Η τυποποίηση της πολιτικής και η απώλεια κάθε ιδεολογικού περιεχομένου της αναβαθμίζει εντυπωσιακά τον ρόλο των μεγάλων θρησκειών.
«Στην σημερινή Ρωσία, η Ορθοδοξία τείνει να γίνει η νέα επίσημη ιδεολογία. Ο πρόεδρος Βλαντιμίρ Πούτιν, αφού πέρασε από διάφορες ιδεολογικές φάσεις, σήμερα είναι ο πιο ένθερμος οπαδός της Ρωσικής Ορθόδοξης Εκκλησίας, η οποία ως εκ τούτου έχει αποκτήσει και το ανάλογο πολιτικό βάρος».
Του Αθαν. Χ. Παπανδρόπουλου
Αυτά μάς λέει ο ιστορικός της ρωσικής Ορθοδοξίας, Νικολάϊ Μιτροκίν, ο οποίος διδάσκει στο Πανεπιστήμιο της Βρέμης και διευθύνει το Κέντρο Μελετών για την Ανατολική Ευρώπη, στην Γερμανία. «Παράλληλα», επισημαίνει ο συνομιλητής μας, «η Ορθόδοξη Εκκλησία έχει προνομιούχο θέση και στον ρωσικό στρατό, όπου καλλιεργεί εθνικισμό και αντιδυτικισμό. Γίνεται έτσι κατά κάποιον τρόπο το κέντρο ορισμού των ηθικών και αξιακών κανόνων της χώρας».
Βαπτισμένος στην Πρώτη Πρεσβυτεριανή Εκκλησία στην περιοχή του Κουΐνς στην Νέα Υόρκη, ο Αμερικανός πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ είναι από τους ένθερμους οπαδούς του Ιερώνυμου Νόρμαν Βίνσεντ Πηλ, συγγραφέα το 1952 του τότε μπεστ-σέλλερ «Η Δύναμη της Θετικής Σκέψης». Έντονα αντικαθολικός, ο αποβιώσας το 1993 Νόρμαν Βίνσεντ Πηλ είχε αναπτύξει το θέμα της «θεολογίας της επιτυχίας», τονίζοντας ότι η εμπιστοσύνη στον εαυτό μας ως φιλοσοφία ζωής ήταν αυτή που άνοιγε τις πόρτες της αυτοολοκλήρωσης. Σήμερα, οι οπαδοί της εκκλησίας αυτής στηρίζουν μαζικά τον Αμερικανό πρόεδρο, ο οποίος εξακολουθεί και έχει την προτίμηση των Αμερικανών Χριστιανών.
Το Ισλάμ εκπροσωπεί στην Τουρκία ο σημερινός πρόεδρός της Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, που δεν κρύβει τις προθέσεις του για τον εξισλαμισμό της χώρας του –ο οποίος έχει ήδη προχωρήσει σε μεγάλο βαθμό και είναι βεβαίως κυρίαρχος στην αποκαλούμενη βαθειά Τουρκία.
Τί μπορεί να σημαίνουν για τις εξελίξεις τα παραπάνω γεγονότα και οι προεκτάσεις τους; Γιατί η δύναμη της θρησκείας συνεχώς αυξάνει και ποιες επιπτώσεις θα μπορούσε να έχει η τάση αυτή; Κατά τον Ιταλό καθηγητή Κοινωνιολογίας Κάρλο Λίβι, ο πρώτος λόγος είναι μία σειρά από δράσεις και αντιδράσεις: Το φονταμενταλιστικό Ισλάμ, για παράδειγμα, βοήθησε να παρακινηθούν οι ριζοσπαστικοί Ιουδαϊσμός και Ινδουϊσμός, οι οποίοι με την σειρά τους ενίσχυσαν την ζέση των μουλάδων.
Η Χαμάς οφείλει πολλά στους ισραηλινούς εποίκους. Δεύτερον, η τελευταία μορφή μοντερνισμού, η παγκοσμιοποίηση, ώθησε την θρησκεία προς τα εμπρός. Για τους παραδοσιακούς, η πίστη λειτούργησε σαν ένα φράγμα ενάντια στην αλλαγή. Για τους εύπορους μεσοαστούς, η πίστη κατέστη ένα είδος lifestyle. Δεν είναι τυχαίο ότι το θρησκευτικό βιβλίο με τις περισσότερες πωλήσεις στην Αμερική έχει τον τίτλο The Purpose-Driven Life (Έχετε στόχους στην ζωή σας;).
