Ο αριθμός των Τούρκων που επενδύουν σε ακίνητα έχει εκτοξευτεί μέσα στο 2017 στην τρίτη θέση της λίστας όσον αφορά τις άδειες διαμονής για το πολυσυζητημένο πρόγραμμα «Golden Visa», την ίδια στιγμή που μεγάλοι επιχειρηματικοί όμιλοι από τη γείτονα έχουν ήδη πάρει θέση ή ετοιμάζονται να τοποθετηθούν πιο δυναμικά σε μεγάλα αλλά και μικρότερα τουριστικά έργα με επίκεντρο την Αττική.
Τουρισμός και real estate είναι αυτή τη στιγμή οι δύο πιο δημοφιλείς κλάδοι όσον αφορά το ενδιαφέρον τουρκικών επενδυτικών κεφαλαίων στη χώρα μας, το οποίο μάλιστα βαίνει αυξανόμενο, όπως φαίνεται από την κινητικότητα που επιδεικνύουν εσχάτως μεγάλα τουρκικά ονόματα όπως οι όμιλοι Dogus και Koc, αλλά και ο νεοεισερχόμενος στην ελληνική αγορά Varyap, o οποίος προχώρησε και στην ίδρυση γραφείου στην Ελλάδα.
Σύμβουλοι μάλιστα που βρίσκονται κοντά στο τουρκικό επιχειρείν υποστηρίζουν ότι το ενδιαφέρον από τη γείτονα επεκτείνεται και σε άλλους τομείς, όπως αυτοί της ανακύκλωσης-διαχείρισης απορριμμάτων, της ενοικίασης αυτοκινήτων, αλλά και της βιομηχανίας.
«Οι Τούρκοι αναδείχθηκαν μέσα στο 2017 η πλέον ανερχόμενη εθνικότητα στο πρόγραμμα “Golden Visa”, με μεγάλη αύξηση της χορήγησης αδειών διαμονής σε υπηκόους τρίτων χωρών για αγορές ακινήτων άνω των 250.000 ευρώ, ενώ Τούρκοι επιχειρηματίες βρίσκονται επίσης στις πρώτες θέσεις όσον αφορά το ενδιαφέρον που εκδηλώνεται από το εξωτερικό, ειδικά στον τομέα των τουριστικών επενδύσεων», αναφέρουν οι επιτελείς του Enterprise Greece, γεγονός το οποίο φαίνεται να επιβεβαιώνεται και από τα επίσημα στοιχεία: το 2015 αλλά και το 2016 έως τις αρχές του 2017 οι Τούρκοι απουσίαζαν παντελώς από τις πρώτες εθνικότητες που αγοράζουν ακίνητα στο πλαίσιο του προγράμματος «Golden Visa» (σ.σ.: σε αυτές τότε βρίσκονταν σταθερά, όπως και σήμερα, επιχειρηματίες από Κίνα και Ρωσία και ακολουθούσαν Αίγυπτος, Ουκρανία, Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, Λίβανος).
Το 2017 ωστόσο και με δεδομένο το τεράστιο ενδιαφέρον, οι Τούρκοι έχουν εκτοξευθεί αισίως στην τρίτη θέση για πρώτη φορά από την έναρξη του προγράμματος το 2013, αφού με βάση τα πιο πρόσφατα στοιχεία, από το σύνολο των 5.184 αδειών διαμονής που ήταν σε ισχύ έως τις 31 Οκτωβρίου (2.102 επενδυτές και 3.082 μέλη οικογένειας), σε Τούρκους επενδυτές και τις οικογένειές τους δόθηκαν 427 άδειες, εκ των οποίων οι 172 αφορούν τους επενδυτές και οι υπόλοιπες μέλη των οικογενειών τους.
