Νέα δεδομένα φαίνεται ότι δημιουργεί η κρίση στην Ιταλία (και η εκτίναξη του επιτοκίου του 10ετούς ομολόγου κοντά το 5%) αναφορικά με το πλαίσιο μετά την ολοκλήρωση του τρίτου μνημονίου της Ελλάδας στις 20 Αυγούστου. Ήδη από εχθές θεσμικοί κύκλοι εντός και εκτός της χώρας επαναφέρουν τo σενάριo της προληπτικής πιστωτικής γραμμής (ECCL) όσο και αυτό της παράτασης του μνημονίου ως το τέλος του 2018.
Το ενδεχόμενο δε η Ιταλία να παραμείνει σε πλήρη αναταραχή την περίοδο Αυγούστου – Οκτωβρίου εκτιμάται ότι μπορεί να αποσταθεροποιήσει ακόμη περισσότερο το κυβερνητικό αφήγημα της καθαρής εξόδου και να φέρει πιο κοντά την προληπτική γραμμή η οποία όμως έχει χαρακτηριστεί από την κυβέρνηση «συγκεκαλυμμένο μνημόνιο» και προβλέπει και τη συμμετοχή του ΔΝΤ σε ρόλο ελεγκτή – τεχνικού συμβούλου, αναφέρει το protothema.
Από την πλευρά του υπουργός Οικονομικών μιλώντας από την Πρέβεζα σε τοπικό σταθμό (Prisma 91,6) αναγνώρισε τις δυσκολίες επιμένοντας πάντως στην καθαρή έξοδο. «Το επιχείρημα να μην βγούμε στις αγορές για να μείνουμε στον ESM και να παίρνουμε δάνειο 1-1,5% δεν στέκει για πάντα. Ο μόνος λόγος να είσαι σε ένα πρόγραμμα είναι για να βγεις κάποια στιγμή από το πρόγραμμα. Προφανώς ένας ασθενής στην εντατική έχει μεγαλύτερη σιγουριά όταν έχει τα καλώδια αλλά κάποια στιγμή λένε οι γιατροί να τον αποκαλωδιώσουν για να σταθεί στα πόδια του».
Μιλώντας για το ίδιο θέμα και την πορεία των επιτοκίων τόνισε ότι «είναι λίγο πιο δύσκολα λόγω Ιταλίας αλλά και η απόφαση του eurogroup του Ιουνίου του 2017 να δημιουργήσουμε μια καβαντζα χρηματική γι αυτό το λόγο έγινε, όποτε είναι δύσκολες οι συνθήκες θα έχουμε πρόσβαση σε χρήματα και δεν θα είμαστε αναγκασμένοι να πάμε σε αγορές με πολύ υψηλό επιτόκιο».
Παρά ταύτα πληροφορίες θέλουν τον υπουργό Οικονομικών Ευκλείδη Τσακαλώτο να διαφωνεί με την απόφαση του Μαξίμου να «κάψει» την εκδοχή της προληπτικής γραμμής ήδη από πέρυσι το καλοκαίρι. Η απόδοση του ελληνικού 10ετούς ομολόγου σκαρφάλωσε χθες στο 4,94% (για να υποχωρήσει αργότερα κάτω από το 4,8%), επίπεδο που δεν έχει επαναληφθεί από τον περασμένο Νοέμβριο. Είναι χαρακτηριστικό ότι την 1η Μαίου ήταν μόλις στο 3,8%.
Συγκριτικά, οι αποδόσεις των δεκαετών ομολόγων της Ιταλίας έφτασαν στο 3,2% και της Πορτογαλίας το 2,3%.
Ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης -και υπουργός Οικονομίας και Ανάπτυξης- Γιάννης Δραγασάκης επέμεινε στη γραμμή της καθαρής εξόδου τονίζοντας ότι η Ελλάδα «βρίσκεται σε μία θέση που έχει αρκετά μέσα στη διάθεσή της να αντιμετωπίσει αυτές τις εξελίξεις». Μέσα σε αυτό το κλίμα όμως ο κ. Δραγασάκης μίλησε και για την ανάγκη μιας ευρύτερης προσέγγισης: «Αν οι αναταράξεις αυτές συνεχιστούν είναι προφανές ότι θα δοκιμαστούν οι αντοχές της κάθε χώρας ξεχωριστά και θα πρέπει η Ευρωπαϊκή Ένωση να δει συνολικότερες λύσεις, συνολικότερα μέτρα θωράκισης στην περίπτωση που οι εξελίξεις παραταθούν ή ενταθούν» τόνισε.
Λάδι στη φωτιά η παροχολογία Με κάθε εκπρόσωπο των Θεσμών (συμπεριλαμβανομένου του Επιτρόπου Μοσκοβισί) να κλείνει κάθε πιθανότητα αναβολής της περικοπής των συντάξεων και του αφορολόγητου η κυβερνητική «βαβέλ» που αφήνει ανοιχτά όλα τα ενδεχόμενα και κλείνει το μάτι για παροχές όπως η 13η σύνταξη (χωρίς να εξηγεί τι σημαίνει), απειλεί να ρίξει λάδι στη φωτιά με δεδομένη την αναταραχή στις παγκόσμιες αγορές.
«Μετά από κάθε ολοκλήρωση αξιολόγησης συντάσσεται ένα κείμενο που oνομάζεται συμπληρωματικό μνημόνιο προκειμένου να λήξει και τυπικά η αξιολόγηση» σημείωσε ο κ. Δραγασάκης υποβαθμίζοντας σε τυπικό χαρτί το κείμενο συμφωνίας Τσακαλώτου – τρόικας στο Hliton πριν από λίγες ημέρες, όπου υπάρχει ρητή δέσμευση για εφαρμογή των μέτρων μείωσης του αφορολόγητου και των συντάξεων όπως έχουν ψηφιστεί από τη Βουλή.
Η έμφαση ήταν ωστόσο στο ενδεχόμενο να δοθεί ως κοινωνικό μέρισμα η λεγόμενη 13η σύνταξη, μια διατύπωση που μπερδεύει τους συνταξιούχους καθώς ακόμη κι αν δοθεί στο τέλος του έτους θα είναι εφάπαξ, μόνο για ένα μήνα ως διανομή του υπερ-πλεονάσματος.
Είχαν προηγηθεί πληροφορίες για τη νομοθέτηση του επιδόματος μετά τον Αύγουστο. «Πρόκειται για χρήματα που αφενός θα καλύψουν τις απώλειες και αφετέρου με το που θα δοθούν, θα πέσουν αμέσως στην αγορά και παράλληλα θα τονωθεί η κατανάλωση» ανέφερε στα ΝΕΑ στέλεχος της κυβέρνησης. Αυτό όμως που δεν διευκρινίζεται από τα ίδια στελέχη είναι πως οι σωρευτικές απώλειες από τη ψηφισμένη μείωση των συντάξεων (2019) και του αφορολόγητου (2020) ισοδυναμούν με δύο ως τρεις συντάξεις ετησίως.