Δεν είναι κάτι που συμβαίνει μόνο τις τελευταίες ημέρες αλλά γενικότερα η δυσαρέσκεια του Μεγάρου Μαξίμου για τις διαπραγματεύσεις του Ευκλείδη Τσακαλώτου με τους Δανειστές ολοένα και αυξάνεται.
Η κυβέρνηση αναγκάστηκε να κάνει μεγάλες παραχωρήσεις και να περιορίσει κατά πολύ το εύρος των δανειοληπτών που θα τυγχάνουν πλέον προστασίας πρώτης κατοικίαςπροκειμένου να πάρει την τελευταία δόση και στο κυβερνητικό επιτελείο θεωρούν ότι ο Τσακαλώτος, ο οποίος έχει παρεκλίνει αρκετές φορές από τις κόκκινες γραμμές, δείχνει να μη θέλει συγκρούσεις και πως δεν είναι προετοιμασμένος για τέτοιες.
Στην πραγματικότητα, ο Ευκλείδης Τσακαλώτος ήταν αυτός που εξασφάλισε ότι η κυβέρνηση δεν θα πήγαινε σε μια γενικευμένη σύγκρουση με τους θεσμούς και δη παραμονές των εκλογών.
Ας μην ξεχνάμε ότι από διάφορες πλευρές είχε αρχίσει να διαφαίνεται το σενάριο των «μονομερών ενεργειών» για διάφορα ζητήματα.
Σύμφωνα με αυτό το σενάριο, που φαίνεται ότι απηχούσε και τμήμα του Μεγάρου Μαξίμου, ο ΣΥΡΙΖΑ κυρίως έπρεπε πηγαίνοντας προς τις εκλογές να δείξει ότι προχωράει σε κοινωνικά μέτρα, ακόμη και χωρίς τη συναίνεση των θεσμών, με μόνο κριτήριο να δώσει την εικόνα «παροχών» μαζί με την αίσθηση «σύγκρουσης», παράλληλα φυσικά με τη συνεχή στοχοποίηση των πολιτικών αντιπάλων μέσα από τις διάφορες δικογραφίες που ετοιμάζονται αυτό τον καιρό.
Αντίθετα, τελικά ο χειρισμός είχε τη σφραγίδα του Ευκλείδη Τσακαλώτου. Καταρχάς, την ώρα που η κυβέρνηση δοκίμαζε για άλλη μια φορά, πρωτοστατούντος του αναπληρωτή Υγείας κ. Παύλου Πολάκη, να αναδείξει σε βασικό αντίπαλο τον κεντρικό τραπεζίτη, ήταν ο Ευκλείδης Τσακαλώτος, συνδεόμενος άλλωστε με παλαιά πανεπιστημιακή γνωριμία με τον κ. Στουρνάρα, αυτός που επέλεξε για το θέμα των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων να υπάρξει τελικά από κοινού πρόταση των δύο σχεδίων, της Τράπεζας της Ελλάδος και του ΤΧΣ ως συμπληρωματικών προς τους θεσμούς.
Αντίστοιχα, ως προς το θέμα του διάδοχου καθεστώτος για την προστασία της πρώτης κατοικίας, ο κ. Τσακαλώτος επέμεινε στη συνέχεια της διαπραγμάτευσης και όχι σε βιαστικές ενέργειες, ενώ ακόμη και μετά την κατάθεση του σχεδίου νόμου στη Βουλή ήταν αυτός που συνέχισε τη συζήτηση αλλά και πήρε και την ευθύνη τελικά να δεχτεί περιορισμούς στο τελικό νομοσχέδιο, εξασφαλίζοντας συνάμα και την θετική αξιολόγηση από τη μεριά των θεσμών.
Το παράδοξο είναι ότι ο Ευκλείδης Τσακαλώτος, ένας από τους μακροβιότερους υπουργούς σε μια δύσκολη θέση κατάφερε να είναι ο πιο αποτελεσματικός διαπραγματευτής με τους ευρωπαίους και αυτός που εξασφάλισε ότι τελικά εφαρμόστηκε το τρίτο μνημόνιο, την ώρα που εκπροσωπεί την αριστερή πτέρυγα μέσα στον ΣΥΡΙΖΑ.
Και αυτό γιατί ως γνωστόν ανήκει στην τάση των 53+ που στο εσωτερικό του ΣΥΡΙΖΑ δοκιμάζει μερικές διαφοροποιήσεις προς τα αριστερά από την κεντρική γραμμή.
Η τοποθέτηση αυτή του υπουργού Οικονομικών δεν είναι τόσο αντιφατική όσο ακούγεται. Αντιστοιχεί σε έναν συγκεκριμένο τρόπο σκέψης που υποστηρίζει ότι εφόσον δεν μπόρεσε ο ΣΥΡΙΖΑ να πετύχει το 2015 καλύτερα αποτελέσματα στη διαπραγμάτευση αυτό που χρειάζεται είναι η συνεπής εφαρμογή, η εξασφάλιση της πρόσβασης στις αγορές για χρηματοδότηση, η διεύρυνση του δημοσιονομικού χώρου και σε αυτή τη βάση η προσπάθεια σταδιακά για μια αναπτυξιακή πορεία με κοινωνική δικαιοσύνη
Επισήμως, αυτή είναι η κεντρική τοποθέτηση της κυβέρνησης. Όμως, υπάρχει μια απόκλιση ανάμεσα στο Μέγαρο Μαξίμου και τον υπουργό Οικονομικών.
