Αποδοχές αδείας και επίδομα αδείας πρέπει να προκαταβάλλονται στον μισθωτό κατά την έναρξη της άδειάς του και δεν συμψηφίζονται με ανώτερες των νομίμων καταβαλλόμενες αποδοχές. Αυτό ισχύει με την κατοχύρωση του επιδόματος αδείας με το άρθρο 2 της Εθνικής Γενικής ΣΣΕ του 2010.
Ο μισθωτός που θεμελιώνει δικαίωμα κανονικής άδειας αναψυχής, αυτούσιας ή σε χρήμα, δικαιούται να λάβει και το επίδομα αδείας, το οποίο αποτελεί τακτικές αποδοχές του, υπολογίζεται με τον ίδιο τρόπο που υπολογίζονται και οι αποδοχές αδείας και υπόκειται στους ίδιους κανόνες με αυτές. Το επίδομα αδείας ισούται με το σύνολο των πράγματι καταβαλλόμενων τακτικών συνήθων αποδοχών της άδειας, με τον περιορισμό ότι δεν μπορεί να υπερβαίνει τις αποδοχές 15 ημερών γι’ αυτούς που αμείβονται με μηνιαίο μισθό και 13 ημερών γι’ αυτούς που αμείβονται με ημερομίσθιο ή κατά μονάδα εργασίας ή με ποσοστά ή και με άλλον τρόπο. Το αντίστοιχο επίδομα άδειας προκαταβάλλεται κατά τη λήψη της άδειας αναψυχής ή τμήματος αυτής μαζί με τις αποδοχές αδείας».
Σε περίπτωση που δεν πάρετε τις ημέρες της άδειάς σας μέχρι το τέλος του έτους από υπαιτιότητα του εργοδότη, τότε δικαιούστε τις αποδοχές άδειας αυξημένες στο 100% (δηλαδή στο διπλάσιο). Πρέπει ωστόσο να σημειωθεί πως σε αυτή την περίπτωση δεν διπλασιάζεται και το επίδομα αδείας.
Υπολογισμός της άδειας και επιδόματος αδείας
Μπορείτε να υπολογίσετε τις ημέρες που δικαιούστε με την online πλατφόρμα του Κέντρου Πληροφόρησης Εργαζομένων και Ανέργων (ΚΕ.Π.Ε.Α./ΓΣΕΕ).
Υπολογίστε ΕΔΩ την καλοκαιρινή άδεια για πλήρη απασχόληση
Πότε χορηγείται η άδεια
Η άδεια που θα πάρει ο εργαζόμενος χορηγείται έπειτα από συνεννόηση με τον εργοδότη ως προς τον χρόνο χορήγησής της. Σημαντικό είναι πως από την υποβολή του σχετικού αιτήματος από τον εργαζόμενο, θα πρέπει αυτή να χορηγηθεί εντός διμήνου.
Στο χρονικό διάστημα από 1η Μαΐου έως 30 Σεπτεμβρίου μπορούν να πάρουν άδεια στο ίδιο χρονικό διάστημα οι μισοί τουλάχιστον εργαζόμενοι μίας επιχείρησης.
Οι εργοδότες οι οποίοι απασχολούν εργαζόμενους που προστατεύουν παιδιά έως 16 ετών (φυσικά ή υιοθετημένα) και παιδιά άνω των 16 ετών με αναπηρία, υποχρεούνται κατά τον προγραμματισμό του χρόνου χορήγησης των ετήσιων αδειών απουσίας του προσωπικού τους να λαμβάνουν υπόψη τις ανάγκες των εργαζομένων αυτών.
Οι εργοδότες υποχρεούνται να χορηγήσουν την ετήσια άδεια που δικαιούνται οι εργαζόμενοι, πριν από τη λήξη του ημερολογιακού έτους στο οποίο αφορά.
