Η μέση εκτίμηση των οικονομετρικών υποδειγμάτων υποδηλώνει αύξηση του πραγματικού ΑΕΠ της Ελλάδας κατά περίπου 0,2% το γ΄ τρίμηνο του έτους σε σχέση με το β΄ τρίμηνο, με τον αντίστοιχο ρυθμό ετήσιας μεταβολής (δηλ. σε σύγκριση με το γ΄ τρίμηνο του 2015) να διαμορφώνεται σε περίπου +0,4% σύμφωνα με τη Eurobank.
Ειδικότερα, η Διεύθυνση Οικονομικής Ανάλυσης & Έρευνας Διεθνών Κεφαλαιαγορών της Eurobank δημοσίευσε σήμερα τη νέα έκδοση του περιοδικού της δελτίου Greece Macro Monitor με τίτλο “Παρουσίαση εκτιμήσεων οικονομετρικών υποδειγμάτων για τον υπολογισμό του ελληνικού ΑΕΠ σε πραγματικό χρόνο” σύμφωνα με την οποία οι βραχυπρόθεσμες (προκαταρτικές) προβλέψεις των εν λόγω υποδειγμάτων υποδηλώνουν διατήρηση μικρού θετικού ρυθμού ανάπτυξης και το δ΄ τρίμηνο του 2016, με τον αντίστοιχο ρυθμό μεταβολής του πραγματικού ΑΕΠ για το σύνολο του έτους να διαμορφώνεται μεταξύ -0,3% και 0,0%. Σημειώνεται ότι η προγενέστερη πρόβλεψη για το 2016 ήταν -0,5% (Σεπτ. 2016). Επιπροσθέτως, η στατιστική επίδραση βάσης (carryover) στον πραγματικό ρυθμό μεταβολής του ΑΕΠ της Ελλάδας αναμένεται ελαφρώς θετική (περίπου 0,2 ποσοστιαίες μονάδες) το επόμενο έτος έναντι αρνητικής επίδρασης (περίπου -0,4 ποσοστιαίες μονάδες) το 2016.
Όπως αναφέρει η Eurobank, οι εκτιμήσεις και προβλέψεις που παρουσιάζονται στη μελέτη θα πρέπει να θεωρηθούν προκαταρτικές (και, δυνητικά, υποκείμενες σε σημαντικές αναθεωρήσεις) καθώς: α) σημαντικός αριθμός μακροοικονομικών στοιχείων που αντιστοιχούν στο γ΄ τρίμηνο του έτους αναμένεται να δημοσιευθούν τις επόμενες εβδομάδες, β) η τρέχουσα συγκυρία χαρακτηρίζεται από ασυνήθιστα υψηλό βαθμό αβεβαιότητας και γ) η Ελληνική Στατιστική Αρχή (ΕΛΣΤΑΤ) αναμένεται να δημοσιεύσει το αμέσως επόμενο διάστημα αναθεωρήσεις στα προγενέστερα τριμηνιαία στοιχεία των εθνικών λογαριασμών.
Σε κάθε περίπτωση, εκτιμάται ότι η ολοκλήρωση της 1ης αξιολόγησης του υφιστάμενου προγράμματος προσαρμογής και η επανεκκίνηση της χρηματοδότησης του ελληνικού δημοσίου από τους πιστωτές του επίσημου τομέα έχουν συμβάλει στη σταδιακή ομαλοποίηση του εγχώριου οικονομικού κλίματος (υψηλό 19 μηνών τον Οκτώβριο 2016) μετά τις δραματικές εξελίξεις της καλοκαιρινής περιόδου του 2015. Κατά συνέπεια, η επιτυχής ολοκλήρωση και της 2ης αξιολόγησης χωρίς σημαντικές καθυστερήσεις, η οποία θα μπορούσε να πυροδοτήσει σειρά θετικών εξελίξεων το αμέσως επόμενο διάστημα (όπως, πχ. ένταξη της Ελλάδας στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης της ΕΚΤ από τις αρχές του επόμενου έτους), κρίνεται αναγκαία συνθήκη για τη συνέχιση της σταδιακής ανάκαμψης της εγχώριας οικονομικής δραστηριότητας τα επόμενα τρίμηνα.
