Ο Αλέξης Τσίπρας και ο Αρχιεπίσκοπος Ιερώνυμος αν μην τι άλλο κατάφεραν εχθές να αιφνιδιάσουν, γνωστοποιώντας και -μάλιστα για πρώτη φορά με κοινό ανακοινωθέν- τα όλα όσα επί μήνες είχαν μυστικά, ως φαίνεται, μελετήσει και αφορούν στις σχέσεις της Εκκλησίας-κράτους και δη την αξιοποίηση της εκκλησιαστικής περιουσίας και τη μισθοδοσία των ιερέων.
Σε μία καλά προσχεδιασμένη επικοινωνικά «φούσκα» και «βάφτιζοντας -στην ουσία- το κρέας ψάρι», ο πρωθυπουργός και ο Ιερώνυμος συμφώνησαν σε δύο άξονες, που φαινομενικά αλλάζουν τις σχέσεις κράτους-Εκκλησίας, χωρίς όμως να ανατρέπουν ουσιαστικά κάτι από τα όσα ισχύουν σήμερα, προσφέροντας όμως στον πρώτο κάποιους επιπλέον βαθμούς… «αριστεροσύνης».
Σαν μια πρώτη εικόνα, η Εκκλησία φαίνεται να «κερδίζει» σε πολλά (από τα δεκαπέντε) σημεία της συμφωνίας, η οποία και θα πάρει μορφή νομοθετικής ρύθμισης με την προϋπόθεση ότι «θα περάσουν» από τη Διαρκή Ιερά Σύνοδο (ΔΙΣ) και στη συνέχεια από την Ιεραρχία.
Ουσιαστικά, Τσίπρας και Ιερώνυμος συμφώνησαν σε δύο άξονες: Πρώτον, οι κληρικοί δεν θα θεωρούνται πλέον δημόσιοι υπάλληλοι και δεν θα πληρώνονται από το κράτος.
Στην πραγματικότητα όμως θα πληρώνονται από το κράτος, το οποίο αναλαμβάνει την υποχρέωση να καταβάλει το ισόποσο της μισθοδοσίας τους στην ηγεσία της εκκλησίας, η οποία θα καταβάλει στη συνέχεια τους μισθούς τους κληρικούς!
Το σημείο αυτό της συμφωνίας εξυπηρετεί τον κ. Τσίπρα, που το πλασάρει ως απόδειξη μίας προοδευτικής τομής, ότι δηλαδή πετυχαίνει το… διαχωρισμό κράτους και εκκλησίας. Και επιπλέον ότι… μειώνει και το κράτος, αφού σχεδόν 10.000 υπάλληλοι φεύγουν από το βάρος της μισθοδοσίας.
Ελπίζει έτσι ο πρωθυπουργός ότι θα τονώσει το αριστερό του προφίλ, ενόψει των εκλογών και θα συγκινήσει το κεντροαριστερό κοινό. Ο δε αρχιεπίσκοπος δεν χάνει κατ’ ουσίαν κάτι, αφού διασφαλίζει τη χρηματική ενίσχυση, που έχει ανάγκη η εκκλησία για να πληρώνει τους κληρικούς της.
Δεύτερος άξονας της συμφωνίας είναι η δημιουργία Ταμείου Αξιοποίησης Εκκλησιαστικής Περιουσίας.
Πρόκειται για διακαή πόθο του αρχιεπισκόπου, ου μην και της εκκλησιαστικής ηγεσίας διαχρονικά, καθώς η πολιτεία δέχεται για πρώτη φορά ουσιαστικά να αποσαφηνίσει και να διευκολύνει όλη την υπόθεση.
Πολλοί μιλούν για «χρυσό ντιλ» και για μία κίνηση, που θα βοηθήσει και τις δύο πλευρές. Τα κέρδη θα διανέμονται στη μέση για το κράτος και την εκκλησία, με την κυβέρνηση να εκτιμά ότι από τα έσοδα που προκύψουν για λογαριασμό της Πολιτείας, θα μπορεί αυτή να καλύπτει την επιδότηση που θα καταβάλλει ετησίως για την κάλυψη της μισθοδοσίας των κληρικών.
Στην περίπτωση αυτή, κράτος και εκκλησία, όχι απλώς δεν χωρίζουν, αλλά συνεταιρίζονται υπό το δόγμα «ακολούθα το χρήμα», ώστε από τις μεγάλες επιχειρηματικές κινήσεις που μπορεί να υπάρξουν πλέον γύρω από την εκκλησιαστική περιουσία, η οποία λιμνάζει, να κερδίσουν και οι δύο.
Κατά πώς φαίνεται και οι δύο πλευρές κινήθηκαν με ιδιαίτερη προσοχή και μυστικότητα για να καταλήξουν σε ένα κοινό πεδίο.
Ο κ. Τσίπρας είχε ανάγκη μία «μεταρρυθμιστική» πινελιά στο εκκλησιαστικά, καθώς ήταν σαφές από καιρό ότι δεν μπορούσε να συμπεριλάβει στην συνταγματική αναθεώρηση η βασική και πάγια θέση του ΣΥΡΙΖΑ για πλήρη διαχωρισμό κράτους και εκκλησίας – με αποτέλεσμα να δέχεται επικρίσεις από το εσωτερικό του κόμματός του, αλλά και τη δυσφορία της παλαιάς του εκλογικής βάσης. Και επιπλέον να εμφανίζεται ότι αναδιπλώθηκε (κοινώς: κωλοτούμπα) και σε αυτό το θέμα.
