Τη φράση «αν χρειαστεί» την οποία θέλει πάση θυσία να αποφύγει ο υπουργός Οικονομικών κ. Ευκλείδης Τσακαλώτος, περιλαμβάνει η επίσημη ατζέντα του Eurogroup της Πέμπτης για το θέμα του ελληνικού χρέους, προμηνύοντας μια δύσκολη συνεδρίαση.
Η βάση για τη συζήτηση θα είναι η απόφαση του Eurogroup του περσινού Μαΐου (άρα καμία κίνηση πριν από το Σεπτέμβριο του 2018) ενώ από την Eυρωομάδα θα εξεταστεί η τήρηση των προαπαιτούμενων για τη δόση με βάση την εισήγηση των Θεσμών για το βαθμό συμμόρφωσης της κυβέρνησης.
Η Ελλάδα είναι το 5ο θέμα στην επίσημη ατζέντα της συνεδρίασης που αρχίζει στις 15.00 τοπική ώρα (16.00 Αθηνών) την Πέμπτη στο Λουξεμβούργο. Όσον αφορά δε τη συμμετοχή της γενικής διευθύντριας του ΔΝΤ Κριστίν Λαγκάρντ αυτή δεν συνδέεται αποκλειστικά με την Ελλάδα (ή με το χρέος) αλλά με την παρουσίαση της έκθεσης του ΔΝΤ (βάσει του άρθρου 4) για όλες τις χώρες της ευρωζώνης, αναφέει το newmoney.
Για το χρέος συγκεκριμένα σημειώνεται ότι «το Eurogroup θα συνεχίσει τη συζήτηση για τη βιωσιμότητα του δημόσιου χρέους της Ελλάδας με στόχο την εξεύρεση μιας κοινής προσέγγισης από τα κράτη μέλη της ευρωζώνης και τους Θεσμούς (Ευρωπαϊκή Επιτροπή, Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, Ευρωπαϊκός Μηχανισμός Σταθερότητας και Διεθνές Νομισματικό Ταμείο).
Η συζήτηση αυτή «θα περιλαμβάνει τους μεσοπρόθεσμους δημοσιονομικούς στόχους της χώρας (πέραν του 2018) και τα πιθανά μέτρα για το χρέος τα οποία ενδεχομένως να προκύψουν, αν χρειαστεί, μετά την επιτυχή ολοκλήρωση του προγράμματος ως τα μέσα του 2018. Το πλαίσιο για αυτή τη συζήτηση είναι μια συμφωνία που έγινε στη συνεδρίαση του Eurogroup της 24ης Μαΐου 2016, στην οποία περιγράφονται τα μέτρα για το χρέος της Ελλάδας βραχυπρόθεσμα, μεσοπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα» σημειώνεται.
Υπενθυμίζεται ότι η «λεκτική διατύπωση» που έθεσε την Παρασκευή ως νέα κόκκινη γραμμή ο κ. Τσακαλώτος στη Βουλή ήταν η απάλειψη της αναφοράς «αν χρειαστεί». Επιπλέον, το γεγονός ότι η ατζέντα μνημονεύει το πλαίσιο που υπάρχει από τον Μάιο του 2016 αποτελεί μια επιβεβαίωση της γραμμής Σόιμπλε η οποία εκφράστηκε στο Eurogroup της 22ας Μαΐου και η οποία δεν επιτρέπει οποιαδήποτε συζήτηση πέρα από αυτό όπως ήλπιζε η ελληνική πλευρά.
Από «κόσκινο» η δόση
Εξάλλου η ατζέντα της Πέμπτης αναφέρει ότι «οι Υπουργοί θα ανταλλάξουν επίσης απόψεις σχετικά με την επικαιροποιημένη εκτίμηση των Θεσμών σχετικά με την εφαρμογή από την Ελλάδα των αποκαλούμενων “προαπαιτούμενων δράσεων” (prior actions). Αυτές ήταν μέρος των μεταρρυθμίσεων πολιτικής στις οποίες η Ελλάδα συμφώνησε με τους Θεσμούς τον Μάιο του τρέχοντος έτους». Πιο απλά, η συνεδρίαση θα αποφασίσει με βάση την έκθεση συμμόρφωσης των Θεσμών η οποία θα υποβληθεί την Πέμπτη αν θα δοθεί στην Ελλάδα η δόση.
Τονίζεται ξεκάθαρα ότι «η εφαρμογή των προηγούμενων ενεργειών και η ανάλυση της βιωσιμότητας του χρέους αποτελούν σημαντικά βήματα για την ολοκλήρωση της δεύτερης αξιολόγησης του προγράμματος μακροοικονομικής προσαρμογής για την Ελλάδα και για το ξεκλείδωμα της περαιτέρω εκταμίευσης οικονομικής βοήθειας προς την Ελλάδα στο πλαίσιο του προγράμματος ESM».
Κερέ: Δεν θα κάνουμε παζάρια για το QE
Την ελπίδα του να υπάρξει συμφωνία για την Ελλάδα στο Eurogroup, εξέφρασε ο Μπενουά Κερέ, μέλος του διοικητικού συμβουλίου της ΕΚΤ, ξεκαθαρίζοντας, όμως, ότι η τράπεζα δεν προτίθεται να εμπλακεί σε «παζάρια» για την ένταξη της χώρας στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης.
«Ευελπιστώ τόσο εγώ όσο και η ΕΚΤ ότι αυτή θα είναι η τελευταία συνεδρίασης (σ.σ.: να υπάρξει λήψη τελικών αποφάσεων). Η ελληνική κυβέρνηση έχει κάνει το καθήκον της, έχουν κάνει το καθήκον τους σε ό,τι αφορά τις πολιτικές που πρέπει να εφαρμοστούν, βάσει του Μνημονίου και τώρα είναι η ώρα οι Ευρωπαίοι υπουργοί Οικονομικών να αποφασίσουν τι ισχύει για τη βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους», υπογράμμισε ο κ. Κερέ.
Φρόντισε, όμως, να προσθέσει ότι το θέμα της ένταξης στο QE είναι «μία διαφορετική συζήτηση, είναι μία συζήτηση που αφορά τη νομισματική πολιτική, ως εκ τούτου το διοικητικό συμβούλιο θα εξετάσει το αποτέλεσμα του Eurogroup και θα αποφασίσει βάσει των κανόνων που ισχύουν. Δεν πρόκειται να συμμετάσχουμε στο πολιτικό παζάρι του Eurogroup. Πρόκειται για δύο εντελώς διαφορετικές συζητήσεις».