Έως το 1964 καμία ελληνική κυβέρνηση δεν είχε αναλάβει πρωτοβουλία για τη διεκδίκηση 300 δις. ευρώ, ενώ στα επόμενα χρόνια έως και σήμερα συντηρήθηκε το θέμα με επιτροπές και… λεονταρισμούς.
Γιατί, άραγε, κυβερνήσεις και αντιπολιτεύσεις, στελέχη κυβερνήσεων και αντιπολιτεύσεων ξαναλένε τα ίδια που έχουν πολύ πρόσφατα ξαναπεί;
Tου Δημήτρη Στεργίου
Μήπως, διότι ξεχνάνε τί έχουν πει ή δηλώσει ή ανακοινώσει ή μήπως τα ξαναλένε νομίζοντας τα ξεχνάει ο «λαός» κι έτσι συντηρούν ένα «πιασάρικο» θέμα για εσωτερική κατανάλωση;
Ο πρόεδρος της Βουλής Νίκος Βούτσης, για παράδειγμα, κατά την ομιλία του στην εκδήλωση του Δήμου Νίκαιας – Αγίου Ιωάννου Ρέντη για τους εκτελεσθέντες αγωνιστές του «Μπλόκου της Κοκκινιάς» αναφέρθηκε, μεταξύ άλλων, και στις γερμανικές αποζημιώσεις και κατοχικά δάνεια. Συγκεκριμένα, επεσήμανε ότι «η χώρα έχει καθυστερήσει πάρα πολύ, σε διεθνή και σε ευρωπαϊκή κλίμακα, να διεκδικήσει την αλήθεια και τη μνήμη σε σχέση με την αποκατάσταση, τις επανορθώσεις, τις αποζημιώσεις, αλλά ακόμα και με τη λεηλασία των αρχαίων θησαυρών της» και ότι «αυτή η καθυστέρηση δεκαετιών λήγει μέχρι το τέλος του έτους», τονίζοντας ότι «τους δύο ερχόμενους μήνες στην Ολομέλεια της Βουλής θα έρθει προς ψήφιση το αναλυτικό και επίσημο πόρισμα, με τη βοήθεια του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους και του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους, που αφορά το σύνολο αυτών των απαιτήσεων από την πλευρά της Ελλάδας και θα χαράξουμε και θα υλοποιήσουμε την πολιτική και τη στρατηγική της διεκδίκησης, σε διεθνές διακοινοβουλευτικό, διακρατικό και νομικό επίπεδο έτσι ώστε να υπάρξει η αποκατάσταση, έστω και μετά από τόσα χρόνια».
Έτσι, λοιπόν, με το «στρίβειν» δι΄επιτροπών και χαμαιλεονταρισμών συντηρείται επί πάνω από επτά δεκαετίες το πολύκροτο θέμα των γερμανικών αποζημιώσεων και των κατοχικών δανείων, διότι, μόλις έρχονται τα δύσκολα από την Μέρκελ και οποιαδήποτε Μέρκελ, το ξεχνάμε το θέμα για να το ξαναθυμηθούμε στη συνέχεια εκ του ασφαλούς ως αντιπολίτευση και ως «καυτή πατάτα» ως κυβέρνηση.
Η νέα αναφορά του κ. Βούτση στο θέμα αυτό, που διεκδικεί παγκόσμια ιδιαιτερότητα κυρίως για το «στρίβειν», μας έκανε να θυμηθώ πολλά από το πρόσφατο και το απώτερο, απώτατο παρελθόν.
-Θυμήθηκα ότι ο τότε αντιπρόεδρος των Ευρωπαίων Αντιφεντεραλιστών, επικεφαλής του Πολιτικού Κινήματος Αντιμνημονιακοί Πολίτες και ευρωβουλευτής των Ανεξάρτητων Ελλήνων, καθηγητής Νότης Μαριάς προσπάθησε να γίνει δεκτή στις Βρυξέλλες στις 7 Οκτωβρίου του 2014 πρότασή του για διοργάνωση από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο υπό την αιγίδα της Επιτροπής Αναφορών (τονίζουμε: Επιτροπή Αναφορών) δημόσιας ακρόασης για τις γερμανικές αποζημιώσεις. Η πρόταση (τονίζουμε: πρόταση) αυτή τέθηκε τελικά σε ψηφοφορία στην κλειστή συνεδρίαση των συντονιστών της Επιτροπής Αναφορών (τονίζουμε: Επιτροπή Αναφορών) και υπερψηφίστηκε μόνο από τους Ευρωπαίους Αντιφεντεραλιστές και την Ευρωπαϊκή Ενωτική Αριστερά.
