Παραδοσιακά ένα μέρος της δουλειάς ορισμένων τμημάτων των κρατικών μηχανισμών αλλά και των think tank είναι να κάθονται και να επεξεργάζονται «αποκαλυπτικά» σενάρια καταστροφής. Μπορεί να αντιμετωπίζεται συχνά με μια σχετική περιφρόνηση η συγκεκριμένη ενασχόληση, όμως υποτίθεται ότι χάρη σε τέτοιες μελέτες για το τι θα γίνει εάν υπάρξει πυρηνική καταστροφή, χτύπημα από μετεωρίτη, καταστροφικός σεισμός, πανδημία, μπορούμε να είμαστε προετοιμασμένοι για την ακραία περίπτωση που θα συμβεί.
Όμως, τίποτα δεν συγκρίνεται με το πραγματικό συμβάν, την περίπτωση όπου όντως κάτι συμβαίνει. Γιατί τότε αποδεικνύεται ότι τα νερά ήταν μάλλον αχαρτογράφητα.
Αυτό ακριβώς συμβαίνει αυτή τη στιγμή και με την πανδημία του Covid-19. Ο πραγματικός κίνδυνος από την πανδημία, μια που η μεγάλη μεταδοτικότητα σημαίνει το φόβο τέτοιων αριθμών κρουσμάτων που θα οδηγήσουν σε κατάρρευση τα συστήματα υγείας και σε αριθμούς θυμάτων που θα διαμόρφωναν όρους μιας ευρύτερης καταστροφής, οδήγησε τη μία χώρα μετά την άλλη στη λήψη μέτρων κοινωνικής αποστασιοποίησης και αναστολής λειτουργίας εμπορικών, παραγωγικών και διοικητικών χώρων, παράλληλα με μια καθολική σχεδόν καθήλωση του μεγαλύτερου μέρους του παγκόσμιου επιβατικού αεροπορικού στόλου. Όλα αυτά ισοδυναμούσαν με ένα «πάγωμα» χωρίς προηγούμενο οικονομικών δραστηριοτήτων με αναμενόμενα αποτελέσματα και για τους συνολικούς οικονομικούς δείκτες.
Αυτή τη στιγμή υπάρχουν ολόκληρη κλάδοι όπως ο τουρισμός, η εστίαση, οι επιβατικές αερομεταφορές, που βρίσκονται στη μεγαλύτερη ακύρωση δραστηριοτήτων μετά από πολλές δεκαετίες. Ο περιορισμός των μετακινήσεων, που σταδιακά επεκτείνεται έχει περιορίσει δραστικά την κατανάλωση καυσίμων. Στις χώρες όπου υπάρχει εκτεταμένη διασπορά του ιού μέσα στην κοινότητα οι κυβερνήσεις σταδιακά περιορίζουν τις επιχειρήσεις που μπορούν να λειτουργήσουν περιορίζοντάς της μόνο σε αυτές που είναι στρατηγικές δημιουργώντας μια επιπλέον συνθήκη υποχώρησης της οικονομικής δραστηριότητας.
Ένα τεράστιο μέρος της παγκόσμιας εργατικής δύναμης σταδιακά βρίσκεται χωρίς εργασία και στην καλύτερη των περιπτώσεων λαμβάνει απλώς κάποια επιδόματα. Όλα αυτά σημαίνουν ταυτόχρονα και μια κατάρρευση της ζήτησης λόγω μείωσης και του διαθέσιμου εισοδήματος και των ευκαιριών κατανάλωσης, αλλά και μια κατάρρευση και της προσφοράς μέσα από ακύρωση παραγωγικών δραστηριοτήτων.
Συρρίκνωση χωρίς προηγούμενο
Αυτή τη στιγμή οι διεθνείς οργανισμοί και τα διάφορα οικονομικά think tank προσπαθούν να κάνουν τις πρώτες εκτιμήσεις για το μέγεθος της συρρίκνωσης. Κοινός τόπος είναι ότι τα δύο πρώτα τρίμηνα θα είναι έχουν εντυπωσιακή συρρίκνωση σε όλες τις βασικές οικονομίες. Το International Institute of Finance εκτιμά στο τέλος Ιουνίου η αμερικανική οικονομία θα βρίσκεται σε μια συρρίκνωση που προβαλλόμενη σε ετήσια βάση θα αγγίζει το 10% και η οικονομία της ευρωζώνης το 18%. Η Oxford Economics εκτιμά ότι ο ετήσιος ρυθμός συρρίκνωσης θα φτάσει στα τέλη Ιουνίου το 12% για την αμερικανική οικονομία. Οι οικονομολόγοι της Deutsche Bank υποστήριξαν πρόσφατα ότι τα αποτελέσματα συρρίκνωσης στην παγκόσμια οικονομία θα μπορούν να συγκριθούν μόνο με την κατάσταση στη διάρκεια του Δεύτερου Παγκοσμίου Πολέμου.
