Αν και στην Ελλάδα το πολιτικό σύστημα και κατ’ επέκταση τα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης ασχολούνται διαχρονικά με τις «ευθύνες» πολιτικών προσώπων, π.χ. για την πυρκαγιά στο Μάτι (Ιούλιος 2018) και τις τραγικές της επιπτώσεις (χωρίς να λαμβάνουν υπόψη την συμβολή όλων των κομμάτων, που διαχειρίσθηκαν κυβερνητική εξουσία, στην άναρχη δόμηση, στα αυθαίρετα και στην έλλειψη μακροπρόθεσμου σχεδιασμού) με βασικό στόχο την διαμόρφωση του επιθυμητού πολιτικού κλίματος, στο ευρωπαϊκό επίπεδο γίνεται διάλογος σχετικά με την αντιμετώπιση των οικονομικών επιπτώσεων της πανδημίας του κορωνοϊού (Covid-19) στα κράτη-μέλη.
Του Χρίστου Αλεξόπουλου
Σε αυτό το πλαίσιο η αντιπαράθεση των κυβερνήσεων επικεντρώνεται στον τρόπο διαχείρισης των κονδυλίων από το Ταμείο Ανάκαμψης. Η βοήθεια στα κράτη-μέλη θα δοθεί με την μορφή επιχορηγήσεων ή δανείων, όπως συνέβη με την αντιμετώπιση της ελληνικής οικονομικής κρίσης;
Ανεξάρτητα από τον συμβιβασμό, στον οποίο κατέληξαν και τις επιπτώσεις του στις διάφορες χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης γίνεται εμφανές, ότι ο προσανατολισμός και ο πραγματισμός του ευρωπαϊκού πολιτικού συστήματος δεν οδηγούν στην ανάπτυξη δυναμικής για την ολοκλήρωση του ευρωπαϊκού εγχειρήματος, αλλά συμβάλλουν στην αναπαραγωγή της λογικής οικοδόμησης «στενών» οικονομικών και πολιτικών σχέσεων κρατικών οντοτήτων με εθνικά συμφέροντα και στην αποδυνάμωση του γεωπολιτικού βάρους της Ευρώπης ως υπερεθνικού μορφώματος με συνοχή, με αποτέλεσμα την άνοδο του ευρωσκεπτικισμού στις ευρωπαϊκές κοινωνίες.
Τα πολιτικά συστήματα των κρατών-μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης αντιλαμβάνονται και διαχειρίζονται την Ευρώπη μόνο ως οικονομικό μέγεθος και «κοινοπραξία» εθνικών οικονομικών συμφερόντων, χωρίς προοπτική ουσιαστικής εξισορρόπησης των ανισοτήτων μεταξύ των κοινωνιών (π.χ. οικονομικών, τεχνολογικών κ.λ.π.) με αποτέλεσμα την μη διαμόρφωση ευρωπαϊκής συνείδησης και την ενίσχυση του ευρωσκεπτικισμού.
Η μέχρι τώρα διαδρομή της Ευρωπαϊκής Ένωσης δεν οδηγεί στην ευρωπαϊκή ενοποίηση και στην ολοκλήρωση του εγχειρήματος. Τα αίτια είναι πολυδιάστατα και η αντιμετώπιση τους προϋποθέτει την προσέγγιση της όχι ως «κοινοπραξίας» οικονομικών συμφερόντων και κρατικών οντοτήτων, αλλά ως συνόλου Ευρωπαίων πολιτών με διαφορετικές ιστορικές διαδρομές, οι οποίοι για να συνεχίσουν την πορεία τους στο μέλλον ως ατομικά ή συλλογικά υποκείμενα με ελεύθερη βούληση, πρέπει να υπερβούν το αντιφατικό μοντέλο ευρωπαϊκής οργάνωσης, το οποίο αναπαράγει εθνικές οπτικές πολιτικής και κοινωνικής λειτουργίας.
Βασικές προϋποθέσεις για την απαλλαγή από τις αγκυλώσεις της ακολουθούμενης πρακτικής από το ευρωπαϊκό πολιτικό σύστημα είναι η αλλαγή του τρόπου σκέψης και των κριτηρίων για τον σχεδιασμό πολιτικών και λήψης αποφάσεων για την υλοποίηση τους από το ένα μέρος και από το άλλο η λειτουργική ισορροπία μεταξύ της πολιτικής διαχείρισης του χρόνου (σε σχέση με την ολοκλήρωση του ευρωπαϊκού εγχειρήματος) και των αναγκών τόσο της δυναμικής της παγκοσμιοποιημένης πλανητικής εξέλιξης και του γεωπολιτικού ρόλου της Ευρωπαϊκής Ένωσης όσο και της διασφάλισης της αναγκαίας συνοχής στο εσωτερικό της.
Ως προς τον τρόπο σκέψης και τα κριτήρια λήψης αποφάσεων ο βασικός προσανατολισμός πρέπει να είναι η βιωσιμότητα, η κοινωνική δικαιοσύνη και η ευημερία των πολιτών σε ευρωπαϊκό και όχι μόνο σε εθνικό επίπεδο.
