Ξεκινούν από σήμερα, Σάββατο, 304 πιστοποιημένοι εκτιμητές ακινήτων τη διαδικασία υπολογισμού της αξίας της περιουσίας 7,5 εκατομμυρίων ιδιοκτητών ακινήτων, η οποία αναμένεται να ολοκληρωθεί έως τις 15 Μαρτίου.
Η αντίστροφη μέτρηση ξεκίνησε χθες, Παρασκευή, με την απόφαση του υπουργού Οικονομικών, Ευκλείδη Τσακαλώτου, που αναθέτει σε κάθε εκτιμητή συγκεκριμένες περιοχές της Ελλάδας, καθώς από την σχετική προκήρυξη προβλέπεται διορία 20 ημερών για να παραδώσουν τις προτάσεις τους στην ηγεσία του υπουργείου Οικονομικών.
Στόχος είναι πριν τελειώσει ο Μάρτιος να έχουν ανακοινωθεί επισήμως οι νέες αντικειμενικές τιμές, που θα ευθυγραμμίζονται με τις τρέχουσες εμπορικές αξίες της κτηματαγοράς.
Στην απόφαση Τσακαλώτου αναφέρονται αναλυτικά τα πρόσωπα και οι εταιρείες εκτιμητών ακινήτων που θα υπολογίσουν τις νέες τιμές της εφορίας, για κάθε δημοτικό διαμέρισμα της χώρας.
Οι εκτιμητές (ανάμεσά τους και 6 εταιρίες) θα μοιραστούν συνολικά ως αμοιβή το ποσόν των 2,5 εκατομμυρίων ευρώ. Κατά μέσο όρο δηλαδή η αμοιβή διαμορφώνεται σε περίπου 8.200 ευρώ. Στην πράξη βέβαια, άλλοι θα έχουν περισσότερη δουλειά τις επόμενες 20 ημέρες και άλλοι λιγότερη.
Κάποιοι θα εργαστούν για να βγάλουν μόνον μίας περιοχής τις νέες τιμές (π.χ. της Ζακύνθου) ενώ άλλοι αρκετές δεκάδες (κυρίως στους νομούς Ηρακλείου, Χανίων και Ιωαννίνων). Στις περίπου 8.000 από τις συνολικά 10.000 Ζώνες, θα συνεργαστούν 3 ή 4 εκτιμητές ανά περιοχή, ενώ για τις υπόλοιπες μόλις δύο.
Πάντως, το υπουργείο Οικονομικών έχει προνοήσει και Δευτεροβάθμια Επιτροπή, που θα «φιλτράρει» τυχόν μεγάλες αποκλίσεις από τις ισχύουσες αντικειμενικές αξίες.
Ιδιαίτερη ανησυχία και προβληματισμός δεν φαίνεται να υπάρχει στο υπουργείο Οικονομικών, παρά το ότι θα πρέπει να αναπροσαρμοστεί ο ΕΝΦΙΑ, έτσι ώστε να «κουμπώσει» με τις νέες αντικειμενικές.
Οι πληροφορίες αναφέρουν ότι είναι ειλημμένη η απόφαση για μείωση συντελεστών, έτσι ώστε να μην υπάρξει η παραμικρή επιβάρυνση στον ΕΝΦΙΑ των αποκαλούμενων «λαϊκών» περιοχών, αν οι εισηγήσεις τείνουν σε αυξήσεις των Τιμών Ζώνης.
Η διαφορά, δηλαδή το κόστος, θα μεταφερθεί στα υψηλότερα κλιμάκια, ενώ έχει απορριφθεί προ πολλού η εισήγηση για επέκταση του Συμπληρωματικού Φόρου και στα αγροτεμάχια.