Την ώρα που ο Ευκλείδης Τσακαλώτος προτείνει ουσιαστικά συστηματική δουλειά και σχέδιο, το Μέγαρο Μαξίμου κινείται κυρίως με όρους τακτικής, στα όρια του καιροσκοπισμού και με ορίζοντα τις εκλογές.
Αυτό εξηγεί και τον τρόπο με τον οποίο σήμερα το Μέγαρο Μαξίμου κυρίως επικεντρώνει στην όλη επιχείρηση «διεύρυνσης» μέσω Προοδευτικής Συμμαχίας παρά στην διαμόρφωση ενός προγράμματος για την επόμενη μέρα.
Γιατί μπορεί η πρόταση συνεργασίας προς τη σοσιαλδημοκρατία να συνενώνει ως αναγκαιότητα όλα τα ρεύματα του ΣΥΡΙΖΑ (τα προηγούμενα χρόνια ήταν «αντιπολιτευόμενες» φωνές όπως ο Νίκος Φίλης που το πρότειναν ως εναλλακτική λύση στην προβληματική συμπόρευση με τους ΑΝΕΛ του Πάνου Καμμένου), όμως αυτό δεν σημαίνει ότι συμφωνούν όλοι στο χαρακτήρα «σημαίας ευκαιρίας» που παίρνει η όλη διαδικασία.
Επιπλέον, υπάρχει απόσταση ανάμεσα στο να δοκιμάσει ο ΣΥΡΙΖΑ ως αριστερό κόμμα μια συνεργασία με σοσιαλδημοκρατικές και οικολογικές απόψεις και τη μετατροπή του ΣΥΡΙΖΑ μέσω της «Προοδευτικής Συμμαχίας» σε έναν κεντροαριστερό χώρο. Το σημείο αυτό επεσήμανε και ο ίδιος ο Ευκλείδης Τσακαλώτος σε πρόσφατη συνέντευξή του:
«Η άποψή μου είναι ότι στην Ευρώπη και στην Ελλάδα θα πρέπει να έχουμε μια συμμαχία που την ονομάζουμε Κόκκινο-Κόκκινο-Πράσινο, δηλαδή με το κομμάτι της Σοσιαλδημοκρατίας που καταλαβαίνει ότι το κοινωνικό ζήτημα είναι στο κέντρο των προβλημάτων (και άρα δεν λύνονται όλα με τις μειώσεις φόρων όπως μας λέει ο κ. Μητσοτάκης), με την Αριστερά τη δική μας και τους Πράσινους. Αυτό δεν σημαίνει ότι εμείς θα γίνουμε σοσιαλδημοκράτες ότι οι σοσιαλδημοκράτες θα γίνουν πράσινοι και οι πράσινοι θα γίνουν αριστεροί».
Τέτοιες τοποθετήσεις είναι σαφές ότι εξακολουθούν να έχουν απήχηση σε έναν κομματικό μηχανισμό που θέλει να πιστεύει ότι αναφέρεται στην αριστερά και ότι δεν είναι μια πλήρως «καθεστωτική» δύναμη.
Αντίστοιχα, δεν πρέπει να υποτιμήσουμε τον τρόπο που σήμερα όλα τα βέλη στρέφονται κατά του Νίκου Παππά. Ο υπουργός Ψηφιακής Πολιτικής βρίσκεται στο στόχαστρο με αφορμή την υπόθεση Πετσίτη αλλά και το συνολικότερο ύφος και ήθος εξουσίας που αντιπροσωπεύει.
Ας μην ξεχνάμε ότι η τάση των 53+ πήρε το όνομά της από κείμενο 53 μελών της Κεντρικής Επιτροπής του ΣΥΡΙΖΑ το 2014, που αφορμή είχε τις επικρίσεις για τους χειρισμούς του Νίκου Παππά και την αντίληψη που είχε για το πώς θα έπρεπε να είναι η επικοινωνιακή πολιτική και τακτική του κόμματος.
Άλλωστε, στον ΣΥΡΙΖΑ ξέρουν ότι πρέπει να προετοιμάζονται για μια επόμενη μέρα στα έδρανα της αντιπολίτευσης. Αυτό λογικό είναι να οδηγεί σε διάφορους χειρισμούς με αυτόν τον ορίζοντα.
Το στενό επιτελείο του Μεγάρου Μαξίμου κυρίως επενδύει στην προώθηση των νέων προσώπων που χρωστούν την πολιτική τους καριέρα στον Αλέξη Τσίπρα στις διάφορες προσχωρήσεις από άλλους χώρους. Όμως, ένα μέρος του μηχανισμού θα αναζητήσει και πιο συγκροτημένες τοποθετήσεις και πολιτικά σημεία αναφοράς.
Σε ένα τέτοιο τοπίο, η πρόταση στον Ευκλείδη Τσακαλώτο να πάει στην Κομισιόν ακούγεται περισσότερο ως προληπτική τιμητική αποστρατεία.