Σημειώνεται ότι λίγες ημέρες νωρίτερα (στις 24 Σεπτεμβρίου 2014), ο κ. Μαριάς είχε υποβάλει την πρότασή του μετά τη συνεδρίαση των συντονιστών της Επιτροπής Αναφορών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου.
Τελικά, έχθηκαν το ζήτημα της δημόσιας ακρόασης για τις γερμανικές αποζημιώσεις να παραμείνει ανοικτό στην ημερήσια διάταξη της Επιτροπής Αναφορών, ενόψει της διοργάνωσης των δημοσίων ακροάσεων κατά το β’ εξάμηνο του 2015. Υπενθυμίζεται ότι ο κ. Μαριάς είχε θέσει ήδη το ζήτημα των οφειλών της Γερμανίας προς της Ελλάδα (πολεμικές επανορθώσεις, κατοχικό δάνειο, αποζημιώσεις συγγενών θυμάτων) στην Ολομέλεια του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου στο Στρασβούργο στις 14 Ιουλίου 2014, ενώ την 1η Οκτωβρίου 2014 έθεσε στο Ευρωπαϊκό Kοινοβούλιο και το ζήτημα της επιστροφής των αρχαιολογικών θησαυρών που λεηλάτησαν οι ναζί κατά την κατοχή. Και, λοιπόν ; Σήμερα είμαστε στο 2018!
-Θυμήθηκα ότι στις 10 Μαρτίου 2015 άρχισε στη Βουλή η συζήτηση επί της προτάσεως της τότε προέδρου της Βουλής Ζωής Κωνσταντοπούλου για την ανασύσταση και αναβάθμιση της Κοινοβουλευτικής Επιτροπής Διεκδίκησης των Γερμανικών Οφειλών με τον πρωθυπουργό Αλ. Τσίπρα να εκφράζει, όπως τονιζόταν σε σχετική ανακοίνωση, την ισχυρή πρόταση της κυβέρνησης να διεκδικήσει η χώρα μας τις γερμανικές οφειλές από την περίοδο της ναζιστικής κατοχής. Και, λοιπόν; Σήμερα είμαστε στο τέλος του 2018!
-Θυμήθηκα ότι πριν από δύο περίπου χρόνια, στις 7 Σεπτεμβρίου του 2016, ο ίδιος ο κ. Βούτσης με τον τότε πρόεδρο της Διακομματικής Επιτροπής της Βουλής των Ελλήνων Τριαντάφυλλο Μηταφίδη απέστειλαν στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο το πόρισμα της Επιτροπής της Βουλής για τις γερμανικές κατοχικές οφειλές. Τότε, στις 21 Αυγούστου 2016, ο κ. Βούτσης σε δηλώσεις του τόνισε ότι «η θετική έκβαση θα αποτελεί μία μεγάλη δικαίωση».
Μάλιστα, σε συνοδευτική επιστολή, οι κ.κ. Βούτσης και Μηταφίδης επεσήμαναν παράλληλα ότι το πόρισμα θα τεθεί προς συζήτηση στην Ολομέλεια της Βουλής την αμέσως προσεχή περίοδο. Αναφορικά με τις θέσεις της ελληνικής κυβέρνησης για το ζήτημα των ελληνικών διεκδικήσεων της κατοχικής περιόδου από την Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας, με την ίδια επιστολή των δύο προέδρων επισυνάφθηκε προς την πρόεδρο της Επιτροπής Αναφορών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, Σεσίλια Ουίκστρομ, η ομιλία του Πρωθυπουργού στις 16 Αυγούστου, στις εκδηλώσεις μνήμης για τα 317 θύματα της σφαγής του Κομμένου Άρτας από τα ναζιστικά στρατεύματα κατοχής. Και, λοιπόν;
-Θυμήθηκα ότι τον ίδιο μήνα, στα μέσα Αυγούστου του 2016, το γερμανικό περιοδικό «Der Spiegel» έκανε παρέμβαση στο θέμα των πολεμικών αποζημιώσεων, που οφείλει η Γερμανία στην Ελλάδα από την περίοδο της Κατοχής στο Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, παρουσιάζοντας ένα συγκεκριμένο «οδικό χάρτη» για τη διπλωματική και νομική οδό που μπορεί να ακολουθήσει η χώρα μας για να διεκδικήσει τα 296 δισ. ευρώ.
