Κάποιοι, γνωστοί και μη εξαιρετέοι, ανακάλυψαν εσχάτως ότι η Ελλάδα, για να ξεπεράσει την κρίση του θεμιτού και αθέμιτου υπερδανεισμού της, πρέπει να δώσει προτεραιότητα στην ανάπτυξη.
Διότι, μάς λένε, χωρίς αυτήν, ποτέ δεν θα βρει τους απαραίτητους πόρους για να ξεπεράσει το τεράστιο –και αντιπαραγωγικό, βεβαίως– δημόσιο χρέος της.
Του Αθαν. Χ. Παπανδρόπουλου
Εκείνο που δεν μάςς λένε, ωστόσο, αυτοί οι όψιμοι αναπτυξιολάτρεις είναι με ποια κεφάλαια θα γίνουν οι απαραίτητες αναπτυξιακές επενδύσεις και πάνω σε ποιες υποδομές θα στηριχθούν.
Δείχνουν να αγνοούν επίσης, οι όψιμοι αναπτυξιολάτρεις, ποιες είναι και οι απαραίτητες γνωστικές και πνευματικές προϋποθέσεις για να υπάρξει ανάπτυξη σε μία χώρα που καταδιώκει την παιδεία, αποθαρρύνει τις ξένες άμεσες επενδύσεις και εξορκίζει το επιχειρηματικό πνεύμα και το επιχειρείν.
Είναι έτσι αποκαλυπτικά και πέρα για πέρα αληθινά τα όσα έγραψε σε πρόσφατο άρθρο του στην Καθημερινή ο καθηγητής του Πανεπιστημίου Αθηνών και πρόεδρος του ΕΛΙΑΜΕΠ κ. Λουκάς Τσούκαλης.
Ο διαπρεπής καθηγητής, αφού υπογραμμίζει τα απερίγραπτα χάλια της κομματικοποιημένης παιδείας μας, τονίζει –πολύ σωστά– ότι το μεγάλο πολιτικό και οικονομικό πρόβλημα της χώρας αρχίζει από το σχολείο.
Προσθέτει δε ότι σίγουρα θα χρειαστούν αναπτυξιακά μέτρα, μόνον που πολλοί φαίνεται να έχουν στο μυαλό τους λεφτά που δεν υπάρχουν.
«Αναπτυξιακά μέτρα για την Ελλάδα σημαίνει κυρίως μείωση της γραφειοκρατίας και της διαφθοράς, κράτος δικαίου, ορθολογική διαχείριση του δημόσιου πλούτου, ριζική μεταρρύθμιση στην παιδεία, υγιής ανταγωνισμός σε κλάδους όπου κυριαρχούν οργανωμένες συντεχνίες και συμφέροντα. Δεν πρέπει όμως να έχουμε καμμία αυταπάτη.
Αυτού του είδους τα αναπτυξιακά μέτρα θα συναντήσουν σθεναρή αντίσταση από τους βολεμένους –και είναι πολλοί, σε όλους τους χώρους.
Έτσι, άλλωστε, κέρδιζε μέχρι χθες το χρεωκοπημένο μας σύστημα ευρύτερη κοινωνική αποδοχή, αν όχι απλώς ανοχή. Θα πρέπε να κτιστούν νέες κοινωνικές συμμαχίες, που ξεπερνούν παρωχημένα κομματικά σύνορα, που δίνουν πρωτεύοντα ρόλο στις νεότερες γενιές.
Να κινητοποιηθούν δυνάμεις που βρέθηκαν για χρόνια στο περιθώριο της δημόσιας ζωής, να δοθεί προοπτική και όραμα σε μία κοινωνία που, ως επί το πλείστον, ιδιωτεύει.
Θα χρειαστεί, με άλλα λόγια, να αλλάξουν πολλά και με τρόπο ουσιαστικό, για να μην μείνουν στο τέλος τα ίδια, αναιρώντας έτσι την περίφημη ρήση του Κόμη της Λαμπεντούζα. Δεν αντέχουμε άλλη μια από τα ίδια», τονίζει ο καθηγητής Λ. Τσούκαλης.
Τα λόγια του αποτυπώνουν μία πραγματικότητα στην οποία πολλοί είναι αυτοί στην χώρα μας που τής γυρίζουν την πλάτη. Ως πότε, όμως;
Αυτό είναι το πρώτο ερώτημά μας. Και το δεύτερο: για ποιαν ανάπτυξη μιλάμε,υπο ποιές συνθήκες και μέσα σε ποιό θεσμικό περιβάλλον,οταν για παραδειγμα βλέπουμε όλοι τις καθυστερήσεις στην απονομή δικαιοσύνης;