Υπάρχει ένα βιβλίο που δεν είναι σαν τα άλλα. Δεν μπορεί να σου δώσει την ευχαρίστηση της ανάγνωσης. Σε αντίθεση μπορεί να σου κάνει και κακό.
Η μυρωδιά του σε αρρωσταίνει καθώς όλες του οι σελίδες, έως και το εξώφυλλό του, είναι δηλητηριασμένες. Η ανάγνωσή του μπορεί να αποβεί μοιραία για αυτό και δεν μπορείς έτσι απλά να το πάρεις στα χέρια σου, να το ξεφυλλίσεις ή και να το διαβάσεις.
Όσο για αυτό το τελευταίο, δεν θα σου πάρει πολύ ώρα να το τελειώσεις, αφού οι περισσότερες από τις περίπου 100 σελίδες του δεν περιέχουν καν κείμενο…
Το βιβλίο του Ρόμπερτ Κλαρκ Κέτζι «Σκιές από τους Τοίχους του Θανάτου» (Shadows from the Walls of Death) είναι το πιο επικίνδυνο, το πιο τοξικό βιβλίο στον κόσμο.
Όχι ιδεολογικά, όχι για το περιεχόμενό του, άλλωστε δεν προάγει τη βία και τον ρατσισμό, δεν είναι ανήθικο, δεν διαφθείρει.
Είναι ένα βιβλίο επικίνδυνο για τη σωματική υγεία του αναγνώστη, ένα βιβλίο που μπορεί να τον κάνει να αρρωστήσει, απλά και μόνο γυρίζοντας τις σελίδες του. Και αυτό, γιατί κάθε σελίδα, μαζί και το εξώφυλλο, είναι δηλητηριώδη.
Μπορεί άραγε ένα βιβλίο να είναι «φονικό όπλο»; Κι όμως φαίνεται πως ναι
Ο τίτλος του βιβλίου θυμίζει περισσότερο ένα ανάγνωσμα τρόμου. Κι όμως είναι «παραπλανητικός», δεν πρόκειται για ένα βιβλίο με θέμα το θάνατο, όπως εύλογα θα σκεφτεί κανείς αν σταθεί μόνο στον τίτλο, αλλά αναφέρεται στους κινδύνους που εγκυμονεί για την υγεία η χρήση αρσενικού.
Το γραπτό περιεχόμενό του είναι ένας πρόλογος του Κέτζι, που προειδοποιεί για τον κίνδυνο, και μερικά αποσπάσματα από τη Βίβλο που αναφέρονται στην «πανούκλα» στους τοίχους των σπιτιών.
Όλο το υπόλοιπο βιβλίο αποτελείται από ταπετσαρίες «ποτισμένες» με αρσενικό. Όταν το έφτιαξε, δεν είχε σκοπό να κάνει κακό, να μολύνει, να προκαλέσει κάποια βλάβη ή ακόμα και να σκοτώσει τους ανθρώπους.
Ήθελε να ενημερώσει και επειδή κανείς δεν τον άκουγε, κανείς δεν τον πίστευε, δημιούργησε ένα από τα πιο επικίνδυνα βιβλία που υπάρχουν στον πλανήτη μας.
Το ιατρικό πείραμα που είχε κάτι σημαντικό να «πει»
Τον 19ο αιώνα, η ανάμειξη αρσενικού σε μπογιά ήταν ιδιαιτέρως διαδεδομένη, παρότι είχαν παρατηρηθεί πολλές περιπτώσεις δηλητηρίασης.
Το 1887, ο Αμερικανικός Φαρμακευτικός Σύλλογος εξέδωσε μια εκτίμηση βάσει της οποίας περίπου το 65% των ταπετσαριών στις ΗΠΑ περιείχαν στοιχεία αρσενικού. Αυτό σήμαινε πρακτικά ότι τα περισσότερα σπίτια ήταν δηλητηριασμένα.
Τα μόρια του αρσενικού με τον καιρό διαδίδονταν στον αέρα με αποτέλεσμα οι κάτοικοι να εισπνέουν το δηλητήριο και να αρρωσταίνουν. Με το πέρασμα του χρόνου και τη σταδιακή φθορά της ταπετσαρίας, το αρσενικό διαχεόταν στην ατμόσφαιρα, οι ένοικοι το εισέπνεαν και τα αποτελέσματα ήταν καταστροφικά για την υγεία τους.
