαίνει σοβαρή απειλή βύθισης νήσων και χαμηλών ακτών (Φλόριντα, Βέλγιο, Ολλανδία, Μπαγκλαντές). Τέτοια αύξηση θερμοκρασίας μπορεί να λιώσει και τους πάγους της δυτικής Ανταρκτικής με άνοδο της θάλασσας άλλων 10,5 μέτρων και να απειλήσει τις Νέα Υόρκη, Τόκιο, Σαγκάη κ.λπ.
Περαιτέρω αύξηση της θερμοκρασίας κατά 4οC θα οδηγούσε σε αποξήρανση τα δάση του Αμαζονίου (μεγάλο πνεύμονα του πλανήτη) και πιθανότατα σε πυρκαγιά που θα τα μετέτρεπε σε «σαβάνα». Αυτό με τη σειρά του θα είχε σαν επακόλουθο την αύξηση κατά 10 βαθμούς Κελσίου του πλανήτη (πάνω από τις σημερινές τιμές) που θα προκαλούσε την απελευθέρωση 10.000 δισεκατομμυρίων τόνων μεθανίου (8 φορές ισχυρότερου από το διοξείδιο του άνθρακα) στην ατμόσφαιρα από τα έγκατα των ωκεανών, και την εκτός ελέγχου πλέον αύξηση των θερμοκρασιών στη γη σε τιμές που θα είχε να δει εδώ και 4 δισ. χρόνια.
Το 1947 οι επιστήμονες του πανεπιστημίου του Σικάγου που εργάστηκαν στο «πρόγραμμα Μανχάταν» για την κατασκευή της ατομικής βόμβας προβληματιζόμενοι για την χρήση των πυρηνικών όπλων εφηύραν ένα νοητό ρολόϊ (με την ονομασία Doomsdayclock) που θα προσδιόριζε τον χρόνο μέχρι την τελική καταστροφή του κόσμου, του οποίου τον δείκτη θα μετακινούσαν κάθε χρόνο πιο κοντά ή πιο μακριά προς την κατάληξη του (στην ώρα 24) ανάλογα με τα δεδομένα της κάθε εποχής.
Από το 2007 οι ίδιοι αυτοί επιστήμονες συμπεριέλαβαν στο «ρολόϊ της συντέλειας» και την απειλή από την κλιματική αλλαγή (μετακινώντας το στις 23:55, το δε 2015 στις 23:57) και αναφερόμενοι στην υπερθέρμανση του πλανήτη προειδοποιούσαν: «ότι μέσω πλημμυρών και της ερήμωσης εκτάσεων ως συνεπειών του φαινομένου του θερμοκηπίου, απειλούνται η οικολογία και τα αγροτικά αποθέματα του πλανήτη, ώστε να υπάρχει ο κίνδυνος μαζικής μετανάστευσης πληθυσμών, με συνέπεια ακόμα και πολέμους για καλλιεργήσιμη γη, νερό και λοιπά προϊόντα της φύσης».
Παράγοντες που θα επηρεάσουν την εξέλιξη της κλιματικής αλλαγής θα είναι η μετάβαση της υλικής υποδομής παραγωγής με πηγή ενέργειας τα καύσιμα υδρογονανθράκων, σε υλικοτεχνική υποδομή με μη ρυπογόνες ανανεώσιμες πηγές ενέργειας (αιολική, ηλιακή, αεροθερμική, ενέργεια των ωκεανών, υδροηλεκτρική), ακόμη και ηλεκτρική ενέργεια σε μέσα μεταφοράς κ.λπ. καθώς και η ταχύτητα με την οποία θα γίνει αυτή η μετάβαση.
Επίσης οι μέθοδοι που θα χρησιμοποιηθούν για μεγαλύτερη αποτελεσματικότητα των πηγών και από την επάρκεια των μη ρυπογόνων αυτών πηγών ενέργειας, καθώς και η αύξηση που θα σημειωθεί στον πληθυσμό της γης τον 21ο αιώνα μέχρι το 2100, που μπορεί να φτάσει τα 9 δισεκατομμύρια.