Από την άλλη, ο κ. Ιερώνυμος γνωρίζοντας και το πολιτικό παίγνιο, είχε θέσει ως προτεραιότητά του να ξεκαθαρίσει επιτέλους το θέμα με την εκκλησιαστική περιουσία.
Τα βασικά σημεία της συμφωνίας έχουν ως εξής:
1. Το Ελληνικό Δημόσιο αναγνωρίζει ότι μέχρι το 1939 οπότε εκδόθηκε ο αναγκαστικός νόμος 1731/1939 απέκτησε εκκλησιαστική περιουσία έναντι ανταλλάγματος που υπολείπεται της αξίας της.
2. Το Ελληνικό Δημόσιο αναγνωρίζει ότι ανέλαβε τη μισθοδοσία του κλήρου, ως με ευρεία έννοια, αντάλλαγμα για την εκκλησιαστική περιουσία που απέκτησε.
3. Το Ελληνικό Δημόσιο και η Εκκλησία αναγνωρίζουν ότι οι κληρικοί δεν θα νοούνται στο εξής ως δημόσιοι υπάλληλοι και ως εκ τούτου διαγράφονται από την Ενιαία Αρχή Πληρωμών.
4. Το Ελληνικό Δημόσιο δεσμεύεται ότι θα καταβάλλει ετησίως στην Εκκλησία με μορφή επιδότησης ποσό αντίστοιχο με το σημερινό κόστος μισθοδοσίας των εν ενεργεία ιερέων, το οποίο θα αναπροσαρμόζεται ανάλογα με τις μισθολογικές μεταβολές του Ελληνικού Δημοσίου.
5. Η Εκκλησία αναγνωρίζει ότι μετά τη Συμφωνία αυτή παραιτείται έναντι κάθε άλλης αξίωσης για την εν λόγω εκκλησιαστική περιουσία.
6. Η ετήσια επιδότηση θα καταβάλλεται σε ειδικό ταμείο της Εκκλησίας και προορίζεται αποκλειστικά για τη μισθοδοσία των κληρικών, με αποκλειστική ευθύνη της Εκκλησίας της Ελλάδος και σχετική εποπτεία των αρμόδιων ελεγκτικών κρατικών αρχών.
7. Με τη Συμφωνία διασφαλίζεται ο σημερινός αριθμός των οργανικών θέσεων κληρικών της Εκκλησίας της Ελλάδος, καθώς και ο σημερινός αριθμός των λαϊκών υπαλλήλων της Εκκλησίας της Ελλάδος.
8. Πιθανή επιλογή της Εκκλησίας της Ελλάδος για αύξηση του αριθμού των κληρικών δεν δημιουργεί απαίτηση αύξησης του ποσού της ετήσιας επιδότησης.
9. Το Ελληνικό Δημόσιο και η Εκκλησία της Ελλάδος αποφασίζουν τη δημιουργία Ταμείου Αξιοποίησης Εκκλησιαστικής Περιουσίας.
10. Το Ταμείο αυτό θα διοικείται από πενταμελές διοικητικό συμβούλιο. Δύο μέλη του Ταμείου θα διορίζονται από την Εκκλησία της Ελλάδος, δύο μέλη θα διορίζονται από την Ελληνική Κυβέρνηση, ενώ ένα μέλος θα διορίζεται από κοινού.
11. Το Ταμείο Αξιοποίησης Εκκλησιαστικής Περιουσίας θα αναλάβει τη διαχείριση και αξιοποίηση των από το 1952 και μέχρι σήμερα ήδη αμφισβητούμενων μεταξύ Ελληνικού Δημοσίου και Εκκλησίας της Ελλάδος περιουσιών, αλλά και κάθε περιουσιακού στοιχείου της Εκκλησίας που εθελοντικά η ίδια θα θελήσει να παραχωρήσει στο εν λόγω Ταμείο προς αξιοποίηση.
12. Τα έσοδα και οι υποχρεώσεις του ΤΑΕΠ επιμερίζονται κατά ίσο μέρος στο Ελληνικό Δημόσιο και την Εκκλησία της Ελλάδος.
13. Τα ανάλογα ισχύουν και για τις περιουσίες των επιμέρους Μητροπόλεων, ήτοι των αμφισβητούμενων περιουσιών, αλλά και όσων οι Μητροπόλεις εθελοντικά παραχωρήσουν στο ΤΑΕΠ.
14. Η ήδη συσταθείσα με τον Ν.4182/2013 Εταιρεία Αξιοποίησης Ακίνητης Εκκλησιαστικής Περιουσίας μεταξύ Ελληνικού Δημοσίου και Ιεράς Αρχιεπισκοπής Αθηνών εντάσσεται επίσης στο ΤΑΕΠ και διοικείται με το σημερινό κατά νόμο καθεστώς.
15. Οι παραπάνω δεσμεύσεις των δύο μερών θα ισχύουν υπό την προϋπόθεση τήρησης της Συμφωνίας στο σύνολό της.