Ευρωπαϊκή Ιδέα, 60 χρόνια μετά: Μεταξύ έκλειψης και παλιννόστησης

Ο λαϊκισμός, ως άλλοθι ή αναδίφηση των αιτιών;

«…η σημερινή μας Ευρώπη, είναι τέλεια σκεπτικίστρια, αφού είχε ανακατέψει τάξεις, φυλές, ράτσες, που ξυπνά πότε-πότε από έναν αυθαίρετο και ανυπόμονο σκεπτικισμό, γεμάτο σύγχυση, θολά ερωτήματα και θανάσιμη κόπωση, που εκφράζεται με την ανύπαρκτη θέληση κι ακόμη –συχνά- με μία πλαστή γοητεία για να κρύψει θαρρείς αυτή την αναπηρία».
Φρίντριχ Νίτσε
“Πέραν του καλού και του κακού”.

Του Σταύρου Χρ. Τσέτση, Δρ. ΕΜΠ

Οι επισημάνσεις του διεισδυτικότερου, ίσως, ανατόμου της Ευρωπαϊκής σκέψης του 19ου αιώνα, ηχούν εντυπωσιακά τωρινές. και συνδέονται, αναπόφευκτα, με καίρια και επίκαιρα ερωτήματα για το μέλλον της «Ευρωπαϊκής Αρχιτεκτονικής», της μελλοντικής δηλαδή, πολιτικής, θεσμικής, γεωγραφικής και διοικητικής της άρθρωσης. καθιστώντας την ιχνηλάτηση της κοινής διαδρομής, απαραίτητο οδηγό:

Η σημερινή ΕΕ, οικοδομήθηκε σταδιακά και αδιάλειπτα, από τις στάχτες του Δεύτερου Παγκοσμίου Πολέμου, για να εγκαθιδρύσει ένα οικονομικό αρχικά και πολιτικό και κοινωνικό στη συνέχεια, χώρο ελευθερίας, ανάχωμα στον ολοκληρωτισμό, όλων των αποχρώσεων.

Προσέφερε ένα ενιαίο πεδίο ειρήνης, ασφάλειας, ευημερίας και συνεργασίας, μεταξύ έως τότε αλληλοσπαραζόμενων χωρών. Και συνεχίζει να αποτελεί το «Αρχέτυπο Συνύπαρξης», ακόμη και στις πλέον ακανθώδεις περιόδους της κρίσης.

Οι μεγάλοι χαμένοι, στη Δύση, αντιμετωπίστηκαν ως συστατικό τους κομμάτι –δίχως διακρίσεις και προκαταλήψεις. αντίθετα.

Η διασάλευση των αρχών, δημιουργεί ρωγμές
Ο Hans Dietrich Genscher, η κυρίαρχη δύναμη πίσω από την γερμανική ενοποίηση, αισθανόμενος την ιδιαίτερη ευθύνη της γενιάς του, στα «Απομνημονεύματά», συνοψίζει το πνεύμα της μεταβατικής αυτής εποχής: «ο καθένας έπρεπε να γνωρίζει ότι οι Γερμανοί δεν θα αναζητήσουν μοναχικούς δρόμους, αλλά επιθυμούν να ακολουθήσουν την πορεία της Ευρώπης».

Ωστόσο η κατάρρευση του τείχους και η επανένωση του χάρτη της Ευρώπης, προκάλεσε κρίσιμες αναδιατάξεις στο εσωτερικό των ευρωπαϊκών (τότε) κοινοτήτων. Η δε υποχώρηση της γαλλογερμανικής συνεργασίας, που συνιστούσε έως τότε, το κλειδί των κοινοτικών εξελίξεων, επέφερε και την ετεροβαρή λήψη αποφάσεων.

Για να εκτυλιχθεί ένα σενάριο που φάνταζε πολύ μακρινό: την ανάληψη από το Βερολίνο του (επι)κυρίαρχου ρόλου, χωρίς αντιστάσεις, αντί του “primus inter pares”. Με σταδιακή κατίσχυση επί των ευρωπαϊκών οργάνων –η «διακυβερνητική μέθοδος, έναντι των Ενωσιακών θεσμών», είναι η γλωσσικά εκλεπτυσμένη διατύπωση.