Το διεθνές νομικό πλαίσιο:
Η κοινή διεθνής επιστημονική συνείδηση προκάλεσε την πρώτη οργανωμένη διεθνή κυβερνητική πολιτική αντιμετώπισης της κλιματικής αλλαγής και τη διεθνή σύμβαση που πραγματοποιήθηκε με την «Συνθήκη- Πλαίσιο των Ηνωμένων Εθνών για την Κλιματική Αλλαγή» (UNFCCC) του 1992 με ισχύ από το Μάρτιο 1994 και το σχετικό ονομαζόμενο «Πρωτόκολλο του Κιότο» του 1997 (που ισχύει μέχρι το 2020).
Η πρώτη περιείχε μια λίστα 41 βιομηχανικών χωρών, συν την ευρωπαϊκή κοινότητα (Ε.Ε. από το 2009) στις οποίες έθετε την υποχρέωση να περιορίσουν τις εκπομπές ρύπων στο επίπεδο του 1990, χωρίς να θέτει χρονοδιάγραμμα. Έκτοτε (1994) θα γίνονταν ετήσιες σύνοδοι για την επανεξέταση του προβλήματος, και την διαπίστωση της προόδου από τα ληφθέντα μέτρα (COP), με την τελευταία 23η σύνοδο να γίνεται στη Βόννη το Νοέμβριο του 2017 (COP 23).
Το υιοθετηθέν το 1997 πρωτόκολλο του Κιότο (μετά διετή διαβούλευση) όρισε τα έξι ρυπογόνα «αέρια του θερμοκηπίου» τα τρία προαναφερθέντα CO2, CH4,N2O και τα FFCS, HFCS και SF6., και ότι τα βιομηχανικά κράτη που περιλαμβάνονται στην λίστα πρέπει να μειώσουν μέχρι το 2012 τη ρύπανση τους γενικώς κατά 5,2% κάτω του επιπέδου της ρύπανσης που είχαν το 1990. Αλλά ορίζει ειδικότερα και για κάθε κράτος χωριστά π.χ. Τα κράτη της Ε.Ε. κατά 8%.
Πάνω από 55 κράτη επικύρωσαν το πρωτόκολλο (μεταγενέστερα η Ρωσία και η Αυστραλία το 2005 και 2007 αντίστοιχα) πλην των ΗΠΑ με πρόεδρο τότε τον G.W.Bush. Στην σύνοδο του 2012 (COP18) η ισχύς του πρωτοκόλλου παρετάθη για μέχρι το 2020. Στη 21η σύνοδο των Παρισίων του 2015 (COP21), οι ηγέτες του κόσμου και οι λοιποί συμμετέχοντες (αποβλέποντας στην μετά το 2020-μετά Κιότο εποχή) υπέγραψαν μια «παγκόσμια» (αλλά «μη δεσμευτική») συμφωνία να μην υπερβεί η αύξηση της μέσης θερμοκρασίας του πλανήτη από τη βιομηχανική εποχή μέχρι το 2100 περισσότερο από 2 βαθμούς Κελσίου (δηλαδή την πιο πάνω κόκκινη γραμμή), προσπαθώντας όμως να κρατηθεί και χαμηλότερα από τους 1,5 βαθμούς Κελσίου. Η με τα σημερινά όμως δεδομένα επιστημονική εκτίμηση είναι ότι η αύξηση θα είναι 2,8 και λόγω ΗΠΑ 3,2 βαθμούς Κελσίου, όπως πιο πάνω.
Εδώ να παρατηρήσουμε ότι οι εκτιμήσεις με αναγωγή στο έτος 2100 αυξάνουν τα περιθώρια χαλάρωσης και «ευελιξίας» για τα μέτρα που πρέπει να λάβουν οι κυβερνώντες, στο μετά το 2020 διάστημα, όταν δεν θα ισχύει πια το Πρωτόκολλο του Κιότο.
Το πόσο δεσμευτικές βέβαια είναι αυτές οι συμφωνίες στα πλαίσια του ΟΗΕ και κατά πόσο μπορούν να υλοποιηθούν και να επιβληθούν στους υπογράφοντες από τον Οργανισμό ή τα άλλα κράτη, με ορίζοντα μάλιστα το 2100, ο καθένας μπορεί να κρίνει.
*Συντ. δικηγόρος παρ’ ΑρείωΠάγω-συγγραφέας-ερευνητής