Στις 75.000 ευρώ ζητά ο SSM να είναι το όριο για την προστασία της πρώτης κατοικίας στην Ελλάδα.
Ο SSM άνοιξε τα “χαρτιά” του στις τράπεζες στο πλαίσιο των διαπραγματεύσεων για τη διάδοχη κατάσταση του νόμου Κατσέλη, προδιαγράφοντας αλλαγές “σοκ” στο καθεστώς προστασίας που μπορεί να ισχύσει μετά τις 31 Δεκεμβρίου 2018.
Στις συζητήσεις με τις τράπεζες τέθηκαν ως νέος προτεινόμενος πήχης για την προστασία της πρώτης κατοικίας από πλειστηριασμό οι 75.000 ευρώ, επίπεδο που θεωρείται πως διασφαλίζει τον αποκλεισμό της προστασίας στρατηγικών κακοπληρωτών, αλλά και όσων αποφεύγουν να ρυθμίσουν τα δάνειά τους με τις τράπεζες, σύμφωνα με το capital.gr.
Σημειώνεται ότι, μεταξύ άλλων κριτηρίων, ο νόμος Κατσέλη παρέχει σήμερα προστασία στην πρώτη κατοικία σε ένα εύρος αντικειμενικών αξιών από 180.000 για τον άγαμο έως 220.000για τον έγγαμο, προσαυξημένη επιπλέον κατά 20.000 ευρώ για κάθε παιδί (μέχρι τις 280.000 ευρώ).
O μεγάλος όγκος των ακινήτων αφορά δανειακά υπόλοιπα από 70.000 έως 150.000 ευρώ.
Συγκεκριμένα, η μεγάλη μάζα για τα στεγαστικά δάνεια που δόθηκαν την εποχή από το 2005 έως και το 2009 κινείται στα 100.000 ευρώ. Σήμερα, το ποσό για το μέσο στεγαστικό δάνειο έχει πέσει στα 70.000 – 75.000 ευρώ.
Σύμφωνα με τις πληροφορίες, ο SSM επιμένει στο να μπει βαθιά το “μαχαίρι” στα όρια προστασίας της πρώτης κατοικίας, τονίζοντας ότι όσοι μείνουν εκτός ορίων, θα μπορούν να απευθυνθούν στην τράπεζά τους και να ρυθμίσουν την οφειλή τους. Η ενίσχυση των ρυθμίσεων, μάλιστα, είναι ο απώτερος στόχος, αφού διαπιστώνεται πως η λύση στο πρόβλημα των NPLs δεν μπορεί να δοθεί μέσω πωλήσεων χαρτοφυλακίων, αλλά κυρίως μέσω της εξυγίανσης προβληματικών δανείων που θα ρυθμιστούν.
Άλλωστε και οι ίδιες οι τράπεζες κατανοούν ότι αν δεν εξυγιάνουν “προβληματικούς” πελάτες, πολύ απλά δεν θα έχουν αύριο πελάτες στους οποίους θα μπορούν να δώσουν δάνεια.
Οι τραπεζίτες εκτιμούν ότι ύστερα από οκτώ χρόνια κρίσης, η περίμετρος μη εξυπηρετούμενων δανείων που θα μπορούσε να καταλήξει σε συναινετική λύση με τις τράπεζες είναι μικρή και αφορά κυρίως δάνεια καταναλωτικά χωρίς εξασφαλίσεις, μικρά επιχειρηματικά δάνεια, και ίσως κάποια λίγο μεγαλύτερα. Στον αντίποδα, όμως, μπορεί να θεραπευθεί μεγάλο μέρος στεγαστικών δανείων.
Σημειώνεται ότι στο σύνολο των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων των τραπεζών, ένα ποσοστό της τάξεως του 14,4% (με βάση τα στοιχεία τέλους α΄ εξαμήνου 2018) τελεί υπό καθεστώς αίτησης για νομική προστασία, ενώ στο στεγαστικό χαρτοφυλάκιο το ποσοστό αυτό φτάνει το 30%.
Πράγμα που σημαίνει ότι από τα 27,5 δισεκατομμύρια ευρώ μη εξυπηρετούμενων στεγαστικών δανείων, δάνεια άνω των 8 δισ. ευρώ έχουν αιτηθεί νομική προστασία.