Ο «ευρωσκεπτικισμός» δεν αναπτύσσεται σε κενό
Η διόγκωση του λεγόμενου «ευρωσκεπτικισμού» -και το εκλογικό του αποτύπωμα- ουδόλως θα πρέπει να αφοριστεί αβασάνιστα, ως εκτροπή. αλλά να εξεταστεί ως πιθανό έκτυπο, φαινομένων ενδοευρωπαϊκής ανισορροπίας.

Τα οποία τροφοδοτούνται από μία επιβαλλόμενη «οικονομική ορθοδοξία» μιας μονομερούς λιτότητας και μιας επίσης ανισοβαρούς αντιμετώπισης των συνεπειών της προσφυγικής/ μεταναστευτικής κρίσης. Καθώς και μιας αυξανόμενης αίσθησης της κοινής γνώμης, ότι η ΕΕ, δεν συνιστά πλέον πεδίο ευημερίας και κοινωνικής γαλήνης. αλλά πεδίο υποδόριων, πλην οξύτατων ανταγωνισμών, για την επιβολή εθνικών στοχεύσεων, στο κοινοτικό οικοδόμημα.

Ο Ι. Κάντ ωστόσο, στο δοκίμιο του για την «Αιώνια Ειρήνη», ηχεί εξαιρετικά επίκαιρος: «δεν θα δημιουργούνται κρατικά χρέη, σε συνάρτηση με εξωτερικές κρατικές διαφορές».
Θα φροντίσει η ίδια η Ευρώπη, την ίαση των παθογενειών και επιδεινούμενων φθορών της. Ή θα αποδυναμωθεί με την αγωνία της περαιτέρω συρρίκνωσης, της οικονομικής αβεβαιότητας και της απομείωσης της επιρροής της.

Εάν η πολιτική απάντηση μόνον αυτονόητη δεν είναι, οι δυνάμεις της –πνευματικές, πολιτιστικές, οικονομικές, κοινωνικές, ακόμη και πολιτικές και ασφαλώς η κοινή γνώμη στη μεγάλη και σιωπηλή της πλειοψηφία- θέλουν την Ευρώπη. αυτή των αξιών της.

Η αμφισβήτηση, προδήλως έχει ερείσματα, όχι μόνον σε τάσεις κατίσχυσης των φερομένων ως «ενάρετων» εταίρων, αλλά και σε υπαρκτές, σοβαρές, βαθιές, επίμονες αδυναμίες και νοσίες διαρθρωτικού χαρακτήρα, των περιμετρικών κυρίως κρατών. Και στην αναποτελεσματικότητα, ιδίως στην περίπτωση της χώρας μας, της πολιτικής και εγχώριας επιχειρηματικής καθεστηκυίας τάξης, να αποσβήσουν το τρέχον σκηνικό τραγωδίας.

Μια άλλη δοκιμασία, πέραν της οικονομικής, η προσφυγική κρίση, προστέθηκε στο γνώριμο για την Ευρώπη κρίσιμο ζήτημα των ανεξέλεγκτων μεταναστευτικών ροών προς τους κόλπους της.
Αναδεικνύοντας το θέμα- περισσότερο ανομολόγητο, παρά υποτιμημένο- της ίδιας της ευρωπαϊκής ταυτότητας. που υπό μία οπτική, φαίνεται να αποτελεί το υπαρξιακό της διακύδευμα.

Η ταυτότητα της Ευρώπης, ως υπαρξιακό διακύδευμα
Θα με συγχωρήσετε που αποδίδω στις λέξεις αυτές, Ευρώπη και Ευρωπαίος, μία έννοια κάπως ευρύτερη από τη γεωγραφική, και κάπως ευρύτερη από την ιστορική, μα, κατά κάποιο τρόπο, λειτουργική. Θα έλεγα σχεδόν, καθώς η σκέψη μου καταχράται τη γλώσσα μου, ότι μία Ευρώπη αποτελεί ένα είδος συστήματος διαμορφωμένου από μία ορισμένη ανθρώπινη ποικιλομορφία και από έναν ιδιαίτερα ευνοημένο τόπο, σφυρηλατημένη τελικά από μία μοναδικής ποικιλίας και ζωντάνιας ιστορία»
Paul Valery

Το πανάρχαιο μάθημα του Ελληνικού Λόγου και της Αρετής, η κληρονομιά του Δικαίου και η παράδοση της Ρώμης, το δίδαγμα της Αγάπης του Ευαγγελίου, -στις διαφοροποιημένες προσλήψεις τους- συνιστούν διαχρονικά και αδιαμφισβήτητα, τα θεμέλια της Ευρωπαϊκής ταυτότητας. και τη μήτρα του Δυτικού πολιτισμού.
Με απορρέουσες θεμελιώδεις αξίες, την Ειρήνη, τη Δημοκρατία, την Ασφάλεια, τη Δικαιοσύνη, την Ισονομία, τη Συνεργασία, την Αλληλεγγύη, τη Συνοχή, την Ανεκτικότητα.