Ο αριθμός είναι υπερτριπλάσιος σε σχέση με το 2016, όταν το αντίστοιχο νούμερο για τους Τούρκους επενδυτές ήταν κοντά στους 50 και το 2015 μόλις 17. Σημειωτέον ότι Κινέζοι και Ρώσοι παραμένουν για το 2017 στις δύο πρώτες θέσεις, με συνολικά 895 άδειες διαμονής για τους πρώτους και 396 για τους δεύτερους στο σύνολο των 2.102 αδειών διαμονής επενδυτών από την αρχή του προγράμματος το 2013 έως το τέλος Οκτωβρίου, με βάση τα στοιχεία από τη Διεύθυνση Μεταναστευτικής Πολιτικής του ομώνυμου υπουργείου.
«Οι Τούρκοι που αγοράζουν στην Ελλάδα έχουν κάνει πρώτα αντίστοιχη έρευνα αγοράς και σε άλλες χώρες όπου ισχύουν αντίστοιχα προγράμματα με αυτό της “Golden Visa”, όπως η Ισπανία, η Πορτογαλία, ακόμη και χώρες της Ανατολικής Ευρώπης και των Βαλκανίων, π.χ. η Βουλγαρία ή η Ρουμανία. Η Ελλάδα ωστόσο φαίνεται oτι συνδυάζει περισσότερα πλεονεκτήματα για τους Τούρκους επενδυτές: καταρχάς λόγω εγγύτητας, κουλτούρας, πολύ συχνών -καθημερινών- αεροπορικών συνδέσεων μεταξύ Αθήνας – Κωνσταντινούπολης, αλλά και ελκυστικών τιμών των ακινήτων», επισημαίνει στο «business stories» o κ. Κώστας Αρσλάνογλου, εκπρόσωπος της Ιnvestgreece, της εταιρείας η οποία προωθεί ελληνικά ακίνητα προς πώληση στην τουρκική αγορά.
«Η Ελλάδα προσφέρει στη δεδομένη συγκυρία πολύ καλό value for money και οι περισσότεροι από τους Τούρκους που έχουν αγοράσει ή ζητούν να αγοράσουν αυτή τη στιγμή ένα ακίνητο, αναζητούν επενδυτικές ευκαιρίες οι οποίες πράγματι υπάρχουν σήμερα στην ελληνική αγορά.
Οι περισσότεροι από τους Τούρκους που αγοράζουν αυτή τη στιγμή ακίνητα στην Ελλάδα δεν έρχονται να μείνουν στη χώρα, αλλά κυρίως έχουν επενδυτικό ενδιαφέρον, αφού αναζητούν βασικά ένα ακίνητο που θα τους αποφέρει επιπλέον εισόδημα. Εξ ου και βλέπουμε μια νέα τάση σε σχέση με το πρόσφατο παρελθόν, να αγοράζουν δηλαδή πολλά μικρότερα ακίνητα (των 40.000-50.000 ευρώ) αντί για ένα μόνο αξίας 250.000 ευρώ για την εξασφάλιση και της άδειας διαμονής. Με τον τρόπο αυτό επιτυγχάνουν μεγαλύτερη διασπορά ρίσκου, υψηλότερα ενοίκια, ενώ έχουν και μεγαλύτερη ευχέρεια μεταπώλησης σε περίπτωση που αποφασίσουν να αποεπενδύσουν».
Οσον αφορά τις περιοχές για τις οποίες υπάρχει μεγαλύτερο ενδιαφέρον, «σε αρχικό στάδιο η ζήτηση είχε ξεκινήσει δειλά-δειλά από τις περιοχές και τα νησιά που βρίσκονται πιο κοντά στην Τουρκία, όπως η Κως και η Σάμος, ωστόσο λόγω και των περιορισμών που -δικαίως- θέτει ο σχετικός νόμος, το ενδιαφέρον έχει στραφεί πλέον γύρω από τα μεγάλα αστικά κέντρα», σημειώνει ο κ. Αρσλάνογλου. Ειδικά για την Αθήνα, το κέντρο συγκεντρώνει υψηλή ζήτηση ακριβώς λόγω των ελκυστικών τιμών. Από την άλλη, στα νότια προάστια υπάρχει επίσης ζήτηση, ωστόσο δεδομένου ότι δεν υπάρχουν νέες οικοδομές οι τιμές έχουν πάρει την ανιούσα. Ενα σημαντικό στοιχείο δε αποτελεί το γεγονός ότι (και) οι Τούρκοι επενδυτές ποντάρουν σε μεγάλο βαθμό στην άνθηση του τουρισμού της Αθήνας, εκδηλώνοντας ενδιαφέρον ακόμη και για την αγορά διαμερισμάτων με σκοπό τη βραχυχρόνια μίσθωσή τους σε τουρίστες.
