Τα νέα μέτρα για τη μείωση της εκπομπής ρύπων από τα πλοία αποτελεί το πιο καυτό θέμα για τη βιομηχανία.
Σύμφωνα με τον Διεθνή Ναυτιλιακό Οργανισμό του ΟΗΕ (ΙΜΟ) η παγκόσμια ναυτιλία θα συνδράμει στην επιθυμούμενη μείωση αερίων ρύπων με τη Συμφωνία των Παρισίων. Συμφωνία η οποία προβλέπει μείωση 50% των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου GHG έως το 2050 σε σύγκριση με το 2008, καθώς και βελτίωση της ενεργειακής απόδοσης κατά 40% μέχρι το 2030, καταβάλλοντας προσπάθειες προς το 70% έως το 2050. Σήμερα η υποχρεωτική χρήση καυσίμων με μικρή περιεκτικότητα θείου εφαρμόζεται στην Βαλτική θάλασσα, σε ορισμένα fjords, στην Καραϊβική και στις περιοχές Βόρειας Γαλλίας και Ηνωμένου Βασιλείου, αναφέρει το newmoney.
«Σύμφωνα με τις ισχύουσες στατιστικές το 90% των εμπορευμάτων σε παγκόσμια κλίμακα μεταφέρεται από τα ποντοπόρα πλοία. Οι ίδιες στατιστικές αναφέρουν ότι οι ρύποι που μολύνουν την ατμόσφαιρα είναι ξεκάθαρα οι μικρότεροι σε ποσοστά από εκείνους που προέρχονται από βιομηχανίες, αυτοκίνητα, αεροπλάνα, κα» επισημαίνει ο Μιχάλης Λάμπρος ο Μιχάλης Λάμπρος πρώην αντιπρόεδρος της Ένωσης Εφοπλιστών Κρουαζιερόπλοιων και Φορέων Ναυτιλίας και Γενικός Διευθυντής της Majestic International Cruises.:
«Ας δούμε όμως ποιες θα είναι οι οικονομικές επιπτώσεις από την εφαρμογή της απόφασης του ΙΜΟ και τί μπορούν να πράξουν, θεωρητικά βέβαια, οι πλοιοκτήτες των πλοίων σε διεθνές επίπεδο: 1) Τα πλοία να συνεχίσουν να καταναλώνουν καύσιμα με περιεκτικότητα σε θείο 0,5% ή ακόμα και σε 0,1% σε ορισμένες περιοχές ελέγχου καυσαερίων ρύπων, με μεγάλη αβεβαιότητα ως προς την διαθεσιμότητα του προϊόντος και το υψηλό κόστος της τιμής αγοράς.
Το επιπλέον κόστος για τα νέα αυτά καύσιμα σε παγκόσμιο επίπεδο από το έτος 2020 θα είναι της τάξεως των 60 δισ. δολαρίων σε ετήσια βάση ή 25% σε αύξηση του λειτουργικού κόστους των πλοίων, όπως ισχύει σήμερα.
2) Άλλη προτεινόμενη λύση είναι η εγκατάσταση στα πλοία συστήματος καθαρισμού καυσαερίων (scrubbers) με συνέχιση χρήσεως βαρέως τύπου πετρελαίου ελπίζοντας ότι θα διατίθεται σε χαμηλές τιμές. Σε αυτήν την περίπτωση η συγκεκριμένη επένδυση θα είναι της τάξεως των 2,5-3 εκατομμυρίων δολαρίων ανά πλοίο, κάτι που θα εφαρμοσθεί μόνο σε πλοία ηλικίας μικρότερης των δέκα ετών για να είναι βιώσιμη.»
Για τους λόγους που η λύση με τα scrubbers είναι ανεφάρμοστη ο Μιχάλης Λάμπρος εξηγεί:
«Σήμερα σε παγκόσμια κλίμακα κυκλοφορούν πλοία όλων των κατηγοριών κόρων άνω των 1.000 σε αριθμό πάνω από 40.000.
Βάσει θετικών υπολογισμών στην καλύτερη περίπτωση θα τοποθετηθούν scrubbers μέχρι το έτος 2020 σε περίπου 1.500 πλοία. Με βάση τη σημερινή ηλικία των πλοίων, ο ΙΜΟ έχει υπολογίσει ότι ο συνολικός αριθμός των πλοίων που λόγω της νεαρής ηλικίας θα επιλέξουν να τοποθετήσουν scrubbers και μετά το έτος 2020 θα είναι περίπου 4.000.
Η εταιρεία Wood MacKenzie υπολογίζει ότι στην καλύτερη περίπτωση το 2 ή 3% του παγκόσμιου στόλου θα έχει εγκαταστήσει scrubbers το έτος 2020. Συνεπώς είναι άμεση και επιτακτική ανάγκη να προσανατολιστούν σε επενδύσεις οι εταιρείες καυσίμων για την παραγωγή πετρελαίου χαμηλής περιεκτικότητας σε θείο».
Σύμφωνα με τον Μιχάλη Λάμπρο «ο βασικός λόγος ανησυχίας των ναυτιλιακών εταιρειών, όπως εκφράζεται σε παγκόσμιο επίπεδο, είναι ο βαθμός ετοιμότητας των πετρελαϊκών εταιρειών ώστε να μπορούν να εφοδιάζουν τον κλάδο με καύσιμα χαμηλής περιεκτικότητας σε θείο. Ως μια εναλλακτική λύση, πάντα για τα μικρής ηλικίας πλοία, είναι η επένδυση σε άλλη μορφή καυσίμου, όπως π.χ. το φυσικό αέριο. Μια τέτοια επιλογή όμως συνεπάγεται σημαντικό αρχικό κόστος της τάξεως των 5 εκατομμυρίων δολαρίων ανά πλοίο, πάντα υπό την προϋπόθεση ότι θα υπάρχει δίκτυο διανομής φυσικού αερίου σε παγκόσμια κλίμακα».
Το Διεθνές Ναυτιλιακό Επιμελητήριο (ICS) έχει εκφράσει φόβους ότι τα προτεινόμενα καύσιμα μειωμένου θείου δεν είναι βέβαιο ότι θα υπάρχουν διαθέσιμα σε επαρκείς ποσότητες και ποιότητες σε κάθε λιμάνι μέχρι την 1η Ιανουαρίου 2020.