Η παρατεταμένη ωστόσο κρίση και η, απροκάλυπτη, εν είδει, ex cattedra, «επιβολή» των θεσμών στους αδύναμους ιδίως «εταίρους», ανέσυραν, τις διαφορές των προσεγγίσεων του «Ειδέναι», του Ratio, της Χριστιανικής ερμηνείας του υπερβατικού. ενίοτε καθιστώντας τες ως ανάχωμα στη συνεργασία, αλλά και προκαλώντας ένα ψυχικό ρήγμα μεταξύ (άλλοτε) 28.

Είναι το όλο κλίμα αναστρέψιμο; Ή τουλάχιστον, δίχως να επέλθει το πλήρωμα του κύκλου: γένεση – ανάπτυξη – φθορά – κρίση – διάρρηξη;

Μπορούν οι κυρίαρχες elits, της πολιτικής ιδίως Ευρώπης, μεγαλωμένες σε περιόδους μεταπολεμικής ευφορίας, να αντλήσουν από το μάθημα της ιστορίας. Και σ’ ένα διεθνές (και εσωτερικό) περιβάλλον, όπου τα «πάντα ρει», να ενσκήψουν στο Αριστοτέλειο «εάν όλοι αλλάζουν στην επιφάνεια, η ουσία παραμένει αμετάβλητη»; Που στην συγκεκριμένη περίπτωση, αμετακίνητες, είναι σαφώς οι αξίες της. Αυτές που έδωσαν πνοή στο ενοποιητικό εγχείρημα. Εν πολλοίς, είναι δυνατή η παλιννόστηση της, μεγάλης, ταλανιζόμενης σήμερα, Ευρωπαϊκής Ιδέας;

Η Ευρώπη είναι οι αξίες της
Δεν είμαι με ένα κόμμα, είμαι με μία αρχή.
Το κόμμα είναι το φύλλωμα, πέφτει. Η αρχή είναι η ρίζα. Μένει.
Τα φυλλώματα κάνουν θόρυβο και δεν κάνουν τίποτε. Η ρίζα σιωπά και κάνει τα πάντα.
Victor Hugo

Η Ένωση, συνεχίζει να οικοδομείται, πάνω στο αξιακό της υπόστρωμα –αυτό της ταυτότητά της- το οποίο αποτυπώνεται, στις αρχές των Ιδρυτικών της Συνθηκών.
Στην τρέχουσα συγκυρία δεν είναι, νομίζω, πλεονασμός να τονιστεί ότι η Γηραιά Ήπειρος, στην Ιστορία της, πορεύτηκε μεταξύ του αλληλοσπαραγμού του Νείκους και δημιουργικής μεγαληγορίας της Φιλότητας. χαρακτηριζόμενη εναλλασσόμενα, ως η Σκοτεινή Ήπειρος -και αυτή του Φωτός.

Γι’ αυτό η Ευρώπη δεν μπορεί να επιτρέψει φαινόμενα μηδενισμού, όπως επεσήμανε προφητικά ο Νίτσε στον «Ευρωπαϊκό Μηδενισμό», δηλαδή στην «πτώση κάθε υψηλής αξίας». Γιατί αυτοαναιρείται. Εκπίπτει σε μία κατάσταση, που ο ίδιος χαρακτήριζε, ότι «θυμίζει καταστροφή», παρομοιάζοντάς την ως «ποτάμι που δεν έχει πια το θάρρος να προβεί σε σκέψεις».