Ως προς την διαχείριση του χρόνου υπάρχει αναντίστοιχη ταχύτητα συμπόρευσης με την κάλυψη των αναγκών τόσο της δυναμικής της πλανητικής εξέλιξης και των επιπτώσεων της στην Ευρωπαϊκή Ένωση όσο και της ευρωπαϊκής συνοχής.
Αυτό βέβαια σημαίνει, ότι το πολιτικό σύστημα σε ευρωπαϊκό επίπεδο θα πρέπει να σχεδιάσει πολιτικές με βάση την παραδοχή, ότι η Ευρώπη είναι ένας ενιαίος κοινωνικός χώρος και όχι ένα σύνολο κρατών με έντονο εθνικό προσανατολισμό, τα οποία δεσμεύονται για κοινή πορεία στο μέτρο, που υπηρετείται το εθνικό συμφέρον.
Σε αυτό το πλαίσιο η κοινή πορεία προς το μέλλον παίρνει άλλο περιεχόμενο και διαφορετικές διαστάσεις. Από Ευρώπη των κρατών γίνεται η Ευρώπη των πολιτών, ενώ θα πρέπει να επιταχυνθεί με πιο γρήγορους ρυθμούς η πολιτική ενοποίηση. Οι συνθήκες τόσο σε ευρωπαϊκό όσο και σε πλανητικό επίπεδο το επιβάλλουν.
Αυτό συνεπάγεται μεγάλες αλλαγές τόσο στο πολιτικό όσο και στο κοινωνικό πεδίο. Άμεσα πρέπει να προωθηθεί η διαμόρφωση ευρωπαϊκής συνείδησης στους πολίτες, στο πολιτικό προσωπικό και στα κόμματα γενικότερα.
Βασικό εργαλείο για την επίτευξη αυτού του στόχου είναι ο σχεδιασμός πολιτικών για την διαπολιτισμική προσέγγιση και όσμωση των ευρωπαϊκών κοινωνιών, οι οποίες έχουν κάνει διαφορετικές ιστορικές διαδρομές, με τις ανάλογες επιπτώσεις στην διαμόρφωση της πολιτισμικής τους ταυτότητας.
Πολύ σημαντικό ρόλο σε αυτή την πορεία διαπολιτισμικής προσέγγισης των ευρωπαϊκών κοινωνιών μπορεί και πρέπει να παίξει η ευρωπαϊκή κοινωνία πολιτών με τις δομές, που δραστηριοποιούνται στις κοινωνίες, οι οποίες συνθέτουν την ευρωπαϊκή πραγματικότητα.
Βασικές προϋποθέσεις για την αποτελεσματική ενεργοποίηση τους είναι η δικτύωση τους σε ευρωπαϊκό επίπεδο και η συνεργασία τους με την επιστημονική κοινότητα, ώστε να διασφαλίζεται η αξιοποίηση της επιστημονικής γνώσης στους διάφορους τομείς κοινωνικής δραστηριοποίησης και η ορθολογική και τεκμηριωμένη συμβολή στην ανάπτυξη διαλόγου τόσο στο κοινωνικό πεδίο όσο και με το πολιτικό σύστημα για την κατάθεση αιτημάτων και προτάσεων.
Με αυτό τον τρόπο δημιουργούνται οι προϋποθέσεις για την διαμόρφωση και έκφραση του κοινωνικού συμφέροντος, ενώ παράλληλα οικοδομείται ευρωπαϊκή συνείδηση στους πολίτες. Είναι πλέον ώριμες οι συνθήκες για την πολιτική και εκλογική λειτουργία τους με ευρωπαϊκή οπτική και συνείδηση και ταυτόχρονη αποστασιοποίηση από την διαμόρφωση στάσης στις ευρωεκλογές με βάση εθνικά κριτήρια.
Αυτός ο προσανατολισμός θα συμβάλλει στην διαμόρφωση θετικού κλίματος στις ευρωπαϊκές κοινωνίες για την πρόσδωση ουσιαστικού ρόλου στο Ευρωκοινοβούλιο και στην μετάβαση στην επόμενη φάση της ευρωπαϊκής πορείας προς την πολιτική ενοποίηση και την συρρίκνωση της πρακτικής των εθνικών κυβερνήσεων, οι οποίες στο πλαίσιο των συνόδων κορυφής καταλήγουν σε συμβιβασμούς και αποφάσεις, που δεν προωθούν την Ευρώπη των πολιτών αλλά των εθνικών συμφερόντων και των ανισοτήτων (π.χ. διαχείριση της ελληνικής οικονομικής κρίσης).
Είναι εφικτή η οικοδόμηση μιας υπερεθνικής ευρωπαϊκής οντότητας με σημείο αναφοράς τους πολίτες; Η δυναμική της εξέλιξης σε πλανητικό επίπεδο στο πλαίσιο της παγκοσμιοποίησης και τα παγκόσμιας εμβέλειας προβλήματα (π.χ. κλιματική αλλαγή, μαζικές μετακινήσεις πληθυσμών, ρύπανση του περιβάλλοντος κ.λ.π.) το επιβάλλουν.
Εκτός και αν η Ευρωπαϊκή Ένωση δεν είναι σε θέση να αναλάβει τις γεωπολιτικές ευθύνες, που της αναλογούν και να διασφαλίσει την βιωσιμότητα και την ευημερία των κοινωνιών, που την συνθέτουν, με κοινωνική δικαιοσύνη.