Η νεοεισερχόμενη Varyap και οι παλιοί Dogus και Koc
Μία πάντως άκρως ενδιαφέρουσα είσοδος στην ελληνική αγορά φαίνεται ότι είναι αυτή της τουρκικής Varyap, η οποία μάλιστα ετοιμάζει και το πρώτο της πιλοτικό project στο ελληνικό real estate με 30 διαμερίσματα προς πώληση, σε Τούρκους ενδιαφερόμενους για άδειες διαμονής στο πλαίσιο του προγράμματος «Golden Visa». Κάποια ακίνητα έχουν ήδη βρεθεί στο κέντρο της Αθήνας, ενώ ο όμιλος θα προχωρήσει και σε αγορές οικοπέδων (π.χ. στο Μετς) για την κατασκευή νέων διαμερισμάτων.
Ο τουρκικός όμιλος, με πρόεδρο τον κ. Σουλεϊμάν Βαρλιμπάς, ο οποίος μάλιστα περνά αρκετό χρόνο στην ελληνική πρωτεύουσα, έχει ήδη παρουσία άνω των 40 ετών, στον κλάδο της ανάπτυξης ακινήτων, έχοντας κατασκευάσει μεγάλα έργα, είτε πρόκειται για μεικτά τουριστικά projects με ξενοδοχεία και κατοικίες σε μεγάλα τουριστικά θέρετρα της Τουρκίας, είτε για μεικτά οικιστικά συγκροτήματα με γραφεία στην Κωνσταντινούπολη, κτίρια δημοσίων φορέων, στάδια κ.τ.λ. Στην Ελλάδα, ο όμιλος άρχισε να δραστηριοποιείται στις αρχές του 2017 συμμετέχοντας από κοινού με τη Salfo -τη γνωστή εταιρεία συμβούλων μηχανικών με παρουσία και στις αγορές της Μέσης Ανατολής- στη διαγωνιστική διαδικασία για το πρώην ακίνητο της ΑΤΕ στο Σύνταγμα, το πρώην ξενοδοχείο «King’s Palace», όπου τελικά πλειοδότησε η ΛΑΜΨΑ.
Μάλιστα για το εν λόγω ακίνητο στην περιοχή του Συντάγματος, το ελληνοτουρκικό σχήμα είχε συμμαχήσει, κατά πληροφορίες, με τον όμιλο της Ηyatt, σκοπεύοντας να επενδύσει αρκετά εκατομμύρια ευρώ. Παρά το γεγονός της υπεροχής του ομίλου Λασκαρίδη στον συγκεκριμένο διαγωνισμό, το ενδιαφέρον του ελληνοτουρκικού σχήματος για έργα στον ξενοδοχειακό κλάδο εντός αλλά και εκτός της ελληνικής πρωτεύουσας θα πρέπει να θεωρείται δεδομένο.
Αντίστοιχα, η αγορά θεωρεί λίγο έως πολύ δεδομένο το ενδιαφέρον των ομίλων των Dogus και Koc για νέα projects στον τουριστικό κλάδο στη χώρα μας, αυτή τη φορά με το βλέμμα στις μαρίνες. Από την πλευρά της, η Dogus αριθμεί αισίως εννέα συνδεόμενες εταιρείες στην ελληνική αγορά και συμμαχίες με ισχυρά ονόματα, συμπεριλαμβανομένων των συμμετοχών της στη Home Holdings από κοινού με την ΤΕΜΕΣ του ομίλου Κωνσταντακόπουλου για το ξενοδοχείο «Ηilton» της Αθήνας, με τους Αραβες της AGC για τον «Αστέρα» και τη μαρίνα Βουλιαγμένης, με τη Lamda Development στον χώρο των μαρινών και ειδικά του Φλοίσβου, ενώ μέσω επίσης της D-Marine Investments Holdings ελέγχει την πλειοψηφία της K&G Διαχείριση Μαρινών Μεσογείου Α.Ε., με συμμετοχή της τελευταίας στις μαρίνες των Γουβιών (Κέρκυρας), Λευκάδας, Ζέας και Καλαμάτας.