Με τίτλο «Πώς η Ελλάδα θα μπορούσε να μηνύσει τη Γερμανία για τα 296 δισεκατομμύρια ευρώ που της χρωστάει» το δημοσίευμα του γερμανικού περιοδικού επισημαίνει, μεταξύ άλλων, ότι «μετά από δυόμισι χρόνια, η ελληνική κοινοβουλευτική επιτροπή, υπέβαλε μια έκθεση στην οποία τεκμηριώνονται νομικά οι οφειλές της Γερμανίας προς την Ελλάδα».
Η παρέμβαση αυτή του “Der Spiegel” μού θύμισε την ολιγωρία και απροθυμία όλων των μεταπολεμικών ελληνικών κυβερνήσεων και ιδιαίτερα μετά το 1945 να προωθήσουν με αιτήματα, με εκθέσεις και με άλλα νομικά και οικονομικά επιχειρήματα τη διαδικασία είσπραξης των κατοχικών δανείων ή αποζημιώσεων από τη Γερμανία. Και για το λόγο αυτό σήμερα είμαστε στο τέλος του 2018, χωρίς κανένα αποτέλεσμα!
-Θυμήθηκα τον αείμνηστο καθηγητή μου και ακαδημαϊκό Άγγελο Αγγελόπουλο, ο οποίος σε συζητήσεις μαζί του μού είχε επισημάνει ότι από το 1945 είχε θέσει, με τη δημοσίευση του βιβλίου του «Το οικονομικό πρόβλημα της Ελλάδος», με στοιχεία και αριθμούς το θέμα της πληρωμής των δανείων που είχαν πάρει στην Κατοχή οι Γερμανοί και οι Ιταλοί με τη μορφή πιστώσεων.
Τότε, μού είχε πει ότι από το Σεπτέμβριο του 1947 είχε υποβάλει μελέτη στο Διεθνές Στατιστικό Συνέδριο, που πραγματοποιήθηκε στην Ουάσινγκτον, στην οποία ανέλυε το θέμα αυτό και παρουσίαζε τους υπολογισμούς του ως προς τις απαιτήσεις εκ μέρους της Ελλάδος, ενώ με επανειλημμένα άρθρα του είχε επαναφέρει τα κατοχικά δάνεια και είχε προτείνει τη ρύθμιση και του προπολεμικού χρέους της χώρας μας. Και, λοιπόν;
Σήμερα, ύστερα από 73 και 71 χρόνια, είμαστε στο… 2018, χωρίς να πάρουμε ούτε ένα ευρώ!
-Θυμήθηκα ότι, όπως μού είχε πει ο Άγγελος Αγγελόπουλος, το θέμα αυτό επανήλθε με άρθρο του στο περιοδικό «Νέα Οικονομία» το Μάϊο του 1964 με τη μελαγχολική διαπίστωση ότι για τα κατοχικά δάνεια δεν είχε αναλάβει έως τότε καμιά ελληνική κυβέρνηση πρωτοβουλία για την απόδοσή τους από τους Γερμανούς.
-Θυμήθηκα ότι είχε προηγηθεί άρθρο του στην εφημερίδα «Βήμα» (17 Απριλίου 1964), όπου εκτιμούσε ότι η Γερμανία και η Ιταλία όφειλαν στην Ελλάδα 400 εκατ. δολάρια.
-Θυμήθηκα ότι στο περιοδικό «Νέα Οικονομία» (Μάϊος 1964) είχε δημοσιευθεί και επιστολή του διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος κατά την Κατοχή Σπ. Χατζηκυριάκου, στην οποία ανέφερε ότι οι Γερμανοί είχαν αποδεχθεί σε ιδιωτική συζήτηση οφειλόμενο ποσό από δάνεια 38 εκατ. χρυσών λιρών, το οποίο όμως θεωρούσε ότι ήταν πολύ μικρότερο από το πραγματικό.