Εξήντα χρόνια μετά την υπογραφή της Ιδρυτικής Συνθήκης της Ρώμης στις 25 Μαρτίου 1957, το ύψιστο διακύδευμα -στον αντίποδα του Ηρακλείτιου «πόλεμος πάντων μεν πατήρ εστί»- παραμένει η διαρκής ειρήνη, που τόσο ενέπνευσε τον Ι. Κάντ, ουσιαστική και σε όλους τους τομείς του γίγνεσθαι και ουδόλως προσχηματική. Η οποία προϋποθέτει και τη διαρκή κατίσχυση των αξιών της, έναντι κάθε φερόμενης εκτροπής.

Τα «σχεδιάσματα» για το μέλλον της Ευρώπης. Μεταξύ φεντεραλιστικής πορείας και συν-ομοσπονδίας.
Τα πρόσφατα «σχεδιάσματα» της Επιτροπής, για τη μελλοντική «Ευρωπαϊκή Αρχιτεκτονική», κινούνται μεταξύ μιας φεντεραλιστικής προοπτικής και μιας συν-ομοσπονδιακής δομής, σε οικονομικό κυρίως τάπητα.
Προβάλλεται και μία ενδιάμεση υπόθεση, της «διαφοροποιημένης διαστρωμάτωσης της Ευρώπης, στη βάση ομόκεντρων κύκλων», μία μορφή ενισχυμένης συνεργασίας, που προβλέπεται ήδη στις Συνθήκες: στον εσωτερικό πυρήνα/ κύκλο, ανήκουν οι χώρες, που επιθυμούν και μπορούν να συμμετάσχουν στο Ευρώ. ο επάλληλος κύκλος περιλαμβάνει τις υπόλοιπες, ενώ ο εξωτερικός είναι αυτός των τρίτων χωρών, με «προνομιακές» σχέσεις συνεργασίας.

Η υπόθεση της ομοσπονδιακής άρθρωσης, με περαιτέρω εμβάθυνση των θεσμών της, προσκρούει ωστόσο στην καχυποψία, ότι η ίδια ΕΕ, αποτέλεσε όχημα ηγεμονικών βλέψεων.
Το άλλο «υποτύπωμα», της Ευρώπης ως ενιαίας Αγοράς, αποστερημένης από πολιτικές στοχεύσεις, με μάλλον αβέβαιο το κοινό νόμισμα και αμετάβλητη την πολιτική ασφάλειας, συνιστά ένα είδος συνομόσπονδης Ευρώπης.

Μία διάταξη στη βάση πολλών επιλογών -αυτών της «μεταβλητής γεωμετρίας», ένα τρίτο σενάριο, αποδυναμώνει την Ένωση. ενισχύει αντίθετα τους κυρίους «συνομιλητές» των εξελίξεων.

Μία Ευρώπη αποδεκτή, δεν επιτρέπει «νικητές» και «ηττημένους»
Η στερεοτυπική θέση για την αναγκαιότητα και σήμερα, μιας ενιαίας και ισχυρής ευρωπαϊκής οντότητας -«όλοι μαζί μπορούμε»- σε ένα παγκοσμιοποιημένο, μη αναστρέψιμο, πλην σαφώς ρυθμίσιμο κόσμο, διατηρεί στο ακέραιο την εγκυρότητά της.

Τα οφέλη ωστόσο των εταίρων από μια κοινότητα, δεν μπορεί να είναι ασύμμετρα.
Η ισοβαρής πρακτική (win to win), συνιστά το θεμέλιο κάθε μορφής συν-εταιρισμού, πόσο μάλλον κοινότητας, με μακροχρόνιες επιδιώξεις προόδου και ευημερίας. που βλέπει και αντιμετωπίζει την ετερότητα ως πλούτο.

Στον αντίποδα μιας στάσης που αδιαφορεί, με δείκτες, για τους μεν να ευημερούν, για τους άλλους να διολισθαίνουν σε μία σχοινοτενή και επιδεινούμενη ύφεση. που υποδαυλίζει αποκλίσεις, αντιθέσεις, αντιπαλότητες.

Με σαφείς αντανακλάσεις στα κοινοτικά όργανα, -άλλωστε η Ένωση παραμένει ένας διακυβερνητικός οργανισμός –στη λήψη τουλάχιστον των κρίσιμων πολιτικών αποφάσεων. Το όποιο εγχείρημα χειραγώγησης των κοινοτικών θεσμών, μεταφράζεται σε ρωγμές στο ευρωπαϊκό οικοδόμημα, απομείωση του κύρους, του ρόλου και της επιρροής των.