Χαρακτηριστικές είναι και οι προβλέψεις για τη γερμανική οικονομία. Το ινστιτούτο Ifo δημοσίευσε μελέτη σύμφωνα με την οποία εκτιμά τις απώλειες από -7.,2% για ένα διάστημα δύο μηνών έστω το χειρότερο σενάριο μιας συρρίκνωσης κατά 20,6%. Αυτό θα σήμαινε για τη γερμανική οικονομία απώλειες ανάμεσα στα 255 και τα 729 δισεκατομμύρια ευρώ. Εκτιμά ακόμη ότι η τρύπα στα κρατικά ταμεία θα φτάσει τα 200 δισεκατομμύρια ενώ υπολογίζει απώλειες ακόμη και 1,8 εκατομμύρια θέσεων εργασίας.
Οι περισσότεροι αναλυτές είναι αλήθεια ότι σπεύδουν να υπογραμμίσουν ότι εάν τα έκτακτα μέτρα δεν συνεχιστούν στο δεύτερο μισό της χρονιάς ένα μέρος της ζημιάς θα καλυφθεί. Επισημαίνουν μάλιστα και το γεγονός ότι η Ιαπωνία δεν έχει αντίστοιχες τάσεις (άλλωστε και η οξύτητα της πανδημίας εκεί δείχνει πιο περιορισμένη) ενώ σταδιακά παίρνει μπροστά και η κινεζική οικονομία.
Όμως, την ίδια στιγμή υπάρχει σοβαρό θέμα εάν τα έκτακτα μέτρα παραταθούν. Οι περισσότεροι ειδικοί δεν δείχνουν τόσο αισιόδοξοι για τον περιορισμό της πανδημίας και ο φόβος είναι ότι ακόμη και εάν υπάρξει ύφεση, να υπάρξει δεύτερο κύμα που να επιβάλλει ξανά ανάλογα μέτρα, στο βαθμό που απέχουμε χρονικά από τη στιγμή που θα μπορούμε να μιλάμε για «τείχος ανοσίας» μέσα από μαζικό εμβολιασμό εφόσον το εμβόλιο αναμένεται μαζικά διαθέσιμο σε 12-18 μήνες. Σε αυτή την περίπτωση τα αισιόδοξα σενάρια θα διαψευστούν και θα μιλάμε για ακόμη μεγαλύτερη συρρίκνωση και μια εντυπωσιακή παγκόσμια ύφεση.
Όλα αυτά θα έχουν και ένα τεράστιο κόστος για την εργασία. Ο Διεθνής Οργανισμός Εργασίας (ILO) εκτιμά ότι η παγκόσμια αύξηση της ανεργίας θα κυμανθεί ανάμεσα στα 5,3 εκατομμύρια θέσεις εργασίας και τα 24,7 εκατομμύρια θέσεις εργασίας. Στο χειρότερο σενάριο οι απώλειες θέσεων εργασίας θα ξεπεράσουν τα 22 εκατομμύρια θέσεις εργασίας που ήταν οι άμεσες απώλειες από την οικονομική κρίση του 2008-2009. Αντίστοιχα, εκτιμά ότι η απώλειες εισοδήματος για τους εργαζομένους παγκοσμίως θα κινηθούν ανάμεσα στα 860 και τα 3.440 δισεκατομμύρια δολάρια.
Δεν είναι μόνο θέμα του «μαύρου κύκνου»
Όμως, το ζήτημα είναι ότι δεν έχουμε να κάνουμε απλώς με τον «μαύρο κύκνο», δηλαδή το απρόσμενο και πέρα από τον έλεγχό μας γεγονός που πυροδοτεί τη σημερινή ακολουθία οικονομικής κρίσης.
Ούτως ή άλλως όλοι οι διεθνείς οικονομικοί οργανισμοί είχαν εντοπίσει την επιβράδυνση των οικονομιών κατά το 2019 και εκτιμούσαν ότι ήταν ενεργό το ενδεχόμενο παγκόσμια ύφεσης μέσα στα επόμενα χρόνια.