Λαμβάνοντας υπ’ όψιν ότι ένα από τα κύρια χαρακτηριστικά της παρούσας κατάστασης στην ελληνική οικονομία είναι η ύπαρξη μεγάλου αποθέματος ανεκμετάλλευτων πόρων – για παράδειγμα πολύ υψηλό ποσοστό ανεργίας (23.2% τον Ιούλιο 2016) και υποεκμετάλλευση φυσικού κεφαλαίου – τότε δύναται να υποστηριχτεί ότι μια περαιτέρω βελτίωση του οικονομικού κλίματος (π.χ. λόγω έγκαιρης ολοκλήρωσης της 2ης αξιολόγησης) μπορεί να οδηγήσει σε αύξηση της ζήτησης και ως εκ τούτου σε σχετικά υψηλότερη παραγωγή – εισόδημα σε σύγκριση με μια οικονομία που βρίσκεται σε καθεστώς “πλήρους” εκμετάλλευσης των παραγωγικών της συντελεστών. Ωστόσο, θα πρέπει να τονίσουμε ότι ο εν λόγω συλλογισμός αφορά κυρίως τη βραχυχρόνια περίοδο.
Στη μακροχρόνια περίοδο, κυρίαρχος είναι ο ρόλος της προσφοράς. Γίνεται αντιληπτό ότι η αποτελεσματική εφαρμογή του 3ου προγράμματος οικονομικής προσαρμογής (3ΠΟΠ) και η ενίσχυση της αξιοπιστίας στην άσκηση οικονομικής πολιτικής δύναται να έχουν διττή θετική επίδραση στην οικονομία: 1ον στη βραχυχρόνια περίοδο μέσω ενίσχυσης των επιχειρηματικών προσδοκιών μπορούν να οδηγήσουν σε βελτίωση του οικονομικού κλίματος, αύξηση της ζήτησης και της παραγωγής και 2ον στη μακροχρόνια περίοδο μέσω της υλοποίησης των μεταρρυθμίσεων που συνοδεύουν το 3ΠΟΠ μπορούν να έχουν θετική συνεισφορά στην παραγωγικότητα και ως εκ τούτου στο ρυθμό μεγέθυνσης του δυνητικού προϊόντος της οικονομίας. Η πορεία του τελευταίου θα κρίνει σε μεγάλο βαθμό τη βιωσιμότητα του ελληνικού δημοσίου χρέους.
Να σημειωθεί ότι συγγραφείς της έκθεσης είναι οι κκ. Δρ. Πλάτων Μονοκρούσος, Επικεφαλής Οικονομολόγος του Ομίλου Eurobank, Δημήτρης Θωμάκος, Καθηγητής του Τμήματος Οικονομικών Επιστημών Πανεπιστημίου Πελοποννήσου & Επιστημονικός Σύμβουλος Διεύθυνσης Διεθνών Επενδυτικών Συμβουλευτικών Υπηρεσιών της Eurobank και Δρ. Στυλιανός Γώγος, Οικονομικός Αναλυτής της Διεύθυνσης Οικονομικής Ανάλυσης & Έρευνας Διεθνών Κεφαλαιαγορών της Eurobank.
Η παρούσα έκθεση παρουσιάζει τη βασική δομή και τα αποτελέσματα σχετικής οικονομετρικής μελέτης για την παραγωγή εκτιμήσεων του Ακαθάριστου Εθνικού Προϊόντος της Ελλάδας σε πραγματικό χρόνο. Τονίζεται ότι τα επίσημα στοιχεία του ΑΕΠ αλλά και άλλων βασικών δεικτών για την ελληνική οικονομία δημοσιεύονται από την Ελληνική Στατιστική Αρχή (ΕΛ.ΣΤΑΤ.) και τους λοιπούς αρμόδιους φορείς με σημαντική χρονική υστέρηση που, σε πολλές περιπτώσεις, μπορεί να προσεγγίσει ή και να υπερβεί το διάστημα των τριών ημερολογιακών μηνών.
Η μεθοδολογία που αναλύεται στην παρούσα μελέτη επιχειρεί να αναδείξει και να αμβλύνει το μείζον πρόβλημα της χρονικής υστέρησης που χαρακτηρίζει τη δημοσίευση των περισσότερων μακροοικονομικών δεικτών. Στην ειδική εφαρμογή (case study) της μελέτης παρουσιάζονται εκτιμήσεις για το ρυθμό μεταβολής του ΑΕΠ της Ελλάδας το γ΄ τρίμηνο του τρέχοντος έτους, βάσει σειράς σχετικών μακροοικονομικών στοιχείων που έχουν δημοσιευτεί έως τις 2 Νοεμβρίου 2016. Σημειώνεται ότι η πρώτη επίσημη εκτίμηση (από την ΕΛ.ΣΤΑΤ.) για το ΑΕΠ της Ελλάδας το εν λόγω τρίμηνο αναμένεται να δημοσιευθεί την 14η Νοεμβρίου (3Q 2016 GDP flash estimate).