Ποιοι δικαιούνται επίδομα αδείας
Η άδεια για μεν το πρώτο ημερολογιακό έτος χορηγείται σε τμήματα, Ο εργοδότης υποχρεούται μέχρι τη λήξη του πρώτου ημερολογιακού έτους, εντός του οποίου προσελήφθη ο μισθωτός, να χορηγήσει σε αυτόν την αναλογία της κανονικής του άδειας.
Κατά το δεύτερο ημερολογιακό έτος ο μισθωτός δικαιούται να λάβει τμηματικά την άδειά του με αποδοχές, που αναλογεί στο χρόνο απασχόλησής του στο έτος αυτό. Η αναλογία υπολογίζεται και πάλι με βάση της 20 ημέρες για τους εργαζόμενους με πενθήμερο ή τις 24 ημέρες για τους εργαζόμενους με εξαήμερο.
Στη διάρκεια του έτους αυτού και στο σημείο που συμπληρώνει 12 μήνες εργασία , η άδεια αυξάνεται κατά μία (1) εργάσιμη ημέρα. Ο εργοδότης υποχρεούται μέχρι τη λήξη του δεύτερου ημερολογιακού έτους, να του χορηγήσει αναλογικώς ή ολόκληρη την άδεια που φθάνει μέχρι τις 21 εργάσιμες ημέρες για τους εργαζόμενους με πενθήμερο, και τις 25 εργάσιμες ημέρες για τους εργαζόμενους με εξαήμερο.
Κατά το τρίτο ημερολογιακό έτος, καθώς και τα επόμενα ο μισθωτός δικαιούται να λάβει ολόκληρη την άδεια του σε κάθε χρονικό σημείο του έτους αυτού. Η άδεια αυτή θα φθάσει τις 22 εργάσιμες ημέρες για τους εργαζόμενους με πενθήμερο ή τις 26 εργάσιμες ημέρες για τους εργαζόμενους με εξαήμερο, εάν έχουν συμπληρωθεί 2 έτη απασχόλησης μέσα στο τρίτο ημερολογιακό έτος.
Οι μισθωτοί με προϋπηρεσία τουλάχιστον 10 έτη στον ίδιο εργοδότη ή 12 έτη σε οποιοδήποτε εργοδότη δικαιούνται 25 εργάσιμες ημέρες άδειας, για όσους είναι με πενθήμερο, ή 30 εργάσιμες ημέρες άδειας, για όσους είναι με εξαήμερο με αποδοχές (ΕΓΣΣΕ 2000-2001, άρθρο 6).
Επίσης οι μισθωτοί, από 1-1-2008, μετά τη συμπλήρωση 25ετούς υπηρεσίας ή προϋπηρεσίας δικαιούνται μία (1) εργάσιμη ημέρα παραπάνω, δηλ. 26 ημέρες για τους εργαζόμενους με πενθήμερο και 31 ημέρες για τους εργαζόμενους με εξαήμερο (ΕΓΣΣΕ 2008-2009, άρθρο 3).
Κατ’ εξαίρεση επιτρέπεται η κατάτμηση της αδείας υπό προϋποθέσεις, δηλαδή, σε περίπτωση ιδιαίτερης σοβαρής ή επειγούσης ανάγκης της επιχειρήσεως ή κατ’ αίτηση του μισθωτού λόγω δικαιολογημένης αιτίας και πάντοτε μετά από έγκριση της αρμόδιας περιφερειακής Υπηρεσίας του Υπ. Εργασίας. Στην περίπτωση αυτή το πρώτο τμήμα της αδείας πρέπει να περιλαμβάνει 6 τουλάχιστον ημέρες. Για δε τους ανηλίκους, κάτω των 18 ετών 12 τουλάχιστον εργάσιμες μέρες.
Σε περίπτωση διαφωνίας μεταξύ εργοδότη και εργαζόμενου για τη διάρκεια της άδειας (όχι λιγότερο από 6 ημέρες) και το χρόνο χορήγησής της αποφασίζει τριμελής επιτροπή της αρμόδιας Επιθεώρησης Εργασίας, ύστερα από αίτηση των ενδιαφερομένων.