Επιπλέον, ήδη μια σειρά από μεγάλες οικονομίες του Παγκόσμιου Νότου ήταν ουσιαστικά σε ύφεση, όπως το Μεξικό, η Αργεντινή, η Νότια Αφρική, ενώ δεν θα πρέπει να υποτιμάμε την υποχώρηση της τιμής βασικών εμπορευμάτων, ξεκινώντας από την καταβαράθρωση της τιμής του αργού πετρελαίου, στοιχείο που επίσης οδηγεί σε υφεσιακές τάσεις.
Την ίδια στιγμή δεν θα πρέπει να υποτιμάμε το γεγονός ότι ήδη αρκετοί προειδοποιούσαν για μια επιδείνωση της κατάστασης με το χρέος. Μάλιστα, ένα μεγάλο μέρος της αύξησης του παγκόσμιου χρέους, ιδιωτικού και δημόσιου, αφορά ακριβώς τις αναδυόμενες και αναπτυσσόμενες οικονομίες, όπου κανείς παρατηρεί ότι όσο υποχωρούν οι ρυθμοί ανάπτυξης, αυξάνεται το συνολικό χρέος, δημόσιο και ιδιωτικό, ως ποσοστό του ΑΕΠ.
Το πρόβλημα είναι ότι αυτή τη στιγμή τα μεγάλα πακέτα οικονομικών ενισχύσεων που παίρνουν οι κυβερνήσεις και η ενεργοποίηση των κεντρικών τραπεζών, μπορεί να καλύπτουν κάποιες ανάγκες ή να αποτρέπουν το ενδεχόμενο ακραίων σεναρίων κρίσης ρευστότητας ή και κοινωνικής καταστροφής, όμως μεσοπρόθεσμα με ένα μεγάλο μέρος παραγωγικών δραστηριοτήτων να βρίσκεται σε καραντίνα, είναι ένα ερώτημα εάν επαρκούν τα εργαλεία που δοκιμάζονται μέχρι στιγμής.
Τα διλήμματα της ευρωζώνης
Η συγκυρία έχει φέρει σήμερα την ευρωζώνη να είναι ταυτόχρονα και το επίκεντρο της πανδημίας και εκτεταμένα μέτρα περιορισμού. Μέχρι τώρα η απάντηση είναι κυρίως μεγάλα εθνικά πακέτα μέτρων για την αντιμετώπιση των επιπτώσεων από την αναστολή οικονομικών λειτουργιών. Από τη μεριά της η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα ανακοίνωσε ένα πολύ μεγάλο πρόγραμμα «ποσοτικής χαλάρωσης» για να τροφοδοτήσει τη ρευστότητα.
Όμως, την ίδια στιγμή τα μέτρα που λαμβάνονται σημαίνουν ότι οι χώρες πολύ δύσκολα θα μείνουν μέσα στα όρια δημοσιονομικής πειθαρχίας που αποτελούσαν μέχρι τώρα τον πυρήνα της κοινής δημοσιονομικής πολιτικής.
Όμως, η ανησυχία δεν περιορίζεται απλώς στη συγκυριακή δημοσιονομική χαλάρωση. Η χώρα που αυτή τη στιγμή πλήττεται περισσότερο από την πανδημία, η Ιταλία, ήταν και η χώρα που ο όγκος δημόσιου χρέους της (131% του ΑΕΠ) αποτελούσε και το βασικότερο παράγοντα ανησυχίας μέσα στην ευρωζώνη. Είναι αλήθεια ότι η παρέμβαση της ΕΚΤ έφερε μια σχετική ηρεμία και οδήγησε και στην υποχώρηση των spread, όμως τα ερωτήματα παραμένουν ανοιχτά. Άλλωστε, όπως έχει παρατηρηθεί συχνά το τελευταίο διάστημα, παρά το μεγάλο βαθμό αλληλεξάρτησης των ευρωπαϊκών οικονομιών, συμπεριλαμβανομένης της ύπαρξης κοινού νομίσματος, ο πραγματικός βαθμός αλληλεγγύης είναι σχετικά μικρός, παρότι εάν κάποια επιμέρους οικονομία της ευρωζώνης αντιμετωπίσει σοβαρό πρόβλημα στη διάρκεια της τρέχουσας κρίσης, ο αντίκτυπος θα είναι συνολικότερος.