Ο τουρκικός όμιλος, ο οποίος δηλώνει ότι πιστεύει ιδιαίτερα στις δυνατότητες και τις προοπτικές του ελληνικού τουρισμού, και δη του τουρισμού πολυτελείας, φέρεται μεταξύ των ενδιαφερομένων, πιθανότατα από κοινού με τη Lamda Development, για τις διαγωνιστικές διαδικασίες του Ιανουαρίου του 2018 που διεξάγονται από το Ταμείο Αξιοποίησης της Ιδιωτικής Περιουσίας του Δημοσίου για τη μαρίνα Αλίμου (τη μεγαλύτερη της Βαλκανικής με 1.100 θέσεις ελλιμενισμού), αλλά και της Χίου. Το όνομα του τουρκικού ομίλου ακούγεται έντονα, αυτή τη φορά σε συνεργασία με τον όμιλο Κωνσταντακόπουλου, και για τη μαρίνα Πύλου, λόγω εγγύτητας με το ξενοδοχειακό συγκρότημα της «Costa Navarino», το οποίο τρέχει ως γνωστόν η ΤΕΜΕΣ.
Μεγάλη κινητικότητα, η οποία φάνηκε πρόσφατα και από τις εξελίξεις στον διαγωνισμό της Τράπεζας Πειραιώς για την πώληση της Αvis Hellas, της γνωστής εταιρείας στον χώρο ενοικίασης αυτοκινήτων με στόλο άνω των 31.700 οχημάτων, επιδεικνύει και ο όμιλος Koc.
Το όνομά του είχε πρωτοακουστεί έντονα στη χώρα μας προ πενταετίας, όταν το 2012, μέσω κοινού σχήματος με το FF Group του ομίλου Κουτσολιούτσου, είχε αναλάβει τη μακροχρόνια μίσθωση της μαρίνας Μυτιλήνης.
Επιπλέον, εν έτει 2013 είχε εκδηλώσει αρχικό ενδιαφέρον και στον διαγωνισμό του ΤΑΙΠΕΔ για την εκμετάλλευση της μαρίνας Χίου, ο οποίος ωστόσο δεν προχώρησε ποτέ και τώρα πραγματοποιείται εκ νέου, με διάρκεια παραχώρησης 35 ετών και τις προσφορές να κατατίθενται στις 18 Ιανουαρίου. Τώρα, το όνομα του ομίλου Κοc έχει αρχίσει επίσης να ακούγεται έντονα για τις δύο διαγωνιστικές διαδικασίες του Ιανουαρίου για τις μαρίνες.
Τα νούμερα για την «Golden Visa»
■ Στις 31 Οκτωβρίου το σύνολο
των αδειών διαμονής που ήταν ισχυρές ήταν 5.184 σε ισχύ
■ Από αυτές οι 2.102 αφορούν επενδυτές τρίτων χωρών και οι 3.082 μέλη των οικογενειών τους
■ Το top 3 των επενδυτών απαρτίζουν οι Κινέζοι με 895 άδειες, οι Ρώσοι με 396 και οι Τούρκοι με 172
■ Τα νούμερα των Τούρκων έχουν αυξηθεί φέτος στις 172 άδειες, από 50 το 2016, 17 το 2015, 8 το 2014 και…1 το 2013
■ Στις 427 ανέρχεται το σύνολο των αδειών διαμονής σε Τούρκους επενδυτές και μέλη των οικογενειών τους από το 2013 έως τις 31/10/2017