Διευθυντήρια, ακόμη και με μετρημένους στα δάχτυλα τραυματίου χειρός «επισπεύδοντες», επί 27 πλέον εταίρων, ουδόλως ευνοούν την σταθερότητα της Γηραιάς Ηπείρου. και δεν προκαλούν απλά περαιτέρω ομαδοποιήσεις, αντίθετα: την «Ύβριν» του Ηγεμονισμού, ακολουθεί αναπόδραστα –και είναι πλέον φανερό- η «Νέμεσις» της διάρρηξης της.

Η ίδια η δυναμική της Ιστορίας, δυσκόλως θα επιτρέψει μία κάποια μορφή –εσωτερική ή μη- «Χανσεατικής Ένωσης».
Η «πολύπαθη» αρχή της επικουρικότητας –σύμφωνα, με την οποία δεν ανατίθενται σε ανώτερη διοικητική βαθμίδα αρμοδιότητες, όταν μπορούν να ασκηθούν αποτελεσματικότερα σε κατώτερη- προσφέρει θεσμικά, μία δικλείδα ασφαλείας, στην άλλη πληγή του Ενωσιακού οικοδομήματος: τον συγκεντρωτισμό, σε μία ολοένα δυσκολότερα ελεγχόμενη κοινοτική γραφειοκρατία. Δεν πείθει ωστόσο στην πράξη, ιδίως για τις κρίσιμες αποφάσεις. Αντίφαση; Ασφαλώς.

Παραφράζοντας την Πυθαγόρεια – Πλατωνική θεώρηση των ιδεατών στερεών, που με τόσο ενάργεια τα κατέστησε προσιτά ευρύτερα, ο Leonardo da Vinci -ως “solidi platonici”- είναι το «εικοσαεπτάεδρο». που εγγυάται το εδραίο του νέου οικοδομήματος, στη κοινοτική διαδικασία λήψη κοινοτικών αποφάσεων.
Δύσκολο ή δυσκολότερο, συνιστά την ασφαλή εναλλακτική ενός μέλλοντος, όπου η κατάρρευση δεν είναι απλώς μία υπόθεση.

Είναι γεγονός ότι η πολιτική παραμένει «η τέχνη του εφικτού» – ο Σταγειρίτης συνεχώς επιβεβαιώνεται -ακόμη και στην αναμέτρηση της με την ουτοπία, την πραγματικότητα ίσως, του αύριο-. η δε Γηραιά Ήπειρος δεν αποτελεί εξαίρεση.

Αξίζει να υπογραμμιστεί ωστόσο, ότι όσοι συνέβαλλαν στη θεωρητική διαμόρφωση μιας πολιτικής κοινωνίας και του πολιτεύματος της -από τον Ιππόδαμο στον Πλωτίνο, από τον Αυγουστίνο στον Πλήθωνα, από τον Bacon στον Campanella, για να δωθεί το μέτρο- και έχτισαν τα θεμέλια της «Ευρωπαϊκής Πολιτείας, της εμφύσησαν αρχές και αξίες. αυτές που η σημερινή Ευρωπαϊκή κοινωνία ενστερνίζεται.

Σ΄ αυτό το μάθημα οφείλει να συνεχίσει να θητεύει η Ευρώπη, σε ένα τόσο ρευστό και με αναδυόμενη πολυπολικότητα κόσμο, αυξανόμενης αλληλοεξάρτησης. βασισμένη στις αξίες που τη δημιούργησαν –και η ανεκτικότητα στο δικαίωμα του διαφορετικού, συνιστά θεμελιώδη κατάκτηση της- μπορεί να σφυρηλατήσει μία ενότητα, που θα της επιτρέψει να ατενίσει ένα βιώσιμο μέλλον.

……..
Την απάντηση του ερωτήματος «Ποια Ευρώπη» -όπου η (επαν)ισορροπία συνιστά το κομβικό σημείο –θα την δώσει, οφείλει να τη δώσει, το μάθημα της ίδιας της ιστορία της. Άλλωστε η ίδια διδάσκει ότι, όταν αυτή αγνοείται, ο “ex deus machina”, συνιστά πάντα έκπληξη.

Δημοσιεύθηκε την
Κατηγοριοποιημένα ως Opinion