Επειδή όμως τα συμπτώματα ήταν διάρροια, τριχόπτωση, πυρετός, σπασμοί, κανείς δεν τα συνέδεε με το μείγμα του αρσενικού στους τοίχους, γιατί απλούστατα αυτά τα συμπτώματα συνδέονταν με πολλές κοινές ασθένειες. Με την απομάκρυνση του ασθενούς από το σπίτι, τα συμπτώματα γρήγορα υποχωρούσαν αλλά αυτό ελάχιστα είχε παρατηρηθεί.
Ο γιατρός Ρόμπερτ Κλαρκ Κέτζι, απόφοιτος της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου του Μίσιγκαν, στις ΗΠΑ, εξελέγη στην κρατική υγειονομική επιτροπή του Μίσιγκαν. Για να πείσει τους ανθρώπους ότι οι ταπετσαρίες στους τοίχους είναι δηλητηριώδεις, έκανε ένα πείραμα.
Προκειμένου να αποδείξει στους δύσπιστους συμπατριώτες του τους κινδύνους από τη χρήση αρσενικού στις βαφές, συγκέντρωσε εκατοντάδες τέτοιες ταπετσαρίες από καταστήματα των πόλεων Ντιτρόιτ, Λάνσινγκ και Τζάκσον και κατόπιν τα «έδεσε» σε μορφή βιβλίου.
Συνολικά έφτιαξε εκατό αντίτυπα των «Σκιών από τους Τοίχους του Θανάτου» και τα έστειλε σε διάφορες βιβλιοθήκες των ΗΠΑ, εφιστώντας την προσοχή των πανεπιστημιακών ιδρυμάτων και των Αρχών για τον υγειονομικό αυτό κίνδυνο. Μάλιστα συνόδευε το βιβλίο με ένα σημείωμα από το Συμβούλιο Υγείας που εξηγούσε το σκοπό του βιβλίου και συμβούλευε τους βιβλιοθηκονόμους να μην αφήνουν τα παιδιά να το παίρνουν στα χέρια τους.
Το πείραμα του Δρ. Κέτζι πέτυχε. Κάποιοι που ξεφύλλισαν το βιβλίο, λέγεται ότι αρρώστησαν κι έτσι πείστηκαν για την απειλή. Έτσι ξεκίνησαν να παρασκευάζονται πιο υγιείς και ελεγχόμενες ταπετσαρίες δικαιώνοντας το πείραμα του καθηγητή.
Συνολικά έφτιαξε 100 αντίτυπα και τα έστειλε σ’ όλες τις δημοτικές βιβλιοθήκες του Μίσιγκαν, αλλά σήμερα μόνο τέσσερα από αυτά σώζονται γιατί οι περισσότερες βιβλιοθήκες τα κατέστρεψαν λόγω του φόβου δηλητηρίασης.
Τα δύο είναι στο Μίσιγκαν, ένα στο Χάρβαρντ κι ένα στην Εθνική βιβλιοθήκη Φαρμακευτικής των Η.Π.Α. Εκεί ψηφιοποιήθηκε ώστε να μπορούν να έχουν πρόσβαση στο συγκεκριμένο βιβλίο μέσω του διαδικτύου και να μην χρειάζεται να το ακουμπάνε.
Για τους πιο «τολμηρούς» ή δύσπιστους που δεν φοβούνται να αγγίξουν το «τοξικό βιβλίο» θα πρέπει να ξέρουν ότι το εξώφυλλο είναι τυλιγμένο με πλαστική μεμβράνη αρκετά μεγάλου πάχους, ενώ κάθε σελίδα – ταπετσαρία καλύπτεται ξεχωριστά με πλαστικό περιτύλιγμα.
Κάθε μετακίνηση των αντιτύπων γίνεται αργά και προσεκτικά πάνω σε ειδικό καρότσι.
Μπορεί κανείς να τα μελετήσει μόνο αφού λάβει ειδική άδεια και φορέσει πλαστικά προστατευτικά γάντια, ώστε να μην έρθει σε επαφή με το επικίνδυνο περιεχόμενό του, και φυσικά υπάρχουν περιορισμοί ακόμα και στο πόση ώρα μπορεί να κάποιος να το έχει στα χέρια του.