Τέλος εποχής για το πρόγραμμα αγοράς ομολόγων. H Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ)ανακοίνωσε και επίσημα τη λήξη του στο τέλος Δεκεμβρίου.
Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα αποφάσισε σήμερα να τερματίσει επίσημα το πρόγραμμα αγοράς ομολόγων ύψους 2,6 τρισεκατομμυρίων ευρώ στο τέλος του χρόνου αλλά ανακοίνωσε ότι θα συνεχίσει να επαναπενδύει τα κεφάλαια από ομόλογα που ωριμάζουν για μεγάλο διάστημα μετά την πρώτη αύξηση των επιτοκίων της.
«Το Διοικητικό Συμβούλιο σκοπεύει να συνεχίσει να επανεπενδύει, πλήρως, τα ποσά από την εξόφληση τίτλων αποκτηθέντων στο πλαίσιο του προγράμματος APP κατά τη λήξη τους για παρατεταμένη χρονική περίοδο μετά την ημερομηνία κατά την οποία θα αρχίσει να αυξάνει τα βασικά επιτόκια της ΕΚΤ και πάντως για όσο χρονικό διάστημα κρίνεται αναγκαίο», ανέφερε η ΕΚΤ.
Παράλληλα, η Τράπεζα διατήρησε αμετάβλητα τα επιτόκια της. «Το Διοικητικό Συμβούλιο αναμένει ότι τα βασικά επιτόκια της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας θα παραμείνουν στα σημερινά τους επίπεδα τουλάχιστον μέχρι και το καλοκαίρι του 2019», ανέφερε η ΕΚΤ σε ανακοίνωσή της.
Με τη σημερινή απόφαση, η ΕΚΤ διατήρησε το επιτόκιο διευκόλυνσης αποδοχής καταθέσεων στο -0,40%. Παράλληλα, το επιτόκιο για πράξεις κύριας αναχρηματοδότησης παρέμεινε αμετάβλητο στο 0,00% και το επιτόκιο διευκόλυνσης οριακής χρηματοδότησης στο 0,25%.
Υπενθυμίζεται ότι η ΕΚΤ άρχισε να αγοράζει τίτλους τον Μάρτιο του 2015 στο πλαίσιο των μη συμβατικών μέτρων νομισματικής πολιτικής της, με στόχο το πρόγραμμα να φτάσει το 1 τρισ. ευρώ. Τελικά, κατέληξε να διαρκεί σχεδόν τέσσερα χρόνια φτάνοντας τα 2,6 τρισ. ευρώ.
«Χρειάζονται ακόμη σημαντικά μέτρα νομισματικής πολιτικής για την στήριξη των τιμών και του πληθωρισμού μεσοπρόθεσμα» υπογράμμισε ο πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, Μάριο Ντράγκι, στη συνέντευξη Τύπου μετά την ανακοίνωση της ιστορικής απόφασης.
Τι σημαίνει αυτό για την Ελλάδα
Ο τερματισμός του προγράμματος ποσοτικής χαλάρωσης στα τέλη του 2018 σημαίνει ότι τα περιθώρια για ένταξη του ελληνικού χρέους στο πρόγραμμα αγορών παραμένουν μεν, αλλά έχουν «στενέψει» δραματικά, καθώς η Φρανκφούρτη έχει καταστήσει σαφές ότι δεν θα επενδύσει σε ελληνικούς τίτλους, προτού συμφωνηθεί αξιόπιστη ρύθμιση για τη βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους.
Ακόμα, ο Μάριο Ντράγκι έχει ξεκαθαρίσει, ήδη από το περασμένο καλοκαίρι, ότι το καθεστώς της ενισχυμένης εποπτείας, στο οποίο έχει πλέον υπαχθεί η Ελλάδα, μετά τη λήξη του τρίτου προγράμματος δημοσιονομικής προσαρμογής, στις 20 Αυγούστου, δεν εγγυάται τη συνέχιση του waiver (την αποδοχή, δηλαδή, των ελληνικών ομολόγων ως ενέχυρων), παρά μόνο εάν η αξιολόγηση βιωσιμότητας του ελληνικού χρέους από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα είναι θετική -μια αξιολόγηση, που αναμένεται να γίνει ξεχωριστά από εκείνες τωβν υπολοίπων θεσμών για την πορεία της Ελλάδας στη μεταμνημονιακή εποχή.
Δεν θα υπάρξουν αυξήσεις επιτοκίων έως το καλοκαίρι του 2019
Ο Ευρωπαίος κεντρικός τραπεζίτης δεν έκρυψε τον προβληματισμό του, παραδεχόμενος ότι οι κίνδυνοι που απειλούν την οικονομία είναι πιο εμφανείς και κάνοντας λόγο για αβεβαιότητες, που «επισκιάζουν» την οικονομία της ευρωζώνης.
«Οι αβεβαιότητες που αφορούν γεωπολιτικούς παράγοντες, την απειλή του προστατευτισμού, οι αδυναμίες στις αναδυόμενες αγορές, καθώς και η μεταβλητότητα στις αγορές παραμένουν εμφανείς» σημείωσε. «Η ανάπτυξη της παγκόσμιας δραστηριότητας αναμένεται να συνεχίσει να υποστηρίζει τις εξαγωγές, αν και με βραδύτερους ρυθμούς… Τα πρόσφατα στοιχεία (για την Ευρωζώνη) καταδεικνύουν επιβράδυνση της αναπτυξιακής δυναμικής» ανέφερε χαρακτηριστικά.
Ο Μάριο Ντράγκι εκτίμησε ότι ο βασικός πληθωρισμός πιθανότατα να υποχωρήσει τους επόμενους μήνες, γεγονός που επηρέασε αρνητικά το ευρώ, αλλά και τις ευρωπαϊκές μετοχές.
Η Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας θα επανεπενδύει επ’ αόριστον τα έσοδα από τα ομόλογα, ακόμη και μετά την πρώτη αύξηση επιτοκίων. Θα αναδιαμορφώσει σταδιακά το χαρτοφυλάκιο κρατικών ομολόγων, ώστε να εναρμονισθεί σύμφωνα με την κλείδα κατανομής κεφαλαίου (capital key), διευκρίνισε ο πρόεδρος της ΕΚΤ, σημειώνοντας ότι, μέσω των επανεπενδύσεων, η Φρανκφούρτη θα συνεχίσει να τονώνει την οικονομία.
Παράλληλα, διαβεβαίωσε ότι δεν πρόκειται να υπάρξουν αυξήσεις επιτοκίων έως το καλοκαίρι του 2019.
Στο πλαίσιο του προγράμματος αγοράς ομολόγων, ο επίλογος του οποίου γράφεται επισήμως στα τέλη του 2018, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα αγόρασε περισσότερο γαλλικό, ιταλικό και ισπανικό χρέος απ’ ό,τι συνεπάγεται η συνεισφορά αυτών των χωρών στο κεφάλαιο της ΕΚΤ.
Παράλληλα, ο Μάριο Ντράγκι αναθεώρησε προς τα κάτω τις εκτιμήσεις για την ανάπτυξη της ευρωζώνης σε σύγκριση με τις προβλέψεις του Σεπτεμβρίου.
Συγκεκριμένα, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα αναμένει τώρα ότι η οικονομία της ευρωζώνης θα αναπτυχθεί με ρυθμό 1,9% το 2018 και 1,7% το 2019, έναντι προηγούμενης πρόβλεψης για ανάπτυξη 2% και 1,8%, αντίστοιχα.