Η Ευρωπαϊκή Ένωση βρίσκεται αντιμέτωπη με πρωτοφανείς προκλήσεις και δίχως προηγούμενο αδυναμίες. Αλλαγές επίσης παρατηρούνται στις διεθνείς σχέσεις, στην εγχώρια πολιτική σε πολλά Κράτη Μέλη, στη διαδικασία που οδήγησε στη νέα Ευρωπαϊκή Επιτροπή και που σημαδεύτηκε από μια σύγκρουση μεταξύ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου.
Ωστόσο, παρά τις αδυναμίες αυτές, η γαλλική και η γερμανική κυβέρνηση κατέθεσαν πρόταση για τη σύγκληση “Διάσκεψης για το Μέλλον της Ευρώπης”, που συζητήθηκε στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο στις 12-13 Δεκεμβρίου.
Του Β. Ν. Υψηλάντη*
Η Διάσκεψη προβλέπεται ότι θα συζητήσει όλα τα θέματα (θεσμικά και πολιτικών) που μπορεί να συμβάλουν στην επίτευξη του στόχου μιας Ευρωπαϊκής Ένωσης περισσότερο ενωμένης και κυρίαρχης.
Σε αντίθεση με τη λειτουργική προσέγγιση που ενδιαφέρεται μόνο για τις πολιτικές (αυτό που κάνει η ΕΕ), η πρόταση αναγνωρίζει τελικά τη σημασία των θεσμικών οργάνων, χωρίς τη σωστή λειτουργία των οποίων οι πολιτικές δεν μπορεί να επιτύχουν.
Τα θεσμικά όργανα, αναφέρει η πρόταση, είναι αναγκαία “για την προώθηση της Ευρωπαϊκής δημοκρατίας και των αξιών και για τη διασφάλιση μιας αποτελεσματικότερης λειτουργίας της Ένωσης”.
Τα ζητήματα της λειτουργίας της Ένωσης, θα συζητηθούν στην πρώτη φάση της Διάσκεψης (Ιανουάριος-Ιούνιος 2020), η οποία συμπίπτει με την εξαμηνιαία Προεδρία της Κροατίας στην ΕΕ.
Η δεύτερη φάση της διάσκεψης πρόκειται να ξεκινήσει αμέσως μετά (Ιούλιος 2020) και θα ολοκληρωθεί τον Ιούνιο 2022, που συμπίπτει με την εξάμηνη Προεδρία της Γαλλίας.
Η δεύτερη αυτή φάση, υπό την Προεδρία Μακρόν, θα αφορά τις προτεραιότητες στην εξωτερική πολιτική και το ρόλο της Ευρώπης στον κόσμο. Από τη Διάσκεψη, σύμφωνα με την πρόταση, πρέπει να παραχθούν απτά αποτελέσματα προκειμένου στη συνέχεια να υποβληθούν στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, το οποίο θα έχει τον τελευταίο λόγο για την εφαρμογή τους.
Ποιοί όμως είναι οι κίνδυνοι της διάσκεψης. Ο μεγαλύτερος είναι, έχοντας ως δεδομένες τις διαιρέσεις και τις αντιθέσεις μεταξύ των κρατών μελών, η διάσκεψη να καταλήξει σε μια επιβεβαίωση της ίδιας κατάστασης για το μέλλον της ΕΕ. Αυτό είναι ένα ρίσκο. Ξαναζέσταμα της παλιάς σούπας.
Αντιθέτως πρέπει να αναγνωριστεί η ανεπάρκεια του μέχρι τώρα συστήματος ολοκλήρωσης. Η λειτουργική μέθοδος (βασισμένη στην ιδέα της συνεχούς ολοκλήρωσης) πρέπει να αντικατασταθεί από μια φεντεραλιστική μέθοδο (βασισμένη στον συνταγματικό ορισμό των θεσμικών οργάνων και των εξουσιών της ΕΕ).
Τα θεσμικά όργανα της ΕΕ πρέπει εντελώς να διαχωριστούν από τα Κράτη Μέλη. Ταυτόχρονα, οι εξουσίες πρέπει να κατανέμονται μεταξύ των Κρατών Μελών και της ΕΕ βάσει ενός σαφούς πολιτικού συμφώνου (και όχι βάσει της γενικής αρχής της επικουρικότητας).
Πρέπει να υπάρξει κουράγιο για να αναθεωρηθούν αρμοδιότητες που αποκτήθηκαν από τις Βρυξέλλες, πάνω από εξήντα χρόνια ολοκλήρωσης εγκαταλείποντας την ιδέα ότι η μια αρμοδιότητα φέρνει την άλλη, συνάμα πρέπει να υπάρξει κουράγιο αναθεώρησης των αξιώσεων των εθνικών κυβερνήσεων για τον έλεγχο των πολιτικών που, αντιθέτως, θα μπορούσαν να διαχειριστούν αποτελεσματικότερα οι Βρυξέλλες.
Εάν η Διάσκεψη δε γίνει δέσμια των ενδεχόμενων εθνικών προκαταλήψεων και εμμονών, θα μπορούσε η ΕΕ να αναζωογονηθεί και να προχωρήσει με προοπτική στο μέλλον.
Για τους λόγους αυτούς οφείλουμε να κινηθούμε προς μια Ομοσπονδιακή Ένωση η οποία θα συμφιλιώνει τις απαιτήσεις εκείνων που διεκδικούν περισσότερη εθνική και εκείνων που επιθυμούν μεγαλύτερη ευρωπαϊκή κυριαρχία.
Οι δύο κυριαρχίες βρίσκονται, και πρέπει να είναι, συμβατές σε μια Ένωση Δημοκρατική κρατών και πολιτών που είναι μαζί, επειδή πρέπει να είναι μαζί.
Το έχουν ανάγκη για να επιβιώσουν σ’ έναν κόσμο που βρίσκεται κάτω από μεγάλα μπλοκ και δυνάμεις, καθώς και για να εμποδίσουν την επιστροφή των πολέμων και της μιζέριας του παρελθόντος.
Και ίσως να είναι και η τελευταία ευκαιρία για να μπορέσουν να σταθούν και τα Κράτη Μέλη και η Ευρώπη.
*Ο Βασίλειος Νικόλαος Α. Υψηλάντης είναι Α’ Κοσμήτορας, Πρόεδρος της Επιτροπής Οικονομικών της Βουλής και Βουλευτής Δωδεκανήσου