Ας έλθουμε όμως στην ερμηνεία. Γιατί η θρησκεία μπαίνει όλο και περισσότερο στην ζωή των ανθρώπων; Η απάντηση είναι σχετικά απλή. Διότι οι πολιτικοί για μία περίοδο είχαν ξεχάσει την ύπαρξή της. Ιδίως δε εκείνοι που ασχολούνταν με την εξωτερική πολιτική. Η Realpolitik δεν τα βγάζει εύκολα πέρα με το παράλογο. Για παράδειγμα, η θρησκεία δεν υπάρχει στο ευρετήριο του Diplomacy, το 900 σελίδων αριστούργημα στην διπλωματική πολιτική του Χένρυ Κίσσιντζερ –ένα λάθος, όπως παραδέχεται και ο ίδιος ο πρώην υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ, που σήμερα βλέπει αρκετές “λυπηρές ομοιότητες” με την Ευρώπη του 17ου αιώνα.
Ο Χ. Κίσσιντζερ δεν είναι ο μόνος. Πριν την 11η Σεπτεμβρίου 2001, τα περισσότερα μεγάλα βιβλία –με μόνη εξαίρεση το βιβλίο του Σάμιουελ Χάντινγκτον The Clash of Civilizations– προέβλεπαν ένα κοσμικό τέλος της ιστορίας. Ο Economist δεν ήταν τόσο πεπεισμένος για τον θάνατο του Παντοδύναμου, που δημοσιεύεται η νεκρολογία Του στο τεύχος του Millenium. Η Μαντλίν Ωλμπράϊτ θυμάται μία σύσκεψη στο Στέϊτ Ντηπάρτμεντ στα τέλη της δεκαετίας τού 1990 με θέμα την Βόρεια Ιρλανδία, όταν ένας διπλωμάτης αναρωτήθηκε απελπισμένα: Ποιος θα φανταζόταν ότι θα ασχολούμασταν με μία θρησκευτική σύγκρουση στα τέλη του 20ου αιώνα;.
Και όμως. Η θρησκεία έδινε το παρών στα παγκόσμια πράγματα από την εποχή που ο Χομεϊνί ανέτρεψε τον Σάχη στο Ιράν. Ήλθε ωστόσο και η 11η Σεπτεμβρίου 2001 και τα άλλαξε όλα. Πριν 26 χρόνια, μία πρόταση της CIA για την μελέτη του παράγοντα θρησκεία δεν είχε εγκριθεί, με την δικαιολογία ότι επρόκειτο για «καθαρή κοινωνιολογία». Ακόμα χειρότερα, όταν οι Αμερικανοί πήγαν στο Ιράκ, ελάχιστα γνώριζαν για τις διαφορές μεταξύ Σιϊτών και Σουνιτών.
«Όπου και αν κοιτάξουμε σήμερα έχουμε θρησκευτικά προβλήματα», ομολογεί ένας Αμερικανός σύμβουλος του Στέϊτ Ντηπάρτμεντ. Και δεν είναι μόνον το Ισλάμ. Είναι οι Ορθόδοξοι στην Ρωσία, ο ινδουϊστικός εθνικισμός στην Ινδία, οι Χριστιανοί στην Κίνα… Ο κατάλογος είναι μακρύς.
«Όσο προχωρά η ψηφιακή ανατροπή», γράφει ο πατήρ Μπάρρυ Άσμαν, «οι θρησκευόμενοι άνθρωποι θα πληθαίνουν. Θα είναι όλοι αυτοί που αδυνατούν να παρακολουθήσουν την ταχύτητα της πλεύσης των εξελίξεων και θεωρούνται ως οι χαμένοι της εξέλιξης. Επίσης, η θρησκεία κάνει την εμφάνισή της και στον επιχειρηματικό τομέα, όπου πολύς λόγος γίνεται για επιχειρηματική ηθική. Είναι μία τάση που θα παίρνει διαστάσεις. Το ποσοστό έτσι των ανθρώπων που ανήκουν σε μία από τις τέσσερις μεγάλες θρησκείες του κόσμου –Χριστιανισμός, Ισλάμ, Βουδισμός, Ινδουϊσμός– αυξήθηκε, από 50% το 1900 σε 67% το 2000, και θα ξεπεράσει το 80% το 2050».
Μήπως λοιπόν οι υπερεκτιμημένες δυνατότητες της ελιτιστικής εκκοσμίκευσης στην Δύση θα πρέπει να επανασυζητηθούν;